Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Ὁ Λαὸς τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ

 

«Τὴ γλώσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική
τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὅμηρου.

Μονάχη ἔγνοια ἡ γλώσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὅμηρου.
Ἐκεῖ σπάροι καὶ πέρκες

        ἀνεμόδαρτα ρήματα
ρεύματα πράσινα μὲς στὰ γαλάζια

        ὅσα εἶδα στὰ σπλάχνα μου ν' ἀνάβουνε
σφουγγάρια, μέδουσες

        μὲ τὰ πρῶτα λόγια τῶν Σειρήνων
όστρακα ρόδινα μὲ τὰ πρῶτα μαῦρα ρίγη.

        Μονάχη ἔγνοια ἡ γλώσσα μου, μὲ τὰ πρῶτα μαῦρα ρίγη.
Ἐκεῖ ρόδια, κυδώνια

        θεοὶ μελαχρινοί, θεῖοι κι ἐξάδελφοι
τὸ λάδι ἀδειάζοντας μὲς στὰ πελώρια κιούπια

        καὶ πνοὲς ἀπὸ τὴ ρεματιὰ εὐωδιάζοντας
λυγαριὰ καὶ σχίνο

        σπάρτο καὶ πιπερόριζα
μὲ τὰ πρῶτα πιπίσματα τῶν σπίνων

        ψαλμωδίες γλυκὲς μὲ τὰ πρῶτα πρῶτα Δόξα Σοῖ.
Μονάχη ἔγνοια ἡ γλώσσα μου, μὲ τὰ πρῶτα πρῶτα Δόξα Σοῖ!

        Ἐκεῖ δάφνες καὶ βάγια
θυμιατὸ καὶ λιβάνισμα

        τὶς πάλες εὐλογῶντας καὶ τὰ καριοφίλια.
Στὸ χῶμα τὸ στρωμένο μὲ τ' ἀμπελομάντιλα

        κνίσες, τσουγκρίσματα
καὶ Χριστὸς Ἀνέστη

        μὲ τὰ πρῶτα σμπάρα τῶν Ἑλλήνων.
Ἀγάπες μυστικὲς μὲ τὰ πρῶτα λόγια τοῦ Ὕμνου.

        Μονάχη ἔγνοια ἡ γλώσσα μου, μὲ τὰ πρῶτα λόγια τοῦ Ὕμνου!» (ξιον στίν, Ἐλύτης ὁ Μέγας)

 Οἱ Τοῦρκοι, μὲ τὶς ὁπλὲς τῆς ὁρμῆς τους, τίναξαν ἕναν ξεχωριστὸ πολιτισμό, ποὺ ἔχει μπολιάσει καὶ ἄλλους ἱδρωμένους, στὸν ἀέρα. Λένε ὅτι τὸ σπαθὶ δὲν κόβει τὴν ἱστορία τοῦ πολιτισμοῦ. Ποῦ τὸ εἴδατε; Ὅπου πέρασαν οἱ Βάρβαροι ἡ φωτιὰ καὶ τὸ τσεκούρι τους ξερίζωσε τὸν πολιτισμὸ τῆς περιοχῆς, καὶ δυστυχῶς πέρασαν ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν Ἀνατολή. Τὸ πέρασμά τους ἔκοψε κυριολεκτικὰ τὴ ροή τῆς Προκομμένης Ἱστορίας. Ἀκινητοποιῶντας την, τὴν καταδίκασαν νὰ βουλιάξει, αὔτανδρη, στὸ μεσαιωνικὸ τέλμα τοῦ μουσουλμανικοῦ τούρκικου δεσποτισμοῦ τους.

 Ἡττημένοι ἀπὸ τὸν χειρότερο ἑαυτό τους, ἀφιονισμένοι κυριολεκτικὰ καὶ μεταφορικά, ἐρεθισμένοι ἰδεολογικὰ μὲ ἄκρατη, ἀδίστακτη ἐπιθετικότητα, ἀφήνουν ἀχαλίνωτα τὰ ψυχικά τους ἐρέβη. Καμμιὰ ἐπίκληση στὴν κοινωνικὴ δικαιοσύνη, στὴ στοιχειώδη Δημοκρατία, σὲ κάποια μορφὴ πολιτισμοῦ τέλος πάντων. Ὅπου πέρασε ὁ Ὀθωμανισμός, ἡ Τουρκιά, ἄφησε ἐρείπια καὶ πτώματα, καὶ μάλιστα ὡς λαὸς καμαρώνουν γι’ αὐτό. Τὸ θράσος τους ἀχαλίνωτο, χωρὶς ὅρια. Κατὰ τὴν πρόσφατη τελετὴ βεβήλωσης τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ τζαμί, ὁ Ὀθωμανὸς Πρόεδρος τῆς Τουρκίας, διακήρυξε μὲ προκλητικὴ ἀσέβεια: «Ὁ πολιτισμός μας εἶναι πολιτισμὸς τοῦ κατακτητῆ», μὲ ὅλους νὰ κατακλύζουν τὴν ξεδιαντροπιά του μὲ χειροκροτήματα. Τὸ λένε καθαρά: «Ἐμεῖς, ὡς Ὀθωμανοί, δέσμιοι τῆς παραδόσιμης νοσηρῆς μας νοοτροπίας, δὲν μποροῦμε, οὔτε θέλουμε, νὰ γίνουμε κάτι ἄλλο πὸ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε».

 Λαὸς τῆς στέπας καὶ τοῦ πολέμου, τῆς σφαγῆς καὶ τῆς κυριαρχίας, ἐνέσκηψαν στὴν Ἱστορία μέσω μιᾶς θρησκείας θεμελιωμένης στὴ βία καὶ στὸν καταναγκασμό. Τὴ μόνη καὶ μοναδικὴ σχέση ποὺ ἔχουν μὲ τὸν «πολιτισμὸ» εἶναι ἡ διάκρισή τους στὴν τέχνη τῆς λεπτουργημένης διακοσμητικῆς, ἐξακολουθητικά μειονεκτικοὶ ἀπέναντι στοὺς Ἕλληνες, ποὺ γεννοῦσε τὶς Τέχνες τους πάντοτε ἡ προτεραιότητα τῶν μεταφυσικῶν τους ἀναζητήσεων.

 Ἡ μνήμη ὅλων τῶν λαῶν ποὺ γεύτηκαν τὴν ἐπέλαση τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀττίλα, καθορίστηκε ἀπὸ τὸ πρὶν καὶ τὸ μετά, ἀφοῦ οἱ ἐπιδρομές τους μετέτρεψαν σὲ κόλαση χῶρες καὶ πολιτισμούς. Φυλὲς ξεκληρίστηκαν ἀπὸ τὸν «λαὸ τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ», λὲς καὶ εἶχαν βγεῖ ἀπὸ τὰ Τάρταρα μὲ σκοπὸ νὰ τιμωρήσουν τὴν ἀνθρωπότητα γιὰ τὰ κρίματά της.

 Ἡ παρηγοριὰ καὶ ἡ σοφία τῆς βιωμένης συνύπαρξης, οἱ συγγένειες καὶ οἱ κοινοὶ κώδικες σεβασμοῦ ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς, διερράγησαν ὁλοκληρωτικά. Σὲ κάθε βήμα, ἀκόμη καὶ τώρα, καιροφυλακτεῖ ὁ «λαὸς τῆς μάστιγας τοῦ Θεοῦ», ὁ ὁποῖος ἀνέτρεψε τὴν τάξη τῶν πραγμάτων, μεταβάλλοντας τὸν «εσεβ» Εὔξεινο σὲ Μαύρη Θάλασσα, μαύρη κι ἄραχλη.

 Οἱ Τοῦρκοι δημιούργησαν τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἀντίστροφη μέτρηση τῆς ἐξαφάνισης τῶν μεγάλων πολιτισμῶν, τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς τῆς Οἰκουμένης. Ἡ τουρκικὴ γραμμὴ εἶναι τὸ ὑπαρκτὸ ὅριο τὸ ὁποῖο διαγράφεται μὲ σαφήνεια καὶ διαφοροποιεῖ δραματικὰ τοὺς δῶθε καὶ τοὺς ἐκεθε. Τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου γιὰ ὁλόκληρη τὴ γηραιὰ καὶ ἄκρως πνευματικὴ καὶ γενεσιουργὸ Ἀνατολή, τόσο τὴν Περσικὴ καὶ Ἀραβική, ὅσο καὶ τὴ Χριστιανικὴ Ἑλληνική, Ἀραβική, Αἰγυπτιακή, Ἀρμενική, Γεωργιανή, Καυκασιανή, Ρωσική, καὶ Σλαβοβαλκανικὴ ἢ Νοτιοσλαβική, ἔφθασε μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ λαοῦ τῆς «μάστιγας τοῦ Θεοῦ».

 Οἱ παλαιοὶ ἀνατολίτικοι λαοὶ παρέλυσαν καὶ ἔχασαν ὁλοσχερῶς τὴ δυνατότητα ἀνανέωσης. Οἱ πηγὲς στέρεψαν. «Δὲν ὑπάρχουν ποτάμια, δὲν ὑπάρχουν πηγές, μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι αὐτές». Ἡ ἀειφορία τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἔπαψε νὰ ἀποδίδει. Τὸ καμένο δάσος, ὅπου κυριάρχησε ἡ τουρκικὴ ἐπιθετικότητα καὶ ἡ βία τοῦ τουρκικοῦ μονοδιάστατου Ἰσλάμ, ἔμεινε χέρσο, γεμάτο φίδια, ἔλη, κουνούπια καὶ ἀρουραίους.

 Ἀπεριόριστα γόνιμοι οἱ Ὀθωμανοὶ σὲ τρόπους διάπραξης τοῦ κακοῦ. Κάθε πτυχὴ τῆς ἱστορίας τους, κάθε ἐποχή, νέες ἐπινοήσεις ὀργάνων γιὰ σωματικὰ βασανιστήρια, δικές τους πρακτικὲς καὶ ἐφευρήματα γιὰ πρόκληση ὀδύνης, τρόμου, πανικοῦ. Ὄργανα, ἐργαλεῖα, μεθοδεύματα ὅλο καὶ πιὸ προηγμένα, τελειότερα, εὐστοχότερα στὴν ἐπίτευξη φρικωδέστερου ἀποτελέσματος. Δὲν τοὺς ρκεῖ ποτὲ νὰ θανατώνουν, νὰ κάνουν ἀνύπαρκτο τὸν μισητὸ συνάνθρωπο, θέλουν νὰ τὸν δοῦν νὰ πεθαίνει μὲ τοὺς πιὸ φριχτοὺς πόνους, νὰ σφαδάζει ἀνήμπορος, νὰ σπαράζει ἐναγώνια καὶ γιὰ πολύ, πρὶν ξεψυχήσει. Μηχανὲς ποὺ καταξεσχίζουν τὴ σάρκα ἢ ἐξαρθρώνουν τὰ μέλη, ἀνασκολοπισμοί, μεθοδικὰ ἀργὸς στραγγαλισμός, καυτὸ λάδι καὶ λιωμένο μολύβι, ἁλάτι στὶς πληγές, τύφλωση, ἀκρωτηριασμοί, προσχεδιασμένοι ἀπὸ ἀσιτία θάνατοι, ἀργὸς θάνατος ἀπὸ τὸ ψῦχος κατὰ τὶς καταναγκαστικὲς ἐκτοπίσεις, συστηματικὲς γενοκτονίες Ἀρμενίων, Ἑλλήνων καὶ Κούρδων, ἐξόντωση ὁλόκληρων οἰκογενειῶν, ξερίζωμα μιᾶς ἐθνικῆς κουλτούρας, ἀφανισμὸς μειονοτήτων –μὲ τὰ θύματα νὰ ἱκετεύουν γιὰ τὸν θάνατο. Σὰν νὰ μὴν ἀρκεῖ ποὺ πεθαίνει ὁ Ἕλληνας, ἀλλὰ πρέπει νὰ πεθάνει μὲ πόνους φριχτούς, βασανισμὸ ἀνυπέρβλητης ὀδύνης, ἐξαθλιωτικὲς ταπεινώσεις. Ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα τῶν ὑποδουλωμένων δὲν ἀξιώθηκε τέλη βίου ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά, σὲ προχωρημένο γῆρας. Ἀλλὰ τὰ Ἑλληνάκια δὲν πρέπει νὰ μαθαίνουν τίποτα γιὰ ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ μὴν πληγώνονται!

