Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

«Πέντε Ἓλληνες δέκα ἀρχηγίες»

 

Τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

 

  Μέ ἐτίμησε ἡ Πολιτεία ὁρίζοντάς με Ἐκαπαιδευτικό Ἀκόλουθο στήν Πρεσβεία μας στό Παρίσι. Μέ αὐτή τήν ἰδιότητα συντόνιζα, γιά τρία ἀκαδημαϊκά ἒτη, τά ἐκπαιδευτικά καί πολιτιστικά θέματα τῶν Ἑλλήνων τῆς διασπορᾶς στήν Γαλλία, Ἐλβετία, Ἰταλία, Ἰσπανία καί Πορτογαλία. Ἦταν ἀπό τίς εὐχάριστα δημιουργικές, ἀλλά καί τίς πιό δύσκολες περιόδους τῆς ἐπαγγεματικῆς μου σταδιοδρομίας.

  Μία ἀπό τίς δυσκολίες πού ἀντιμετώπισα ἦταν ὃτι ἀκόμη καί στίς πιό μικρές ἀριθμητικά Ἑλληνικές κοινότητες, ὑπῆρχαν πάνω ἀπό δύο Ἑλληνικοί σύλλογοι ἀναφερόμενοι στήν Ὁμογένεια, μέ ἀντίστοιχο φυσικά ἀριθμό προέδρων. Τά μέλη τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας αὐτῶν τῶν συλλόγων δέν ξεπερνοῦσαν τά τέσσερα – πέντε ἂτομα. Ἒτσι εἲχαμε πάνω ἀπό διακόσιους πενήντα  προέδρους στίς παραπάνω πέντε χῶρες, τῶν ὁποίων ἡ κοινωνική προβολή ὃσον ἀφοροῦσε τό ἐπάγγελμα καί κατ’ ἐπέκταση τήν μόρφωσή τους ἦταν ἀρκετά εὐρεία. Κάθε ἓνας δέ ἀπό τούς παραπάνω προέδρους ἀπαιτοῦσε νά εἶναι ὁ ρυθμιστής τῶν ἐκπαιδευτικῶν θεμάτων τῆς περιοχῆς, μέ ἀποτέλεσμα νά ξεσποῦν ὁμηρικές ἒριδες, μέ σκληρές καί ἀνελέητες συγκρούσεις.

  Σέ μιά τέτοια διένεξη σέ πόλη τῆς κάτω Ιταλίας, μέ τρεῖς Ἑλληνικούς συλλόγους στήν περιοχή, παρενεβλήθη καί ὁ τοπικός δήμαρχος ὡς ὑπεύθυνος παραχώρησης τῶν αἰθουσῶν διδασκαλίας, καθ’  ὃτι ὑπῆρχε μεγάλος ἀριθμός Ἰταλῶν πού ἢθελαν νά φοιτήσουν στά δωρεάν τμήματα ἐκμάθησης τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας. Μέ ἀφορμή λοιπόν τήν διεκδίκηση τῆς πρωτοκαθεδρίας ἀπό τούς τοπικούς προέδρους ὁ δήμαρχος ἀναφώνησε ἀγανακτισμένος τήν τοπική ἰταλική παροιμία «πέντε Ἓλληνες, δέκα ἀρχηγίες».

  Δέν εἶναι εὒκολο νά προσδιορίσει κανείς, γιατί συγκροτοῦμε λαό ἀρχηγῶν˙ γιατί κινούμεθα ἀπό τήν ἰδέα τῆς διάκρισης καί τήν ἒντονη δίψα γιά δύναμη καί προβολή. Γιατί θέλουμε νά άρχουμε; Γιατί θέλουμε νά αἰσθανόμεθα ὃτι ὁ ψυχισμός τοῦ ἂλλου ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμάς;  Μἠν λησμονοῦμε ὃτι τό θέατρο τῆς ἱστορίας μας ἀρχίζει μέ τήν διακδίκηση τῆς ἀρχηγίας

  Ὁ λόγος φανερώθηκε κατά πρῶτον στήν Ἑλλάδα. Οἱ ρίζες του βυθίζονται στό ἒδαφος πού γέννησε καί τήν δική μας μοίρα, ἀλλά τά κλαδιά του ἀπλώθηκαν καί στεφάνωσαν ὃλο τόν κόσμο. Εἶναι ὁ λόγος πού κάνει τά μάτια νά κοιτοῦν πρός τά μέσα, τήν ψυχή νά βγαίνει ἀπό τό σκοτάδι τῆς ὓλης, νά γίνεται ἂνοιξη, δόσιμο, μέτρο, δημιουργία, ἀνοχή, ἀντοχή, ὀμορφιά, ἐλπίδα, ζωή, θάρρος… Εἶναι ὁ λόγος ὁ Ἑλληνικός πού κάνει τόν ἂνθρωπο νά συνειδητοποιεῖ ὃτι τό πνεῦμα σφυρηλατεῖται στήν ἐλευθερία και ὃτι καμμιά ἐξουσία δέν μπορεῖ νά τόν κάνει δέσμιό της.