 

 Οἱ Ὀθωμανοὶ δὲν ἦσαν μόνοι τους. Θὰ πρέπει, ὄχι πρὸς μετριασμὸ τῆς εὐθύνης τῶν Τούρκων, ποὺ ἐπιτέλεσαν ἀπάνθρωπες βιαιότητες, ὅμοιες μὲ αὐτὲς τῶν τζιχαντιστῶν μὲ τοὺς ὁποίους συνεργάζονται σήμερα ἀδελφικά, νὰ τονιστεῖ ὅτι τὸ μαχαίρι τὸ κρατοῦσε μὲν τουρκικὸ χέρι, ἡ ἔμπνευση ὅμως ἦταν γερμανική, πρὸς τὸ συμφέρον καὶ τῶν δύο λαῶν, γερμανικοῦ καὶ τουρκικοῦ. Μελετᾶμε τὴν ἱστορία ὄχι γιὰ νὰ μάθουμε τί ἔγινε κάποια στιγμὴ στὸ παρελθόν, ἀλλὰ γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ παρὸν καὶ νὰ ἀνιχνεύσουμε τὸ μέλλον. Ἀξίζει νὰ καταπιαστεῖ κανεὶς μὲ μιὰ ἐμπεριστατωμένη ἐθνοκοινωνιολογικὴ ἔρευνα βεβαίωσης τῆς ἱστορικῆς ἐμπειρίας γιὰ καταγωγικὲς ὁμοιότητες Τούρκων καὶ Γερμανῶν, φυλετικοῦ χαρακτήρα, προκειμένου νὰ κατανοηθεῖ ἡ αὐτονόητη συμμαχία τους σὲ πολέμους καὶ σὲ εἰρήνη. Εἶναι τεκμηριωμένα ἱστορικὰ πλέον τὸ δεδομένο ὅτι οἱ γενοκτονίες Ἑλλήνων καὶ Ἀρμενίων εἶχαν ἐκτελεστὲς τοὺς Τούρκους, ἀλλὰ ὀργανωτὲς Γερμανοὺς ἐπιτελικούς. Μιλᾶμε γιὰ ἀπηχήσεις συλλογικῶν ἐθισμῶν ἢ χαρακτήρων, ὄχι γιὰ τελεσίδικες ἀξιολογήσεις μεμονωμένων συμπεριφορῶν. Τὰ λόγια μου εἶναι ἱστορημένα καὶ ἀποδεικνύεται τὸ ἀληθὲς ἀπὸ τὴ σημερινὴ ἀνοιχτ φιλοτουρκικὴ στάση τῆς γερμανικῆς Καγκελαρίας. Ἡ ἀλήθεια εἶναι σύνθετη καὶ ἐπώδυνη διαδικασία.

 Γιὰ ἑκατονταετίες ὁλόκληρες οἱ Ὀθωμανοὶ ἔστελναν χιλιάδες ἀνθρώπους νὰ ταφοῦν ζωντανοί, νὰ πεθάνουν προσχεδιασμένα ἀπὸ ἀσιτία, μὲ ἀργό θάνατο ἀπὸ ψύχος καὶ καταναγκαστικὰ ἔργα. Οἱ θανατικὲς καταδίκες γιὰ ἀσήμαντη ἀφορμὴ σὲ ἡμερήσια διάταξη. Ὁ Τοῦρκος κατακτητῆς, στὴν ἐξέλιξη τοῦ αἱματηροῦ καρναβαλιοῦ τῶν μεγάλων ἐκκαθαρίσεων, ἐπέβαλε στὰ μουλωχτὰ θανατικὲς καταδίκες, καταδίκες ποὺ σήμαιναν ἐξόντωση ὁλόκληρων οἰκογενειῶν, ἐγκλεισμὸ μικρῶν παιδιῶν, ἀγοριῶν καὶ κοριτσιῶν, σὲ χαρέμια, μὲ εἰδικότατα στὸ ξερίζωμα τῆς ἐθνικῆς κουλτούρας μαζὶ μὲ τὸν ἀφανισμὸ μειονοτήτων. Ποτὲ καμμιὰ κοινωνία στὴ διαδρομὴ τῶν αἰώνων δὲν νομιμοποίησε καὶ δὲν καλλιέργησε τόσο μεθοδικὰ τὴν ἐνστικτώδη ἐπιθετικότητα τοῦ ἀτόμου ὅσο ἡ Ὀθωμανικὴ Τουρκία. Καὶ ἡ Κερύνεια, Μόρφου, Πενταδάκτυλος, Ἀμμόχωστος 1974-1984-1994-2000, αὐτὸ τὸ σφίξιμο στὴν καρδιά, αὐτὴ ἡ ἐθνικὴ ὀδύνη, ἀπὸ ποιούς; Πρὸς Θεοῦ, τὰ παιδιά μας δὲν πρέπει νὰ τὰ γνωρίζουν αὐτά, γιατὶ τραυματίζονται!

 Ἔθνη ὁλόκληρα, Ἀλβανοί, Κοσοβάροι, Βόσνιοι, ἀποϊεροποίησαν μὲ τὴ θέλησή τους τὴ συλλογικὴ συνείδησή τους καὶ ἔγιναν Μουσουλμάνοι γιὰ ἕνα πιάτο φακές. Μήπως καὶ τὸ 18% τῶν κατοίκων τῆς Κύπρου δὲν εἶναι συμπτωματικὰ! τουρκόφωνοι Ρωμιοί, βιαίως ἐξισλαμισμένοι; Ἡ ἀνατολικὴ πλευρὰ τῆς Οἰκουμένης ἔχει ἐξουδετερωθεῖ. Οἱ λαοὶ τῆς Βίβλου, καὶ οἱ κωπηλάτες τῆς Ἀργοναυτικῆς Ἐκστρατείας πέρασαν στὶς δέλτους τῆς ἱστορίας, αὐτοὶ ποὺ ἔθρεψαν γενεὲς φιλοσόφων, θρησκειολόγων, τυπογράφων, φιλολόγων, στρατιὲς περιηγητῶν καὶ ἀρχαιοφίλων, ἀρχαιοκαπήλων καὶ πάσης μορφῆς ἐραστῶν τῆς τέχνης, καλλιτεχνῶν, κινηματογραφιστῶν, ἐπιστημόνων καὶ πάσης φύσεως ἀνατόμων. Ὁ κύκλος τῆς Δημιουργίας ἔκλεισε, ἀνεπιστρεπτί, ἔχει μπαζωθεῖ, ἀπὸ τοὺς πιὸ βάρβαρους λαοὺς ποὺ συνθέτουν τὸ τουρκικὸ ἔθνος. Ἡ γραμμὴ Χάντιγκτον δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ ἰδεολόγημα κάποιου ἐπηρμένου Δυτικοῦ. Εἶναι ἕνα ὑπαρκτὸ ὅριο, τὸ ὁποῖο διαγράφει μὲ σαφήνεια καὶ διαφοροποιεῖ δραματικὰ τοὺς δῶθε καὶ τοὺς ἐκεθε.

 

(Κεφάλαιο ἀπό τήν «Ἀναστασία ἠ Χατζηραδιανή»

 

 

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Ο Αδαμάντιος Κοραής και η Ελληνική Επανάσταση

 

Της Άννας Κ. Κορνάρου –Καλαμαρά.

Στον χώρο της νεολαίας, στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών και σε θέση περίοπτη, η Ελληνική Πολιτεία έχει υψώσει τον ανδριάντα του Αδαμαντίου Κοραή. Μ’ αυτό τον τρόπο εκφράζει εύγλωττα την ευγνωμοσύνη της στον μεγάλο Διδάσκαλο του Γένους μας, παιδαγωγό της εποχής του και κορυφαίο εθνοφωτιστή και εθνεγέρτη. ΄Ηταν ο πιο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του Ελληνικού Διαφωτισμού και μάλιστα της περιόδου εκείνης, που μπορούμε να ονομάζουμε ελληνική παλιγγενεσία και που τελειώνει με τον Αγώνα του 1821. Ο Αδαμάντιος Κοραής ήταν ο άξιος πνευματικός ηγέτης του νέου Ελληνισμού. Σχεδίαζε με ακρίβεια τα θεμέλια που θα στηρίζουν την καινούργια Ελλάδα, ενώ συνάμα προέτρεπε με αποτελεσματικότητα στη δημιουργία της. ΄Ολη η ζωή του αφιερωμένη στην παιδεία και την προκοπή των Ελλήνων!

  Στη Σμύρνη γεννήθηκε, στις 17 Απριλίου του 1748, με καταγωγή από εμπορική οικογένεια της Χίου, στην οποία υπήρχε λαμπρή παράδοση ενασχόλησης με τα γράμματα. Ο από πατέρα παππούς του, Αντώνιος Κοραής, ήταν λόγιος, ιατροφιλόσοφος και ποιητής. Ο θείος του, Διαμαντής Ρύσιος, λόγιος ελληνιστής, ιεροκήρυκας, δημογέροντας και αρχαιολάτρης. Ο Αδαμάντιος, ( Διαμαντή τον φώναζαν στα παιδικά του χρόνια και με αυτό το όνομα υπέγραφε τα πρώτα του βιβλία), ανατράφηκε μέσα στα πλαίσια μιας παραδοσιακής παιδείας και ασφυκτικά συντηρητικής αγωγής. Αλλά κληρονόμησε τη βιβλιοθήκη του επιφανούς λογίου θείου του και φιλομαθής, όπως ήταν, από εκεί άντλησε τους πρώτους θησαυρούς γνώσεων, ιδίως κλασικών. Τότε ήλθε σε επαφή με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα μελετώντας με πάθος αρχαίους συγγραφείς. Αλλά και με ζήλο μάθαινε ξένες γλώσσες, τη γαλλική και την ιταλική, ασχολήθηκε δε και με την εβραϊκή. Μπορούσε να μάθει και την αραβική. Τον παρεμπόδιζε όμως το μίσος του προς τους Τούρκους, επειδή δάσκαλο της αραβικής έπρεπε να αναζητήσει ανάμεσα σε Τούρκους. Από τον πόθο δε να μυηθεί βαθύτερα στον λατινικό πολιτισμό, έμαθε και λατινικά κοντά στον ιερέα του Ολλανδικού προξενείου της Σμύρνης Βερνάρδο Κεύνο, άνθρωπο εξαιρετικής μορφώσεως, φίλο του πατέρα του. Ο Κεύνος εξετίμησε τη φιλομάθεια του Αδαμαντίου και με πατρική στοργή συντελούσε στην πνευματική του ανέλιξη βοηθώντας τον και οικονομικά σε δύσκολες εποχές. 

  Ευαίσθητος ο Κοραής, με ανεξάρτητο χαρακτήρα και ελεύθερο στοχασμό, ένιωθε να πνίγεται στη Σμύρνη ανάμεσα στους Τούρκους. Θέλει να φύγει απ’ την Ανατολή. Βλέπει ανοικτούς ορίζοντες στη Δύση. Φλέγεται απ’ την επιθυμία ανώτερης φιλολογικής μόρφωσης στα πνευματικά κέντρα της Ευρώπης, αλλά ο πατέρας του τον θέλει έμπορο. Γίνεται ένας συμβιβασμός. Σε ηλικία 24 ετών εγκαταλείπει τη Σμύρνη για να εγκατασταθεί στο ΄Αμστερνταμ της Ολλανδίας ως εμπορικός αντιπρόσωπος της εταιρείας των μεταξωτών του πατέρα του. Κρατά όμως και συστατικές επιστολές του Βερνάρδου Κεύνου προς επιφανείς Ολλανδούς ελληνιστές και άλλους επιστήμονες. Προσπαθεί να συνδυάσει τον Λόγιο με τον Κερδώο Ερμή, τα γράμματα με το εμπόριο. Γρήγορα όμως στρέφεται σε συστηματικές έρευνες και μελέτες. Συμπληρώνει τη μόρφωσή του στο ελεύθερο Πανεπιστήμιο «Αθήναιον». Μαθαίνει και την γερμανική και αγγλική γλώσσα και το 1779 επιστρέφει στη Σμύρνη και βρίσκει την οικογένειά του σε δραματική κατάσταση.

΄Εχουν ναυαγήσει οι εμπορικές υποθέσεις του πατέρα του και το σπίτι του αποτεφρώθηκε από πυρκαϊά, που κατέστρεψε πολλές συνοικίες της Σμύρνης. Μένει «άοικος και ανέστιος» ο Αδαμάντιος. Κόλαση η παραμονή του στη Σμύρνη. Τέσσερα χρόνια ζει με στερήσεις και πικρίες με μόνη παρηγοριά τις προσφιλείς του φιλολογικές μελέτες και τη συναναστροφή του με τον Ολλανδό πάστορα Βερνάρδο Κεύνο. Το όνειρό του είναι η αναχώρηση σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, ιδίως στη Γαλλία, να συνεχίσει τις μελέτες του, αλλά και να σπουδάσει την ιατρική. Τον Ιούλιο του 1782 ο Κοραής επιτέλους πείθει την οικογένειά του και εγκαταλείπει τη Σμύρνη. Δεν θα την ξαναδεί ποτέ πια στη ζωή του.

  Σπουδές στο Μομπελιέ της Γαλλίας. Στη λαμπρή ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου και πυρήνα φιλελεύθερου πνεύματος. Εκεί φοιτά και τον τιμούν με τον τίτλο του «αρίστου των Ελλήνων σπουδαστών». Διαπρέπει ως βαθύς γνώστης του αρχαίου πνεύματος. Συζητά και ερμηνεύει τα Ιπποκρατικά κείμενα. Αξιοθαύμαστες οι διατριβές του «Πυρετολογίας σύνοψις» και «ο καθ’ Ιπποκράτην ιατρός». Μετά εξαετή διαμονή στο Μομπελιέ, δεν επιστρέφει στη Σμύρνη, όπου οι φίλοι του ανέμεναν τον ιατρό. Και ποτέ δεν άσκησε το ιατρικό λειτούργημα. ΄Ομως υπέγραφε μ’ ένα αχώριστο τίτλο : «γιατρός». ΄Ηταν «ο πρώτος νεοέλληνας ιστορικός της Ιατρικής», αλλά ακολούθησε τη φύση του, το φιλολογικό του ταλέντο και την εθνολατρεία του και εγκαθίσταται στο Παρίσι (Μάιος 1788). Επαναστατικό πνεύμα ο Κοραής εκεί θα δώσει την πνευματική του μάχη για την αφύπνιση και εκπαίδευση του ελληνικού λαού.

  Είναι πια σαράντα ετών και αισθάνεται ώριμος να εγκαινιάσει τη φιλολογική του δράση με πρωτότυπες φιλολογικές συγγραφές και κριτικές εκδόσεις αρχαίων κειμένων. Αλλά γεγονότα απρόοπτα και καταιγιστικές εξελίξεις αλλάζουν τα σχέδιά του. Μικρό διάστημα μετά την εγκατάστασή του στο Παρίσι ξεσπά η Γαλλική Επανάσταση. Ζει από κοντά τον δραματικό παλμό των ιδεολογικών πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων. Γίνεται αυτόπτης μάρτυρας συγκλονιστικών σκηνών, που ξετυλίγονται στην πρωτεύουσα της Γαλλίας. Ο Κοραής καταγράφει ζωντανά και παραστατικά σε επιστολές προς τον φίλο του Πρωτοψάλτη της Σμύρνης, Δημήτριο Λώτο, τις ιστορικές στιγμές, που βιώνει. Διανθίζει τις εντυπώσεις του με την ανάπτυξη των ιδεών του για τις νέες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Μνημεία της λογοτεχνίας και της ιστορίας χαρακτηρίζονται οι επιστολές του, που μεταφρασμένες αργότερα στη γαλλική και αγγλική γλώσσα απετέλεσαν έκπληξη στην Ευρώπη και στη Γαλλία.

  Ο μεγάλος σοφός όμως κατά τα έτη της Γαλλικής επανάστασης στο Παρίσι ζει σε έσχατη πενία. «Λεπτή και νοσηρή κράση» βασανίζεται από ασθένειες. Βλέπει να φτάνει το τέλος του. Συνέρχεται και αποδίδει τη βελτίωση της υγείας του στη Θεία Πρόνοια. Τον ενισχύουν Γάλλοι λόγιοι, που εκτιμούν τη σοφία του ή εξοικονομεί τα απαραίτητα μεταφράζοντας ιατρικά συγγράμματα κατ’ εντολή ξένων εκδοτών. Κι όμως σ’ αυτή τη δεινή κατάσταση δεν κάμπτεται ο ενθουσιασμός του για τις δημοκρατικές ιδέες, το μίσος του κατά των τυράννων και η ελπίδα για την απελευθέρωση του ΄Εθνους του. Από τότε γράφει, νουθετεί και επιδιώκει να διεγείρει στις ψυχές των Ελλήνων το πάθος για την ελευθερία. 

Και όταν τα πολεμικά γεγονότα της Γαλλίας μεταφέρονται στη Μεσόγειο και αντηχούν οι θρίαμβοι του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στη Ιταλία, ενθουσιάζεται με την ιδέα ότι πλησιάζει η ώρα της απολύτρωσης των Ελλήνων. Τότε όμως ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων ΄Ανθιμος, πιθανώς κατ’ εντολή της Πύλης, εκδίδει φυλλάδιο με τίτλο «Πατρική διδασκαλία». ΄Ηταν ένα κήρυγμα δουλικής υποταγής «εις την υψηλήν βασιλείαν των Οθωμανών» και λίβελλος κατά των Γάλλων. Στο φυλλάδιο αυτό, που διασκορπίστηκε στην Ελλάδα με φροντίδα των τουρκικών αρχών, καταδικάζονται οι ιδέες της Γαλλικής επανάστασης ως αντιχριστιανικές, οι διακηρύξεις περί ελευθερίας θεωρούνται κατασκεύασμα του διαβόλου «διά να κατακρημνίση τους λαούς εις την απώλειαν και ακαταστασίαν» και συνιστάται στους ΄Ελληνες «κλείσατε τα αυτία σας και μη δώσετε καμμίαν ακρόασιν εις ταύτας τας νεοφανείς ελπίδας της ελευθερίας (…) φυλάξατε στερεάν την πατροπαράδοτόν σας πίστιν και, ως οπαδοί του Ιησού Χριστού, απαρασάλευτον την υποταγήν εις την πολιτικήν διοίκησιν (των Οθωμανών)…».

   Ο Κοραής διαβάζοντας την «Πατρική Διδασκαλία» εκπλήσσεται, αγανακτεί και αποφασίζει να αφυπνίσει το ΄Εθνος του και να το υποκινήσει σε επανάσταση. Εκδίδει το 1798 φυλλάδιο με τίτλο «Αδελφική Διδασκαλία». Καταστηλιτεύει την «εθελοδουλεία», κηρύσσει εθνική αντίσταση, αναιρεί με μαχητικότητα και δεινή επιχειρηματολογία τις ιδέες της «Πατρικής Διδασκαλίας», την οποία θεωρεί ότι ψευδώς αποδίδεται στον Πατριάρχη και την θεωρεί ως έργο κάποιου εχθρού του Γένους και της θρησκείας. Στηριζόμενος δε σε χωρία των Ευαγγελίων και των Αποστόλων θέλει να αποδείξει ότι η ελευθερία είναι δώρο του Θεού και όχι έργο του διαβόλου.

  Και δεν παραλείπει ο εθναπόστολος να υπενθυμίσει στους αναγνώστες του ότι τις ημέρες που έγραφε και τύπωνε την «Αδελφική Διδασκαλία» η Αυστρία είχε παραδώσει «εις τον Τύραννον της Ελλάδος οκτώ Γραικούς, οι οποίοι εν Βιέννη τη Αουστρίας εζήτουν ησύχως τα αρμόδια μέσα του να φωτίσωσι και από τον ζυγόν της δουλείας να ελευθερώσωσι τους ιδίους ομογενείς». ΄Ηταν ο Ρήγας και οι εφτά από τους συντρόφους του που είχαν παραδοθεί μαζί του στον πασά του Βελιγραδίου για να σταλούν στην Κωνσταντινούπολη. «΄Ισως ταύτην την ώραν, καταβαίνει εις τας ιεράς των κεφαλάς η μάχαιρα του δημίου, εκχέεται το γενναίον ελληνικόν αίμα από τας φλέβας των, και ίπταται η μακαρία ψυχή των… Αλλά του αθώου αυτού αίματος η έκχυσις αύτη, αντί του να καταπλήξη (=καταπτοήση) τους Γραικούς, θέλει μάλλον τους παροξύνει εις εκδίκησιν»…

  Εν τω μεταξύ ο Ναπολέων επιχειρεί την εκστρατεία στην Αίγυπτο, ο Σουλτάνος παρορμώμενος από την Αγγλία και Αυστρία κηρύσσει τον πόλεμο κατά της δημοκρατικής Γαλλίας, ενώ ο Κοραής γνωρίζει πως στην Ελλάδα επικρατεί επαναστατικός αναβρασμός, υποκινούμενος από Γάλλους πράκτορες. Συνεπαρμένος από την ιδέα ότι ο Ναπολέων πολεμά εναντίον των Μουσουλμάνων και γνωρίζοντας ότι στη στρατιά του συμμετέχει και μικρό σώμα Ελλήνων πολεμιστών γίνεται Τυρταίος και γράφει είδος πολεμικού παιάνα. «΄Ασμα πολεμιστήριον » το αποκαλεί και εξεγείρει τους ΄Ελληνες σε πόλεμο κατά των Τούρκων στο πλευρό των Γάλλων: «…δούλοι να΄μαστε ως πότε

των αχρείων Μουσουλμάνων

της Ελλάδος των τυράννων;

Εκδικήσεως η ώρα

έφθασεν, ω φίλοι, τώρα…

  Μετά ένα έτος εξαπολύει δεύτερο επαναστατικό φυλλάδιο με τίτλο: « Σάλπισμα πολεμιστήριον». Είναι μια φλογερή πολεμική ιαχή για εξέγερση. Αλλά η εξέλιξη των πολιτικών ζητημάτων δεν ευνοεί ενθουσιώδεις επαναστατικές παρορμήσεις. Η Γαλλική επανάσταση έχει χάσει την αρχική της μορφή. Το αυτοκρατορικό καθεστώς του Ναπολέοντα κυριαρχεί στην Ευρώπη και τα απολυταρχικά καθεστώτα θέλουν να προβάλουν τον δεσποτισμό τους για τη διακυβέρνηση των λαών. «Λατρεύω την ελευθερίαν» γράφει τότε « αλλά θα ΄θελα να την βρίσκω πάντοτε θρονιασμένη ανάμεσα στη δικαιοσύνη και τον ανθρωπισμόν. Ελευθερία χωρίς δικαιοσύνη είναι καθαρά ληστεία». Εξάλλου επηρεασμένος από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, παρατηρούσε με διαύγεια πως «οι τύραννοι αποστρέφονται τα φώτα και επινοούν τρόπους παντοίους να τα σβέσωσιν ολότελα». Και επέμενε ότι «διά μόνης της αληθινής παιδείας αποκτάται η αληθινή ελευθερία».

 

  Ο διορατικός Κοραής βλέπει πια πως καμιά ευρωπαϊκή Δύναμη δεν μπορεί να βοηθήσει στην απελευθέρωση του ΄Εθνους του. Οι ΄Ελληνες πρέπει να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις. Να συνειδητοποιήσουν το ένδοξο παρελθόν τους, να αναβαπτιστούν στην παράδοσή τους και αν με την πνευματική τους αναγέννηση αποκτήσουν πολιτική ωριμότητα, θα επιτύχουν και την πολιτική τους αναγέννηση. Σε κάθε ευκαιρία ο ίδιος αγωνίζεται να διαφωτίσει το ευρωπαϊκό κοινό για την κατάσταση του σύγχρονου Ελληνισμού.

 

  Το 1803 εκφωνεί στη γαλλική, ενώπιον Γάλλων σοφών και λογίων, βαρυσήμαντο Υπόμνημα «Περί της παρούσης καταστάσεως του πολιτισμού εν Ελλάδι», το κυκλοφορεί δε σε φυλλάδιο στη Δυτική Ευρώπη. Πρόκειται για την πρώτη πραγματική «διαφώτιση» του Ευρωπαϊκού κοινού για τη σύγχρονη Ελλάδα και προξενεί τεράστια εντύπωση στους πνευματικούς ανθρώπους. Εκθέτει με επιχειρήματα πως ο νέος Ελληνισμός αφυπνίζεται από το σκοτάδι της δουλείας και είναι σε πορεία ακμής. Ιδρύονται και λειτουργούν σχολεία στην Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, συντελείται οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των Ελλήνων, με διεσπαρμένους πραγματευτές στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Ενημερώνει για τη ναυτική ακμή της ΄Υδρας και την οικονομική ευημερία των Χίων συμπατριωτών του.

Περιγράφει την αξιοθαύμαστη ζωή των Σουλιωτών, επαινεί τους Μανιάτες και ασκεί σθεναρή πολεμική εναντίον Ευρωπαίων περιηγητών της Ανατολής, που γράφουν συκοφαντικές κριτικές για τους ΄Ελληνες. Οραματιστής των μεγάλων ιδανικών της πατρίδας του αναστατώνει τον κόσμο μέσα απ’ το δωμάτιό του στο Παρίσι. Παράλληλα με τα εθνεγερτικά φυλλάδια εγκαινιάζει τη φιλολογική του παραγωγή. Εκδίδει τους επιφανέστερους αρχαίους ΄Ελληνες συγγραφείς με κριτικές σημειώσεις και Προλεγόμενα στην Ελληνική γλώσσα. Στόχος του: να διδάξει και να φρονηματίσει το Γένος του. Το έργο αυτό απαιτούσε κατά τον Καθηγητή Απ. Δασκαλάκη «πρωτοφανούς εκτάσεως σοφίαν, μακροχρόνιον προεργασίαν και χαλκέντερον φιλοπονίαν». Δεκάδες ογκώδεις τόμοι εκδίδονται. Τεράστιες οι δαπάνες. Πώς να τις αναλάβει ο πάμφτωχος Κοραής; Φλογεροί πατριώτες και θαυμαστές του τον συντρέχουν, όπως οι πλούσιοι έμποροι που ζούσαν στο εξωτερικό, οι Ηπειρώτες αδελφοί Ζωσιμάδες και οι Χίοι συμπατριώτες του επιχειρηματίες.

Το έργο του γίνεται γνωστό παντού. Η ελληνική παροικία των Παρισίων, αποτελούμενη κυρίως από σπουδαστές και διανοούμενους, πανηγυρίζει. Ο Κοραής θεωρείται αυθεντία στα θέματα της αρχαίας φιλολογίας. Η φήμη του ως μεγάλου φιλολόγου υψώνεται στον πνευματικό ορίζοντα της Ευρώπης. Και δεν σταματά να εκδίδει πραγματείες, φιλολογικές μελέτες, να απευθύνει χιλιάδες επιστολών σε συμπατριώτες και φίλους, παραινέσεις και κατηχήσεις προς το ΄Εθνος, αλλά και μελέτες γλωσσικές.

  Γράφει ο Καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης « Ο Κοραής φλεγόταν από έρωτα παιδείας, πίστη φιλοπατρίας, φρόνημα δημοκρατικό και πάθος για τη γλώσσα μας [..].Συνδέει άρρηκτα τη γλώσσα με την παιδεία, διά της οποίας προσδοκά το φωτισμό του Γένους και την ανάστασή του από τον τουρκικό ζυγό». Ο μεγάλος στοχαστής της Ελληνικής γλώσσας, ο Κοραής, θεωρεί τη γλώσσα εθνική υπόθεση. Μαχητικός και επιθετικός, πρώτος από τους επιστήμονες, κήρυξε την ανάγκη η «κοινή γλώσσα» δηλ. ο προφορικός λόγος να αναχθεί σε επίσημη γλώσσα του ΄Εθνους, φράζοντας έτσι τον δρόμο στους νεοαττικιστές, που ήθελαν ως ελληνική γλώσσα (προφορική και γραπτή) μια αρχαϊζουσα κακόζηλη απομίμηση της αρχαίας ελληνικής. Ο εμπνευσμένος παιδαγωγός ήθελε επίσημη «Την κοινήν γλώσσαν, την ποίαν εθηλάσαμεν με το μητρικόν γάλα (…). Η γλώσσα είναι κτήμα όλου του ΄Εθνους και κτήμα ιερόν».

  Αλλά πώς έβλεπαν τον μεγάλο Διδάσκαλο και εθνεγέρτη οι σύγχρονοί του; Κατά τον Κ.Θ. Δημαρά προσέξτε πώς περιγράφει τον Κοραή ένας νέος θαυμαστής του λίγο πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821: «αυτός ο άνθρωπος έχει απλότητα νηπίων και ζωηρότητα νεανίσκων, ομοιάζει τω όντι τους παλαιούς της Ελλάδος σοφούς` τους φιλογενείς, τους ευεργέτας της πατρίδος θεωρεί υπεραδελφούς και πατέρας` κάθε καλόν εις το γένος τον κάμνει να πηδά από την χαράν του και ο θρίαμβος της κακίας τον κάμνει να νεκρώνεται` διά τον εαυτόν του δεν ζη καθόλου` την πατρίδα του πάντα μελετά και υπέρ αυτής αναπνέει». 

Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης τον βρίσκει στα 73 του χρόνια. Δεν ήταν μυημένος στο έργο της Φιλικής Εταιρείας, ούτε περίμενε πως τόσο σύντομα επρόκειτο να κηρυχθεί ο Αγώνας της ελευθερίας των Ελλήνων. Πίστευε ότι το ΄Εθνος έπρεπε να ωριμάσει και έβλεπε τις συνθήκες κατάλληλες τουλάχιστον μετά μία τριακονταετία. ΄Ηταν πεποίθηση του πως έπρεπε πρώτα να μορφωθεί ο λαός κι αυτό θα έπαιρνε πολλές δεκαετίες. Για τον σκοπό αυτό παρακινούσε πλούσιους ΄Ελληνες να ιδρύουν Σχολεία σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Το ΄Εθνος έπρεπε πρώτα να αναγεννηθεί πνευματικά, για να ακολουθήσει η πολιτική του αναγέννηση. Και επειδή ο Κοραής, χωρίς να γερνά πνευματικά, διέθετε τον εαυτό του φρονηματίζοντας τις νέες ελληνικές γενεές, εκπλήσσεται μόλις πληροφορείται την έκρηξη της Επανάστασης και φοβάται μήπως ευθύνεται ο ίδιος και μήπως - με τις φιλελεύθερες κατηχήσεις και παρορμήσεις του για μίσος κατά των τυράννων- έριξε το ΄Εθνος ανώριμο στον Αγώνα.

Κι όμως δεν απογοητεύεται, αλλά δέχεται ως τετελεσμένο γεγονός την έκρηξη της Επανάστασης και αποφασίζει να διαθέσει όλες του τις δυνάμεις στην υπηρεσία της αγωνιζόμενης Πατρίδας του. ΄Ένα μόνο τον θλίβει ότι δεν μπορεί να πολεμήσει. Το 1821 γράφει: «είκοσι έτη ηλικίας ολιγώτερα αν είχα ούτε θεοί ούτε δαίμονες ήθελαν μ΄ εμποδίσει». Θα αγωνιστεί, όμως, όπως και ο εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός, με την πένα του σοφού που την πυρακτώνει ο πατριωτικός του ζήλος. Θέλει να εμψυχώσει τους συμπατριώτες του, και να τους νουθετήσει να ακολουθήσουν τη σωστή πολιτική γραμμή.

 Συνεχίζοντας τώρα την εκδοτική του δραστηριότητα, εκδίδει κείμενα που θεωρεί ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν άμεσους εθνικούς σκοπούς, ηθικά και πολιτικά. Ο ίδιος γράφει τότε: « αν ήτο δυνατόν εις την φύσιν αυτήν του πράγματος και εις την χρηματικήν μου κατάστασιν ήθελα δημοσιεύσει ενταυτώ όλους τους ηθικούς και πολιτικούς συγγραφείς». Τώρα θα εκδώσει Πολιτικά από τον Αριστοτέλη, από τον Ξενοφώντα, τον Πλάτωνα, τον Λυκούργο, πάλι Πλούταρχο, Αρριανό κ.ά. με Προλεγόμενα σε διαλογική μορφή, για να καταστήσει τον λόγο παραστατικό και πειστικό με τη χρήση ρητορικών σχημάτων. Στόχος του: η πολιτική, ηθική και κοινωνική διαπαιδαγώγηση της αναγεννώμενης Ελλάδας. Γράφει ακούραστα παρά το βάρος των χρόνων και την επιδείνωση της υγείας του, για να καταστήσει το ΄Εθνος του άξιο και ικανό να γευθεί τα αγαθά της ελευθερίας. Οι εκδόσεις αυτές χρηματοδοτούμενες και πάλι από ΄Ελληνες του εξωτερικού στέλνονται κατά εκατοντάδες στην επαναστατημένη Ελλάδα να διαβάζουν οι μορφωμένοι ΄Ελληνες, αλλά και να διδάσκονται οι μαθητές στα ιδρυόμενα σχολεία.

  Και με επιστολές και προσωπικές παραστάσεις εργάζεται για την ενίσχυση του Φιλελληνισμού. Αλληλογραφεί με κορυφαίους ξένους υποστηρίζοντας τα δίκαια του Αγώνα των Ελλήνων. Και με τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ Τόμας Τζέφερσον αλληλογραφεί κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και συμβάλλει στη δημιουργία Φιλελληνικών Οργανισμών για τη στήριξή της. Δίνει οδηγίες, κρίνει και επικρίνει επίκαιρα προβλήματα της Ελλάδας, νουθετεί και διδάσκει. Τον διακατέχει πάθος «θεόσδοτο» να πυροδοτήσει τις ψυχές υπέρ του Αγώνα.«…εκδίδει παραινέσεις ως διαταγάς σχεδόν ακουομένας εις τόπους κατά τριακοσίας λεύγας απέχοντας και δι’ αυτών κλονίζει πεποιθήσεις και καρδίας και μάλιστα συντείνει εις το να διασείσει τα θεμέλια της παλαιάς Τουρκικής επικρατείας» (Π.Αρυρόπουλος). Κανένα δημόσιο λειτούργημα δεν του επιβάλλει τέτοια αποστολή κι όμως «στον Κοραή προσβλέπουν λόγιοι και σπουδαστές, δάσκαλοι και εφοροεπίτροποι σχολείων, πρόκριτοι και ιεράρχες, βαθύπλουτοι ομογενείς που ενισχύουν τις εκδόσεις του, ακόμη και εξέχοντες Φαναριώτες και κύκλοι του Πατριαρχείου» (Λ. Βρανούσης ). Τόση δύναμη επιρροής!