  Ὡς λαός ἒχουμε πολλά θετικά καί φυσικά πολλά ἀρνητικά. Πρῶτο ἀπό τά δεύτερα ὁ ἀδάμαστος ἀγωισμός τοῦ Ἑλληνα, ὁ οποῖος  δύσκολα τιθασεύεται, καί ὁ ὁποῖος γεννᾶ τήν ἐγωπάθεια, τήν ματαιοφροσύνη, τήν φιλαρέσκεια.

  Εἶναι ἡ λησμοσύνη τοῦ Ἑλληνικοῦ λόγου πού κάνει νά ἐπιτρέπονται τά πάντα στό ὂνομα τῆς ανάγκης, πού ἀναγάγει τά πάθη σέ ἰδανικά καί τό θέλω σέ ἐλευθερία. Χωρίς τόν ἑλληνικό λόγο ἡ ψυχή φτάνει στό ἀπροχώρητο, περνάει στόν ἐγωισμό, στήν ματαιοδοξία, στήν ἀσυγκράτητη βουλιμία τῆς ἐξουσίας.

  Ὁ ματαιόφρων θέλει νά ἀρέσει. Μεθάει μόνο μέ τήν σκέψη ὃτι οἱ ἂλλοι τόν θαυμάζουν. Τόν συνάνθρωπο του τόν βλέπει ὡς μέσον προσωπικῆς  προβολῆς, σκαλοπάτι νά ἀνέβει. Ἐπιβεβαιώνεται μάλιστα καί σέ τίτλους ἐπιστημονικούς ἀνύπαρκτους, πού σέ ἂλλες ἐποχές τοῦτο θά ἐπέσυρε ποινικές εὐθύνες.   

  Ὁ,τιδήποτε δικό μας τό ὑπερκοστολογοῦμε, τῶν ἂλλων τίποτα δέν ἀξίζει. Συζητοῦμε καί δέν ἀκοῦμε τί λέει ὁ ἂλλος, ἀλλά σκεφτόμαστε τί θά ποῦμε ἐμεῖς διακόπτοντάς τον. Ὃ,τι καλό, ὀφείλεται σέ ἐμᾶς. Ὁ διπλανός μας ἀπό καθρέπτης μας γίνεται ὀ φταίχτης μας. Δέστε τόν πολιτικό λόγο στόν τόπο μας, ὁ ὁποῖος προβάλλει πάντα τούς ἂλλους ὡς αἰτία τοῦ κακοῦ. Δέν τόλμησε ποτέ καί κανένας πολιτικός νά πάρει τό κακό ἐπάνω του. Τί νά μεστώσει καί τί νά ἀφομοιωθεῖ μ’  αὐτόν τόν ρυθμό; 

  Οἱ τρεῖς ἀναχωρητές τοῦ κόσμου τούτου, οἱ ποιητές, οἱ φιλόσοφοι καί οἱ ἃγιοι συγκλίνουν στήν ἂποψη ὃτι ὁ ὀμφάλιος λῶρος τῆς ματαιοδοξίας βρίσκεται στόν ἐγωισμό πού κάνει νά ἀτονεῖ κάθε διάθεση προσφοράς. Πού χῶρος νά ἀνοίξει ἡ καρδιά μας γιά νά αἰσθανθεῖ τήν ἁπλότητα τῆς δοτικῆς, ἀφοῦ εἶναι πλημμυρισμένη ἀπό τήν ἀνάγκη τῆς ἐξουσιαστικῆς προστακτικῆς.

  Καί οἱ τρεῖς παραπάνω ἀσκητές τοῦ ἒθνους μας, συναντιοῦνται στήν ἂποψη  ὃτι ἡ μόνη δυνατή θεραπεία τῆς κενοδοξίας μας, εἶναι ἡ ἀδιαφορία στήν ἀναγνώριση, ἡ ἀποδέσμευση τῆς ταυτότητάς μας ἀπό τήν ιδιότητά μας, ἡ μή ἐξάρτησή μας ἀπό τά μάτια τῶν ἂλλων. Θετικά τά παραπάνω ἐκφράζονται ὡς φροντίδα καί ἒγνοια γιά τόν διπλανό μας, ὡς ἐνεργός δημιουργία- τήν μόρφωση τοῦ ἂμορφου- μ’ αἲσθημα εὐθύνης καί συντροφικότητος.  