  Αλλά τον βασανίζει η διχόνοια των πολιτικών και στρατιωτικών αρχηγών του Αγώνα. Το 1825, όταν ήταν σε έξαρση η εμφύλια διαμάχη, έγραφε ότι ο αγώνας άρχισε «προ του πρέποντος». «Ελευθερώσαμεν την ελληνικήν γην από τους Τούρκους, αλλά και πόσοι και ποίοι εξ ημών ελευθέρωσαν και τας ψυχάς των από τα μιαρά των Τούρκων φρονήματα;». Απευθύνει επιστολές στους αγωνιστές. Τους εξορκίζει να εγκαταλείψουν τα αδελφοκτόνα πάθη και «να συνεργασθούν όλοι αδελφικώς διά την ελευθερίαν του γένους των». Οι επιστολές γραμμένες με αυθόρμητη διάθεση και αβίαστη έκφραση των συναισθημάτων του μπορούν να χαρακτηριστούν ως τα πιο υψηλά δείγματα ελληνικού πατριωτισμού. Επιστολές κατά τη διάρκεια του Αγώνα στέλνει ο Κοραής και στους προεστώτες της Πελοποννήσου, στους Υδραίους, στους απανταχού Χίους, στον Τομπάζη, τον Αλ. Μαυροκορδάτο, τον Γ. Κουντουριώτη, τον Οδ. Ανδρούτσο, τον Πολυζωϊδη και άλλους ΄Ελληνες. Γράφει πολυσέλιδες επιστολές με επιχειρηματολογία και παράθεση παραδειγμάτων, από την προγονική ιστορία, για το καλό και το κακό, κάποτε και σε έντονο ύφος με επιτίμηση ή επαίνους.

Ο ερημίτης των Παρισίων «ο σοφός γέρων Κοραής», όπως τον αποκαλούσαν, ασκούσε τεράστια επίδραση στον αγωνιζόμενο ελληνικό κόσμο. Από πού; Από το πενιχρό του γραφείο, όπου έμενε κλεισμένος νύχτα και μέρα έχοντας μόνο στο νου του την Ελλάδα. Η κραυγή της πυρωμένης από τον έρωτα της λευτεριάς καρδιάς του έφθανε ως τα πέρατα του Ελληνισμού. Το όνομά του αντηχούσε στις συνελεύσεις και τα στρατόπεδα των Ελλήνων «ως σύμβολον του αγώνος». Τον σέβονταν και τον θαύμαζαν οι αγωνιστές κι ας μην γνώριζαν καν γραφή και ανάγνωση, ούτε είχαν ιδέα του περιεχομένου των συγγραμμάτων του, αλλά λάτρευαν το όνομά του. Οι Μεσολογγίτες δίνουν το όνομά του σ’ ένα πύργωμα. Ο λαϊκός ποιητής Τσοπανάκος, ο Τυρταίος της Επανάστασης, έψαλλε τρέχοντας μέσα στα ελληνικά στρατεύματα κατά τις ώρες των μαχών:

Πλέον δεν έμεινεν ελπίς

Καθώς το γράφει ο Κοραής

Κάλλιο ο θάνατος με βία

Κι όχι πλέον τυραννία…

 

  Αλλά περισσότερο από κάθε άλλη αναφορά, αποτελεί ένδειξη της ευγνωμοσύνης του ελληνικού ΄Εθνους προς τον Αδαμάντιο Κοραή για το μέγεθος των υπηρεσιών του υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων ο ακόλουθος χαιρετισμός, που ψήφισε η Γ΄ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα στις 9 Απριλίου 1827, ενώ ακόμη εξελίσσεται η Ελληνική Επανάσταση.

Αριθμ.126 Προς τον σοφόν Αδαμάντιον Κοραή

«Η Ελλάς σε συγχαίρει, άριστε συμπολίτα, χαίροντα δια την ανάστασιν αυτής. Ευγνωμονεί ευεργετηθείσα ευεργεσίαν ανεκτίμητον ένεκα των αρίστων συγγραμμάτων σου. Ο προς την παιδείαν έρως των Ελλήνων επήγασεν από τα φώτα, όσα προ τινων χρόνων ενέσπειραν εις τας καρδίας των τα Προλεγόμενά σου, από τα βιβλία, όσα ήγειραν αι σοφαί συμβουλαί σου. Τοιούτων αγαθοποιών αιτιών αποτελέσματα είναι τα εκ της ελευθερίας αγαθά, όσα οι συμπολίται σου απολαύουν την σήμερον` τοιαύτα ανεκτίμητα αγαθά είναι άξια ευγνωμοσύνης των γενεών και των αιώνων. Το ελληνικόν έθνος συνηγμένον εις την Γ΄ Εθνικήν Συνέλευσιν διά τα μεγάλα του συμφέροντα σε προσφέρει το σέβας και την εκ μέσης καρδίας αγάπην του` αλγεί αισθανόμενον ότι δεν ημπορεί να κατασπασθεί την ιεράν σου κορυφήν` καταφιλεί όμως τα χρυσά σου λόγια, τα σοφά σου κηρύγματα` συνομιλεί με τα βιβλία σου και φωτίζει το πνεύμα και την καρδίαν του ευχόμενον να μην παύσης του να κοινοποιείς τα αγαθά σου φρονήματα εις τους συμπολίτας σου, συμβουλεύων τα κοινά συμφέροντα. Είθε ζης υγιαίνων, σεβασμιώτατε γέρων, της ελευθερίας υπέρμαχε».

  Μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 6 Απριλίου 1833, ο Αδαμάντιος Κοραής εργαζόμενος με νεανική ορμή δεν παύει να ενδιαφέρεται για τις αποφάσεις των μεγάλων Δυνάμεων ως προς τα τελειωτικά όρια του ελληνικού κράτους, για την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων, για την τύχη των περιπλανωμένων Χίων, για τη διανομή βιβλίων στα ελληνικά σχολεία, για τα όσα έγραφαν εχθροί ή φίλοι περί της Ελλάδας. Είχε κλείσει μέσα στην ψυχή του για πάντα την Ελλάδα κι ας έμενε στην αγαπημένη εξ ίσου με την πατρίδα, «πεφιλημένη ίσα τη πατρίδι γη των Παρισίων», όπου ετάφη. Τα οστά του αργότερα μεταφέρθηκαν στην Πατρίδα μας και κείνται σε μεγαλοπρεπές μνημείο στο Α΄ Νεκροταφείο των Αθηνών. Σήμερα ο Αδαμάντιος Κοραής, ο παιδαγωγός του νεοελληνισμού, «ο Σωκράτης της Ελληνικής νεολαίας», όπως τον είπαν για το αδιάκοπο ενδιαφέρον του προς τους νέους, κάθεται «μαρμαρωμένος» στην ιερότητα του χώρου και του χρόνου, εκεί στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ατενίζει την πολιτική και πνευματική αναγέννηση των Ελλήνων και εύχεται, όπως έγραψε ο ξενιτεμένος σοφός:

«Ποθεινή Πατρίς, ευτύχει» !

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Ἡ Χώρα μας, ὁ χῶρος μας· καημὸς ἀνθρώπινος καὶ καημὸς ἱστορικός.

 

Τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

 «ξόριστε Ποιητή, στὸν αἰώνα σου λέγε, τί βλέπεις;

 Χρόνους πολλοὺς μετὰ τὴν μαρτία ποὺ τὴν εἴπανε Ἀρετὴ μέσα στὶς ἐκκλησίες καὶ τὴν εὐλόγησαν. Λείψανα παλιῶν ἄστρων καὶ γωνιὲς ἀραχνιασμένες τ' οὐρανοῦ σαρώνοντας ἡ καταιγίδα ποὺ θὰ γεννήσει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ τῶν ἀρχαίων Κυβερνητῶν τὰ ἔργα πληρώνοντας ἡ Χτίσις, θὰ φρίξει. Ταραχὴ θὰ πέσει στὸν Ἅδη, καὶ τὸ σανίδωμα θὰ ὑποχωρήσει ἀπὸ τὴν πίεση τὴ μεγάλη τοῦ ἥλιου. Ποὺ πρῶτα θὰ κρατήσει τὶς ἀχτίδες του, σημάδι ὅτι καιρὸς νὰ λάβουνε τὰ ὄνειρα ἐκδίκηση. Καὶ μετὰ θὰ μιλήσει, νὰ πεῖ: ἐξόριστε Ποιητή, στὸν αἰώνα σου λέγε, τί βλέπεις;

- Βλέπω τὰ ἔθνη, ἄλλοτες ἀλαζονικά, παραδομένα στὴ σφήκα καὶ στὸ ξινόχορτο.

- Βλέπω τὰ πελέκια στὸν ἀέρα σκίζοντας προτομὲς Αὐτοκρατόρων καὶ Στρατηγῶν.

- Βλέπω τοὺς ἐμπόρους νὰ εἰσπράττουν σκύβοντας τὸ κέρδος τῶν δικῶν τους πτωμάτων.

- Βλέπω τὴν ἀλληλουχία τῶν κρυφῶν νοημάτων..

  σιμὰ ἡ μέρα ὅπου τὸ κάλλος θὰ παραδοθεῖ στὶς μύγες τῆς Ἀγορᾶς. Καὶ θὰ ἀγαναχτήσει τὸ κορμὶ τῆς πόρνης, μὴν ἔχοντας ἄλλο τι νὰ ζηλέψει. Καὶ θὰ γίνει κατήγορος ἡ πόρνη σοφῶν καὶ μεγιστάνων, τὸ σπέρμα ποὺ ὑπηρέτησε πιστά, σὲ μαρτυρία φέρνοντας. Καὶ θὰ τινάξει πάνουθέ της τὴν κατάρα, κατὰ τὴν Ἀνατολὴ τὸ χέρι τεντώνοντας καὶ φωνάζοντας:

 ξόριστε Ποιητή, στὸν αἰώνα σου λέγε, τί βλέπεις;»

  (ξιον στίν, Ἐλύτης ὁ Μέγας).

 

 Μετρῶντας καὶ μονολογῶντας, φτάνω στὰ ἀκατοίκητα μέρη τοῦ Νησιοῦ ποὺ κτίζεται ἀνηλεῶς τὰ τελευταῖα χρόνια, μὲ τὶς ἀναβαθμίδες ποὺ συγκρατοῦν τὸ χῶμα νὰ ὑποχωροῦν μὲ ρυθμοὺς καταστροφικούς, μιὰ ἐνδοχώρα ποὺ ρημάζει γεωργικά, καὶ στὴν 1193η τσιμπιὰ ἄγριας μέλισσας, συναντῶ τὸν πανάξιο Αὐτοκράτορα ωάννη Γ΄ Βατάτζη, ὁ ὁποῖος, ἀνάμεσα στὶς ἐκστρατεῖες καὶ τὰ τόσα ἄλλα κρατικὰ καθήκοντα, διέθετε χρόνο γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ αὐτοπροσώπως μὲ τὰ αὐτοκρατορικὰ κτήματα, ἔχοντας ἀποκλείσει τὶς μέλισσες. «λο τὸ βιὸς μαζὶ καὶ τὰ μελίσσια χώρια», ἔλεγε. Μὲ τὰ αὐγὰ ἀπὸ τοὺς ὀρνιθῶνες του μάλιστα ἀγόρασε διάδημα μὲ κάμποσα πετράδια γιὰ τὴ σύνευνή του καὶ τῆς τὸ προσέφερε σὲ δημόσια τελετή, ἐκθειάζοντας τὰ φέλη ποὺ παρέχει ἡ καλὰ ὀργανωμένη ἀγροτικὴ οἰκονομία.

 Ὁ δεύτερος πολιτικὸς ποὺ ἐκτίμησε καὶ ἐπιδόθηκε προσωπικὰ στὴν καλλιέργεια, τρέμοντας κι αὐτὸς τὶς μέλισσες, ἦταν ὁ ὕπατος Κιγκινάτος. Τὸ 458 π.Χ. ἀνακηρύχθηκε ἀπὸ τὴ Σύγκλητο δικτάτορας (καμμιὰ σχέση μὲ ὅ,τι κουβαλάει ὁ ὅρος σήμερα) μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ πολεμήσει τοὺς Αἰκούους, οἱ ὁποῖοι πολιορκοῦσαν τὸ στρατόπεδο τοῦ ὑπάτου Μινούκιου στὸ ὄρος Ἄλγιδο τοῦ Λατίου (τὸ σημερινὸ Castello dell’ Aglio). Ἐν σώματι οἱ συγκλητικοί, φορῶντας τὶς τηβέννους τους, πήγαν στὸν Κιγκινάτο νὰ τοῦ ἀναγγείλουν ὅτι ἀνακηρύχθηκε δικτάτορας. Τὸν βρῆκαν νὰ καλλιεργεῖ τὸ χωράφι του. Τοὺς ζήτησε νὰ περιμένουν, πήγε στὸ σπίτι του, φόρεσε τὴν τήβεννό του κι ἔπειτα βγκε νὰ μιλήσουν, ἀποδεχόμενος τὴν παράκληση. Ἀργότερα ὑπῆρξε καὶ δεύτερη κρούση γιὰ δικτατορικὸ ὁρισμό του, ἀλλὰ καθὼς κοιτοῦσε τὰ μαρούλια του, ἀπάντησε εὐθέως ἀρνητικὰ στοὺς Συγκλητικούς.

 Τό σημερινό δικό μας μάτι ἒχει θολώσει, τὰ κάναμε ὅλα δυσδιάκριτα, δὲν βλέπουμε, ἐθελοτυφλοῦμε, ὑποκρινόμαστε πὼς δὲν βλέπουμε, πουλᾶμε τὰ πάντα ὅσο κι ὅσο, ξεπουλᾶμε τὴν Πατρίδα μας γιὰ ἕνα κομμάτι ψωμί· ἄλλοι πλουτίζουν ποντάροντας στὴ φθορὰ καὶ ὄχι στὴν ὀμορφιὰ τοῦ τόπου μας, ἀπειλεῖται ἡ φύση μας, τὰ λείψανα μας, καὶ ἐμεῖς «πέρα βρέχει».

 Πάει ἡ εὐθύτητα καὶ ἡ εὔγλωττη συστολὴ ποὺ χαρακτήριζε τὸ ἀνώνυμο πλῆθος· ἡ τσίπα ποὺ διέκρινε τὶς κινήσεις, τὶς ματιές, τὸν χαιρετισμό, τὶς φιλοφρονήσεις, τὶς συμπεριφορές. Πᾶνε οἱ αὐλὲς μὲ τὶς ροδιὲς καὶ οἱ καλοὶ οἱ φίλοι, τὸ ἀνεπιτήδευτο φυσικὸ καὶ κοινωνικὸ περιβάλλον, οἱ παραδοσιακοὶ ἔμποροι.

 Ὁ ντόπιος ἔγινε μοντέρνος καταναλωτὴς σὲ ὅλα του. Ὁ ξένος ἔγινε παντοῦ τουρίστας, ἀκόμη καὶ ὁ προσκυνητής (τὸ ἴδιο αἰσθάνεται καὶ ὁ ἴδιος), ἡ δὲ τουριστικὴ βιομηχανία ἀποδείχθηκε ἡ πιὸ ὕπουλη μορφὴ βίας. Ἀγέρωχοι, ἀκατάδεκτοι, ἄτεγκτοι καὶ ἄδικοι, δὲν προλαβαίνουμε νὰ ἀφουγκραστοῦμε τὴν ἀνάσα τῶν ἐκποιημένων. Ἐξ ἄλλου μόνο ὁ ἑαυτός μας μετράει.

 Μπορεῖ νὰ μὴν ἔχουμε τὸ χάρισμα τοῦ λόγου τοῦ Ἐλύτη καὶ τὴ διεισδυτικὴ ματιά του, ἀλλὰ ποιός δὲν βλέπει μὲ τὰ ἴδια του τὰ μάτια ὅσα καὶ ὅ,τι ὁ Μεγάλος τοῦ Ἔθνους μας; Ποιός δὲν βλέπει τὴν ἀλαζονεία, τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀναλγησία τῆς ἐξουσίας; Ποιός δὲν βλέπει πολιτικοὺς καὶ πολίτες νὰ ξεπουλᾶνε ὅσο ὅσο τὴν «πατρίδα» τους, τὴν πατρίδα μας, γιὰ ἐφήμερες δόξες καὶ ἐφήμερες ὑλικές ἀπολαύσεις;

   Στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Πατρίδας ἐπιφανεῖς Ἐφιάλτες ἔχουν στερεωθεῖ στὶς συνειδήσεις σὰν ἰνδάλματα. Ἀπὸ τοὺς 300 οἱ 48 εἶναι γόνοι ἄμεσοι πολιτικῶν «τζακιῶν», μέ ἂγνωστο ἀριθμό ἐρωτικῶν συντρόφων, μὲ ἐμᾶς νὰ ἡδονιζόμαστε μὲ τὸ «σασπὲνς» τοῦ ἐθνικοῦ μας τζόγου: Πῶς «τὴν ἔφερε» ὁ δικός μας στὸν ἀντίπαλο, καὶ μὲ ποιὸ τέχνασμα ὁ ἕνας ἐξουδετέρωσε τὴν πονηριὰ τοῦ ἄλλου.  

   Ἀπλοϊκὰ σημεία: Σὲ ἕνα κράτος μὲ καλὴ ἀνάγνωση τῆς Ἱστορίας του, ὅλα τὰ τιμαλφὴ ἀφιερώματα στὶς ἐκκλησίες, καὶ εἶναι ἀξίας δισεκατομμυρίων εὐρώ, θὰ ἐκποιοῦντο, οἰ δισεκατομμυριοῦχοι μας θά ἀναλάμβαναν μεγάλο μέρος τοῦ στρατιωτικοῦ ἐξοπλισμοῦ, ὅλοι οἱ ἄγαμοι κληρικοὶ θὰ παραιτοῦντο τουλάχιστον ἀπὸ τὸ μισό τοῦ μισθοῦ τους, οἱ βουλευτὲς θὰ νομοθετοῦσαν τὴν ἀποζημίωσή τους στὰ 2000 εὐρὼ μηνιαίως, καὶ οἱ συνταξιοῦχοι θὰ παραχωροῦσαν τὰ ἀναδρομικά τους πρὸς ἐνίσχυση τῆς ἀμυντικῆς μας ἰκανότητας, ἀντὶ νὰ ἐκλιπαροῦμε γιὰ τὴν ἄμυνα τῆς πάτριας γῆς καὶ θάλασσας ἀπὸ διεθνεῖς προσχηματικοὺς ὀργανισμοὺς καὶ ἀποδεδειγμένης ἀναξιοπιστίας κυβερνήσεις.

Δέστε τοπικά. Ἡ τερατώδης καταστροφὴ καὶ ὁ βανδαλισμὸς τοῦ πάγκαλου   τοπίου, μοναδικοῦ στὸν κόσμο, δὲν μετράει. Ὁ ἀφανισμὸς καὶ ἡ ἀπαξίωση τῆς διαχρονικῆς ἀρχιτεκτονικῆς σοφίας τοῦ ντόπιου δὲν λογαριάζεται. Ἡ βαρβαρικὴ ἀγλωσσία, ἡ ἀποκοπὴ ἀπὸ ἐθισμοὺς καὶ ἐκφραστικὴ καλλιέπεια δὲν ἐνοχλεῖ κανέναν μας πλέον. Τὸ ξεπούλημα κάθε κοινωνικοῦ πλούτου σὲ ἀδίστακτους μαφιόζους οὔτε. Τσακίστε τὰ καΐκια σας τοπικά, Αἰγιῶτες θὰ ἀποζημιωθεῖτε, ξεριζῶστε τὶς ἐλιές σας, θὰ ἀνταμειφθεῖτε, ξεπατῶστε τὰ ἀμπέλια σας, θὰ ἔχετε τὰ συγχαρητήριά μας, ἐγκαταλεῖψτε τὶς καλλιέργειές σας, θὰ σᾶς ἐπιβραβεύσουμε ἁπλόχερα. Μήν φορτώνουμε τό ρήμαγμα τῆς ἐνδοχώρας στά κατσίκια…

 Θυμίζω ὅτι μιλάω γιὰ τὴν Ἑλλάδα, τὴν Πατρίδα μας, αὐτὴν τὴ σαδιστικὰ καὶ διαστροφικὰ ἀτιμασμένη χώρα, τὴ λεηλατημένη ἀπὸ κάθε ἀξιοπρέπεια καὶ αὐτοσεβασμό. Ὅμως ὅταν πληγώνονται οἱ τόποι, τὰ μυαλὰ σαλεύουν καὶ αὐτά, ὁ ἄνθρωπος περνάει στὴν παράνοια, στὴ σχιζοφρένεια, δὲν διαταράσσονται μόνο οἱ ἀξίες. Ὁ τόπος δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅ,τι μπαζώνεται ἀνεξέλεγκτα μὲ κερδοσκοπικὸ χαρακτήρα μπαζώνει καὶ ἐμᾶς μαζί του, ἀφοῦ ἀλλοιώνεται ὁ ἴδιος ὁ ψυχισμός μας, ἡ αἰσθητική μας, ἡ εὐαισθησία μας.  

 Ὑπάρχει ἕνας συλλογικὸς ἀποσυντονισμὸς ὀφειλόμενος στὴ χύδην κατάσταση ποὺ ὑπονομεύει τὴ Χώρα μας καὶ τὴν ποιότητα ζωῆς. Ἰδίᾳ μᾶς ἀπωθεῖ ἡ νεοεκκλησιαστικὴ αἰσθητικὴ καὶ ὁ χρυσομπογιατισμένος ἐκχυδαϊσμὸς τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας. Πανελλαδικὰ πλέον οἱ δεσποτοπαπάδες, ἀντὶ «πινακίου φακῆς», κατάντησαν ἀργυρώνητοι ὑπηρέτες τῶν πολιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν συμφερόντων, ἀρεσκόμενοι νὰ συναγελάζονται μόνο μὲ ὑψηλὰ ἱσταμένους τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς ζωῆς τοῦ τόπου.

Ὁ μαγνητισμὸς ποὺ ἀσκεῖ πάνω στὸν κλῆρο ἡ ἀνομία, ἡ ἐκμετάλλευση δὲν ἔχει ὅρια. Βλέπω τὸν ἑαυτό μου, τὰ παιδιά μου, ὅλους μας, νὰ τριγυρίζουμε μάταια σὲ ἕναν κλειστὸ ἀπὸ παντοῦ τόπο, τὸν Τόπο μας. Ἀκόμη καὶ τὸ ἐσωτερικὸ τῶν ἐκκλησιῶν στάζει πάγο. Περάσαμε στὴν ἠλικία τῆς δογματικῆς σκληρότητας, τῆς ἀκαμψίας, τῆς ἀδέκαστης στάσης τοῦ ὑπερφίαλου αἰθεροβάμονα ποὺ διατυμπανίζει τὴν «ἀλήθεια» χωρὶς νὰ σκύβει στὰ ἀνθρώπινα, ἀντὶ νὰ γινόμαστε πιὸ ὡραῖοι, πιὸ ἀνεκτικοί, ἀντὶ νὰ μαλακώνουμε, ν’ ἀνοιγόμαστε σὲ ἀνοιξιάτικες μοσχοβολιές.  Παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα μας, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, ἀνεκτίμητο ἄμφιο, οἱ  ἀγαπημένες μας (πάλι αὐτὲς οἱ γυναίκες; «πάλιν καὶ πολλάκις»), αὐτὲς ποὺ κράτησαν τὴν πίστη στα δύσκολα, πού ζεσταίνουν καὶ σήμερα «παγωμένες Ἐκκλησιές», προσευχόμενες καὶ δεόμενες: «Ὑπὲρ τῶν ἐμῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων,  πού γονατιστὲς ἀπόμερα σιγοψέλνουν σέ ἦχο βαρύ: «Καὶ τὸν πρῶτο λόγο του ὁ στερνὸς τῶν ἀνθρώπων θὰ πεῖ, ν’ ὰψηλώσουν τὰ χόρτα, ἠ γυναῖκα στὸ πλάι του σὰν ἀχτίδα τοῦ ἥλιου νὰ βγεῖ. Καὶ πάλι θὰ λατρέψει τὴ γυναῖκα καὶ θά τήν πλαγιάσει πάνου στὰ χόρτα καθὼς πού ἐτάχθη. Καὶ θὰ λάβουνε τά ὄνειρα ἐκδίκηση, καὶ θὰ σπείρουνε γενεὲς στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων!1 (ξιον στίν, Ἐλύτης ὁ Μέγας).

 Ἀδυνατῶ νὰ ἀνασυνθέσω ἱστορικὰ τὰ γεγονότα μὲ ὅ,τι βιώνουμε σήμερα. Τὰ δεδομένα μᾶς σαρκάζουν, ἀπὸ τὸ Μαίναλο ὡς τὸν Τσικνιὰ καὶ τὸ Μάτι. Οἱ σύγχρονοι Σειληνοὶ στὰ νεκροτομεῖα, στὰ τηλεοπτικὰ παράθυρα, στὰ ταμεῖα τῶν τραπεζῶν ὅπου συνωστίζονται πυρόπληκτοι καὶ «σιτοκάπηλοι», δικαιοῦχοι καὶ κλέφτες ἀπατεῶνες, γιὰ κάποια εὐρὼ ἄτομα ἀναγκεμένα, ἀλλὰ καὶ ἄτομα ποὺ κυκλοφοροῦν μὲ πανάκριβα αὐτοκίνητα, ἀρκετὰ ἀπὸ αὐτὰ μὲ πλαστὲς πινακίδες καὶ ἄνευ ἀσφάλειας, μὲ πρῶτο πρώην ὑπουργὸ (λέγε με Λιάπη) Καραμανλικός γόνος καί αὐτός,  ποὺ πέρασε ἀπὸ τρία ὑπουργεῖα. Στὰ κεντρικὰ δελτία εἰδήσεων, κεντρικοὶ τραπεζίτες ποὺ ἐξελίχθηκαν σὲ «ἥρωες τῆς κρίσης». Οἱ ἀδύναμοι κρίκοι τοῦ εὐρὼ καλοῦνται νὰ καταβάλλουν ὅλο καὶ μεγαλύτερα ἐπιτόκια δανεισμοῦ.  

  Εἶναι νὰ γελάει κάθε ἀπροκατάληπτος, κάποιας παιδείας συνάνθρωπος, ἢ νὰ θλίβεται, ἀκούγοντας τοὺς πολιτικούς μας ἄρχοντες καὶ τοὺς κομματικοὺς ἀρχηγούς μας νὰ διαμαρτύρονται ποὺ οἱ Τοῦρκοι ξανάκαναν τὴν Ἁγια-Σοφιὰ τζαμί.

 

 Ἡ ψυχολογία τοῦ Βάθους μᾶς ἔμαθε ὅτι ὑπάρχει ἕνας ἀκατάλυτος δεσμὸς τῶν ἀνθρώπων τόσο μὲ τὴν ἐξ ἀντικειμένου πραγματικότητα τοῦ δεδομένου γενέθλιου περιβάλλοντος ὅσο καὶ μὲ ὅλους τοὺς διακριτούς, ἀείζωους μυθολογικοὺς δείκτες τῶν συγκεκριμένων γεωγραφικῶν συντεταγμένων.

 Ὁ τόπος, ὡς εἱμαρμένη, προοικονομεῖ τὸ δράμα τὸ ἀνθρώπινο. Ὁ τόπος κυβερνᾶ ὡς ὑπερεγώ. Μάλιστα ἡ ἀπόλυτη τιμὴ τοῦ χώματος εἶναι κατ’ ἐπέκταση συνώνυμη τῆς ἀξίας τοῦ χυμένου αἵματος.  

 Κάπου ἐδῶ, σὲ μιὰ ἀκρούλα τοῦ κήπου μου (ἴνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ φίλου μου Γιωργῆ, κάθε ποὺ μὲ συναντᾶ, «Γιώρ, ἐδῶ εἶσαι στὴ γῆ τῆς Ἀπαγγελίας!») βλέπω τὴν Ἀναστασία παιδούλα νὰ ἀπαγγέλει Ὅμηρο, «Ἄνδρα μοι ἔνεπε, Μοῦσα, πολύτροπον...», καὶ νὰ μοῦ λέει: «Ἄντε ξεμπέρδευε, ἀργεῖς, τελείωνε, τὰ λόγια δὲν ζ’μώνεν». Ἴσως κάποτε νὰ μπορέσει νὰ μᾶς μιλήσει ἡ Ἀναστασία, καὶ ἐμεῖς νὰ μπορέσουμε νὰ τὴν ἀκούσουμε, τὶ σημαίνει διαφθορά, ἐκμετάλλευση, καταπίεση, ἁμαρτία, ψεδος, κλεισούρα, ἀσυδοσία. Τώρα βλέπω μόνο τὴ Σελήνη ποὺ περπατᾶ στὴ χώρα ποὺ ρημάξαμε, ἀγκαλιὰ θύματα καὶ θύτες.

Στάσιμον· δακρύων οὐρανοπολίτιδος ἄχνα.

 «…ἐπιθυμῶ τὸ δικό μου τέλος νὰ εἶναι ἀρχὴ γιὰ μιὰ μικρὴ προσπάθεια ἀπὸ ὅλους νὰ γίνουν καλύτεροι. Οἱ ὑπάλληλοι λίγο περισσότερο ἐργατικοί… οἱ πολιτικοὶ λίγο περισσότερο ἔντιμοι. Οἱ δικαστὲς λίγο περισσότερο ἀξιόπιστοι, οἱ δημοσιογράφοι λιγότερο σαρκοβόροι…» (Ρουμπίνη Σταθέα, ἀφοῦ προσδιόρισε ἀπὸ μόνη της τὴ στιγμὴ καὶ τὸν τρόπο θανάτου της μέσα στὸ ὄργιο παρανομιῶν ποὺ χαρακτηρίζουν τὰ δρώμενα τῆς χώρας μας. κτώβριος 2003.)

 Σημείωση1.Εἶχα τήν ἐντύπωση ὃτι τό θέμα τῶν ὁμοφυλόφιλων ζευγαριῶν, ρυθμίστηκε μέ στιβαρό πολιτικό λόγο, ἀπό τόν ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί τόση πρεμούρα σήμερα γιά γάμο καί πιό συγκεκριμένα γιά δικαίωμα στήν υἱοθεσία δέν μπορῶ νά καταλάβω. Πιστεύω ὃτι τά παιδιά χρειάζονται μητέρα. Τά παιδιά ἒχουν ἀνάγκη ἀπό δύο πρότυπα ἀλλά ὀπωσδήποτε ἐκεῖνο τῆς μάνας. Η μάνα σοῦ δίνει τήν γλώσσα, τίς ρίζες, τήν μυθολογία. Ὃ ἂνδρας εἶναι ὁ θηρευτής. Ἡ μάνα εἶναι ἡ  γαῖα. Οἱ μητέρες δίνουν πάντα σιγουριά. «Ὁ κόσμος νομίζει πώς τά παιδιά γίνονται σέ μία μέρα. Ἀλλά ἀργοῦν πολύ. Πολύ», ἒλεγε ὁ Λόρκα. Οὒτε καί οἱ μανάδες γίνονται σέ μία μέρα. Καί δέν χρειάζεται νά κάνουν τίποτα τό ἰδιαίτερο γιά νά εἶναι οὐσιώδεις, σημαντικές, ἀξέχαστες, διδακτικές. Ἁπλᾶ πάσχουν παθητικά ὃπως ἀκριβῶς ἡ γῆ.

    Φοβάμαι, ὃτι ὃλες αὐτές οἱ διαφορετικές ἀντιλήψεις δηλώνουν πώς ἒχουμε χάσει τήν αἲσθηση τοῦ κέντρου βάρους πού εἶναι μέσα μας. (Κανένας δικός μου φίλος  ὁμοφυλόφιλος δέν συμφωνεῖ μέ αὐτή τήν περίπτωση τῆς υἱοθεσίας).

 

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν «Ἀναστασία ἡ Χατζηραδιανή»

 

 

 

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

Στήν θέση του άλλου.

 

Σταύρος Ζουμπουλάκης 

  Κανείς δεν μπορεί να μπει στη θέση του άλλου. Ποιος από όσους περπατάμε, τρέχουμε και κολυμπάμε μπορεί πραγματικά να μπει στη θέση ενός παιδιού που γεννήθηκε παράλυτο; Αν όμως αυτό είναι οντολογικά και ψυχικά αδύνατο, υπάρχει κάτι άλλο που, αν και εξαιρετικά σπάνιο, υπήρξε δυνατό: να πάρει κανείς τη θέση του άλλου, ενός άγνωστου άλλου, όταν απειλείται η ζωή του. Αυτό έχει γίνει στην Ιστορία, είναι υπαρκτό γεγονός, ξέρουμε ανθρώπους που το έκαναν – θα υπάρχουν ασφαλώς και άλλοι που το έπραξαν και δεν τους ξέρουμε. Ενα από τα κορυφαία σχετικά παραδείγματα είναι του Πολωνού φραγκισκανού ιερέα Μαξιμιλιανού Κόλμπε, κρατούμενου στο Αουσβιτς, ο οποίος ζήτησε και πήρε τη θέση ενός συγκρατούμενού του, παντρεμένου με παιδιά, ο οποίος, μαζί με άλλους εννιά, είχε επιλεγεί να πεθάνει στο υπόγειο μπούνκερ του στρατοπέδου από πείνα και δίψα –δεν είχαν ξεκινήσει ακόμη οι θάλαμοι αερίων του Μπιρκενάου– και πέθανε εκεί, στη θέση του άλλου, στις 14 Αυγούστου 1941.

  Πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό του Αρνό Μπελτράμ, αντισυνταγματάρχη της γαλλικής χωροφυλακής, ενός «μπάτσου» στην ιδιόλεκτο ορισμένων, ο οποίος στις 23 Μαρτίου 2018, κατά την τρομοκρατική επίθεση στην κωμόπολη Τρεμπ της νότιας Γαλλίας, ζήτησε από τον ισλαμιστή τρομοκράτη να απελευθερώσει την ταμία του σούπερ μάρκετ που κρατούσε όμηρο και να πάρει εκείνον στη θέση της. Ο Μπελτράμ πήρε πράγματι τη θέση της Ζιλί Γκραν και έχασε τη ζωή του στη θέση της. Ηταν τότε σαράντα τεσσάρων χρόνων και ετoιμαζόταν να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπούσε. Ο Μπελτράμ δεν ήθελε να πεθάνει ούτε επιζητούσε τον στέφανο του μαρτυρίου, ήθελε μόνο να κάνει το καθήκον του, ήθελε να προστατέψει τη ζωή. Η θυσία του συγκίνησε βαθιά τη Γαλλία, του αποδόθηκαν οι οφειλόμενες τιμές, έχουν εκδοθεί ήδη έξι βιβλία γι’ αυτόν, πολλοί δρόμοι και πλατείες έχουν πάρει το όνομά του. Πριν από λίγο βγήκε και ένα βιβλίο που έγραψε η ίδια η όμηρος για την περιπέτειά της: «Sa vie pour la mienne» («Η ζωή του για τη δική μου», Artège, Ιανουάριος 2024).

  Η Ζιλί Γκραν, μετά την τρομερή αυτή εμπειρία, έζησε μια ζωή γραφειοκρατικών ταλαιπωριών, ψυχικής αναστάτωσης, οικογενειακής διάλυσης, ώσπου μια μέρα, τον Ιούνιο του 2021, διαβάζει το γράμμα ενός ιερέα από το μοναστήρι του Λαγκράς, το οποίο είχε λάβει λίγες εβδομάδες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα, αλλά δεν του είχε δώσει τότε σημασία. Ο ιερέας αυτός ήταν ο πνευματικός του Μπελτράμ και τον προετοίμαζε πνευματικά για τον (θρησκευτικό) γάμο του. Ο Μπελτράμ είχε στα τριάντα τρία του μεταστραφεί στη χριστιανική πίστη (δεν θα συζητήσω εδώ τη σχέση του με τον τεκτονισμό). Η Ζιλί πήγε να συναντήσει τον ιερέα στο μοναστήρι του και άρχισε σιγά σιγά και η δική της μεταστροφή στον χριστιανισμό, τον οποίο μέχρι τότε αγνοούσε παντελώς και χλεύαζε. Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα τι οδήγησε τη γυναίκα αυτή στην πίστη, αλλά δεν θα πέφταμε έξω αν λέγαμε ότι κεντρικό ρόλο εν προκειμένω έπαιξε το πρόσωπο του Μπελτράμ. Ο χριστιανισμός στην Ευρώπη δεν είναι πια, εδώ και πολλές δεκαετίες, πιστευτός. Για τους χριστιανούς, όσοι απομένουν, το βασανιστικό ερώτημα είναι άλλο: Πόσο οι ίδιοι είναι πιστευτοί ως χριστιανοί; Η Ζιλί Γκραν μεταστράφηκε στον χριστιανισμό όχι επειδή ο Αρνό Μπελτράμ ήταν χριστιανός, αλλά επειδή ήταν πιστευτός χριστιανός. Ο μόνος τρόπος για να είναι η πίστη σου πιστευτή και από άλλους είναι ασφαλώς η ίδια η ζωή σου. Μετά το τέλος του κοινωνιολογικού χριστιανισμού στην Ευρώπη, οι χριστιανοί της είναι πολύ συχνά μεταστραφέντες, με την τρέχουσα έννοια του όρου, γιατί η αληθινή πίστη είναι πάντοτε διηνεκής μεταστροφή και επιστροφή. Η Ζιλί Γκραν, χωρίς να λύσει όλες τις απορίες της, έκανε και αυτή την αποφασιστική κίνηση της μεταστροφής.

Πολλοί νομίζουν ότι μετά τη μεταστροφή στην πίστη λύνονται όλα τα ζητήματα και παύουν οι αγωνίες. Η Ζιλί Γκραν δεν είναι αφελής για να πιστεύει κάτι τέτοιο. Το Ευαγγέλιο δεν είναι βιβλίο feelgood ούτε η προσευχή είναι πρακτική για την επίτευξη ψυχικής ευεξίας, η πίστη δεν είναι μαγικό ραβδί. Είναι τίμια και ειλικρινής: «Πήγαινα εκκλησία εδώ και πολλούς μήνες ήδη, αλλά το βάρος της ζωής μου συνέχιζε να με βαραίνει. […] Μου είναι ακόμη αδύνατο να σκεφτώ ειρηνικά το μέλλον. Κάθε μέρα, ο δρόμος που οδηγεί στην εκκλησία είναι όλο και μακρύτερος, όλο και πιο κοπιαστικός. […] Η προοδευτική είσοδος στην πίστη δεν κατάφερε να απαντήσει σε όλες τις αγωνίες μου. […] Στην περίπτωσή μου δεν υπήρξε ριζικό θαύμα, δεν υπήρξε θεαματική και αιφνίδια θεραπεία. Στην περίπτωσή μου, οι δοκιμασίες εξακολουθούν να πέφτουν βροχή και αρχίζω να σκέφτομαι ότι τίποτε δεν θα με βγάλει από όλα αυτά, όχι τουλάχιστον χωρίς πόνο και βραδύτητα. Ούτε ο ίδιος ο Θεός που αφήνεται και αυτός να ανακαλύπτεται λίγο λίγο» (σ. 133-134)

Μια μέρα όμως, στις αρχές του 2022, εξαντλημένη και κουρασμένη, η Ζιλί Γκραν αφήνει στην άκρη όλα τα όπλα και τα κουπιά της, και ζητάει από τον Θεό να κωπηλατήσει αυτός στη θέση της. Δεν αντέχει άλλο (σ. 135). Στην πορεία της προς την πίστη αυτή η στιγμή της απόλυτης παραίτησης και παράδοσης, το «παραρριπτείσθαι» του ψαλμού (83:11), έχει κρίσιμη σημασία. Τα βάσανα δεν θα λείψουν, αλλά τώρα έχει σημείο αναφοράς, έχει πού να τα αποθέσει, με εμπιστοσύνη. Την επόμενη χρονιά, τον Απρίλιο του 2023, ανήμερα το Πάσχα, η Ζιλί Γκραν βαφτίστηκε και ύστερα από λίγους μήνες παντρεύτηκε. Δεν ξέρουμε πώς θα συνεχιστεί η ιστορία της, όπως δεν ξέρουμε και για την ιστορία κανενός μας.

  (Νά προσθέσουμε καί τήν ἱστορία τοῦ Don Giuseppe Berardelli Καθολικοῦ ἱερωμένου πού συγκίνησε ὁλόκληρο τον κόσμο. Ὁ 72χρονος Ἰταλός ἱερέας ἀπό τό χωριό Casnigo ἒξω ἀπό τό Μιλάνο, διαγνώστηκε μέ κορωνοιό καί νοσηλεύτηκε σέ νοσοκομεῖο τοῦ Μπέργκαμο, μιά ἀπό τίς χειρότερα πληγεῖσες περιοχές τῆς  Ἰταλίας.

Σύμφωνα μέ μαρτυρίες τῶν νοσοκόμων, παραχώρησε συνειδητά τήν θέση του στήν ΜΕΘ προσφέροντάς την σέ ἓναν νεότερό του, τό ὁποῖο δέν γνώριζε, καί φυσικά  ὁ ἲδιος κατέληξε). Γ.Δ. 

 

 

 

   

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Ἀπὸ τὰ δύο, τὸ θηλυκὸ φύλο εἶναι τὸ εὐγενέστερο.

 

   τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

 Ἡ ἀνατριχιαστικὴ πραγματικότητα ξεπερνάει καὶ τὴν πιὸ ἀχαλίνωτη φαντασία. Οἱ οἰωνοί, δυσοίωνοι. Μέσα στὸ σούρουπο, ἐκεῖ στὸ κηπαράκι τοῦ Χατζηράδου, χαμηλοπετοῦν τὰ τελευταῖα γαϊλοσμήνη τοῦ Ξώμπουργου. Τὰ κρωξίματά τους ἀκούγονται σὰν γοερὸ κλάμα τρομαγμένων παιδιῶν. Ἡ νόμιμη κόρη τοῦ θεοσεβούμενου Ἀνδρόνικου Β΄, ἡ παιδίσκη Συμεωνίδα, κατευθύνεται πρὸς τὶς ἐκβολὲς τοῦ Βόλγα γιὰ νὰ ἔρθει σέ γάμο μέ  τὸν Χὰν τῆς Χρυσῆς Ὀρδῆς. Μωρὸ τὴν ἔφερε ὁ πατέρας της, γιὰ νὰ τὴν παντρέψει μὲ τὸν Κράλη τῆς Σερβίας, τὸν μεσήλικα Στέφαν Οὖρος Μιλιούτι. Πενταετὴς ἡ πορφυρογέννητη νύφη, οὔτε νὰ νιφτεῖ μονάχη της δὲν ἦταν μπορετό. Τὸ ἀνίερο, παιδοφιλικὸ συνοικέσιο, διπλωματικὸς ἐλιγμός.

 Τὴν ἑπόμενη ἕνας μοναχικὸς νυχτοκόρακας δὲν πήγαινε νὰ κουρνιάσει ἂν δὲν σιγουρευόταν ὅτι γνώριζα, πὼς ὁ ἐκ Παλαιολόγων, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ἔστειλε τὴν κορούλα του νὰ παντρευτεῖ τὸν Χὰν τῶν Μογγόλων, ἀλλὰ ἐπειδὴ ὥσπου νὰ φτάσει ἡ νυφούλα στὰ βάθη τῆς Ἀσίας, ὁ ὑποψήφιος γαμπρὸς πέθανε, ἡ Παλαιολογίνα παντρεύτηκε τὸν γιό του. Ἔτσι ἁπλά. Ἕνα περιστατικὸ διπλωματικῆς ρουτίνας.

 Τό ’χουν πλέον κακὸ συνήθειο αὐτοὶ οἱ καταραμένοι οἰωνοὶ γύπες νὰ χαμηλοπετοῦν καθημερινὰ στὴν ἴδια περιοχή, ἀπὸ ἀριστερά, ἀπὸ δεξιά, χωρὶς τὸ ἐλπιδοφόρο πέταγμα ἐρωδιοῦ. Τὴν ἴδια ὥρα, μὲ τὶς ἴδιες κραυγές, ἔρχονται νὰ μοῦ θυμίζουν τὶς ἀνώνυμες ταπεινὲς καθημερινὲς γυναῖκες ποὺ ἀφιέρωσαν ὅλο τους τὸ εἶναι στὰ αὐτονόητα καὶ κράτησαν τὴ συνοχὴ τῆς κοινωνίας. Ἀναστασίες, Εὐφροσύνες καὶ Εἰρηνοῦλες στὸ Σαράι, στὸ Ἄαχεν, στὸ Κίεβο, στὴν Ταυρίδα, ποὺ ἔκαναν ἁπλὰ τὸ καθῆκον τους. Ἐπιτέλεσαν τὸν σκοπὸ τῆς ὕπαρξῆς τους, ὅπως ὅλες οἱ καταδικασμένες στὴν ἀφάνεια γυναῖκες. Οἱ ἀνώνυμες, ἀθέατες, ἐξόριστες τῆς ἱστορίας.

 Αὐτὴν τὴν ἔκλεψε ὁ Σουλτάνος, τὴν ἄλλη τὴν ἔκανε πεσκέσι ὁ πατέρας της στὸν Μογγόλο Βασιλιά, τὴν ἄλλη στὸν Ὀθωμανὸ γιὰ καλοπιάσματα πολιτικά, ἄλλη τὴ διαπραγματεύτηκε ὁ ἀδελφός της, τὴν ἄλλη κάποιος προξενητής, τὴν ἄλλη τὴν ἔστειλαν δούλα στὴ Σύρα ἢ τὴν Ἀθήνα, τὴν ἄλλη τὴν ἔβαλαν στὸ πλοῖο γιὰ Αὐστραλία, γιὰ κάποιον ἄγνωστο γαμπρό, ἄλλες ποὺ πέφτουν στὸ κρεβάτι μὲ κάποιον ποὺ τὸν εἶδαν πρώτη φορὰ στὴ θρησκευτική τους τελετή, γιατὶ ἔτσι λέει τὸ Κοράνι τους, ἄλλες ποὺ τὶς σκότωσαν καὶ τὶς πέταξαν στὰ σκουπίδια τεμαχισμένες, ἄλλα ἄδολα κοριτσόπουλα ποὺ πίστεψαν στὰ γλυκόλογα τοῦ ἀδίστακτου νταβατζ, ποὺ βασανίζονται μέχρι θανάτου ἀπὸ δαύτους, ἄλλες Τρωαδίτισσες ποὺ ἡ μοίρα τὶς ὑποχρέωσε νὰ ὑπηρετοῦν ἀνόητους πορνόγερους, ἄλλες ποὺ ἀπὸ Γεωργίες ἔγιναν Κώσταινες, ποὺ πενθοῦν μαυροντυμένες μιὰ ζωή…

 «…Ἀπὸ πολὺ παλιὰ ὁ ἄνδρας ἄσκησε τὴν κυριαρχία του πάνω στὴ γυναίκα ἔτσι ποὺ νὰ ἀναπτυχθεῖ μέσα της ἕνα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Κινούμενος ἀπὸ τὸ συμφέρον, ὁ ἄνδρας θέλησε νὰ τὴν πείσει πὼς ἦταν κατώτερή του καὶ αὐτὴ τὸ πίστεψε. Ἀλλὰ ὅμως οἱ φωτισμένοι σοφοὶ ἀναγνώρισαν τὴν ἰσότητα τῆς θέσης της.

...Ἀπὸ ὅλα ἐκείνα τὰ κακὰ γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ ἄνδρας εἶναι μόνος του ὑπεύθυνος, τὸ περισσότερο ἀτιμωτικό, ἀπεχθὲς καὶ κτηνῶδες εἶναι ἡ ἀναίσχυντη ἐκμετάλλευση τῆς καλύτερης μερίδας τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