  Ὃλοι αἰσθανόμαστε τήν τύχη πού ἒχουμε γεννηθεῖ σέ πολιτεία ἐλεύθερη καί μέ τόση μεγάλη κληρονομιά. Ἒχουμε ἀποδεχτεῖ νά ὑπάρχουν ἂρχοντες καί ἀρχόμενοι, εἶναι δέ φυσικό νά θέλουμε νά διοικοῦν οἱ ἱκανοί, πού σκέπτονται καί προωθοῦν σέ ὃλα τά ἐπίπεδα τό συλλογικό συμφέρον. Ὂχι τό δικό τους, οὒτε τοῦ οἰκονομικά ἰσχυροῦ.

  Ὃμως ἡ ἀσυγκράτητη βουλιμία τῆς ἐξουσίας ὁρισμένων, σέ συνδυασμό μέ τήν ἀπεμπόληση ἐκ μέρους τῶν πολλῶν τῶν δικαιωμάτων καί ὑποχρεώσεων τῆς ἐλευθερίας, μετατρέπει τόν λόγο σέ ὑπολογιστικό, τούς πρώτους σέ κρατοῦντες καί τούς δεύτερους σέ κρατούμενους. Κοινός παρονομαστής ἡ λησμοσύνη τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου. Τούς πρώτους τούς συμφέρει. Ἐμᾶς ὃμως;

  Ὑπῆρχε ἓνας κοινωνικός μικροθεσμός ἡ κοινότητα, ὁ ὁποῖος καταργήθηκε τήν ἐποχή τῆς διαμορφώσεως τοῦ Νεοελληνικοῦ κράτους, ἀφοῦ ἐφαρμόστηκαν τά πρότυπα τῆς κεντρικῆς ἀπρόσωπης ἐξουσίας.

  Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Σόλωνος ἲσχυσε αὐτός ὁ μικροθεσμός, ὁ ὁποῖος διατήρησε τό Ἒθνος μας ἀκόμη καί στήν δύσκολη περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Εἶναι αὐτός ὁ θεσμός πού ἢλεγχε τό ἀτίθασο τοῦ Ἓλληνα καί τόν ἒκανε δημιουργικό καί τοῦτο γιά τό καλό τοῦ εὐρύτερου συνόλου, ἀφοῦ τόνιζε τήν ἀξία τοῦ προσώπου καί ὂχι τοῦ ἀτόμου, τόν ἀναδείκνυε ἀρνητικό στήν μαζικότητα καί ὑπεύθυνο γιά ὂσα συμβαίνουν στόν διπλανό του χωρίς νά γίνεται καταπιεστικός. Θεσμός πού ἐρχόταν ἀπό κάτω καί δέν εἶχε ἐπιβληθεῖ ἀπό τό συγκεντρωτικό ὑδροκέφαλο κράτος.

  Εἶναι αὐτός ὁ θεσμός ὁ ὁποῖος ἐλευθερώνει τόν πολίτη ἀπό τόν κομματικό ἐξουσιαστικό λόγο, δέν ἀφήνει περιθώρια ἑτεροκαθορισμοῦ τοῦ εὐρύτερου καί στενότερου συμφέροντος καί ἐνώνει τήν ὁμήγυρη κηρύσσοντας ὃτι προκοπή εἶναι ἡ ἐλευθερία καί ἡ συμμετοχή στήν ἀνάπτυξή της καἰ ὂχι ἡ ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν. Μιά τέτοια ἀτμόσφαιρα δέν εὐνοεῖ τήν βλάστηση ἐξουσιαστικῶν, καταπιεστικῶν τάσεων, οὒτε ἐκκολάπτει μανιακούς ἀναζητητές τῆς ἀτομικῆς δύναμης καί ἐξουσίας ἀλλά γεωργεῖ πρόσωπα ἐλεύθερα, ταπεινούς ἀναζητητές τῆς ἀλήθειας, στοχαστικούς ἑρμηνευτές τῶν ἐδῶ καί τῶν ἐπέκεινα, πού αναμετροῦνται   θαρραλέα μέ τό καλό καί τό ἀγαθό, πρός δόξαν τοῦ προσώπου.   

Ὑστερόγραφο Δύσκολα πλευρίζονται παρόμοια θέματα. Ἒστωσαν οἱ παραπάνω γραμμές, συμπληρωματικές ἢ παραπληρωματικές τῶν δικῶν σας σκέψεων καί προβληματισμῶν.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου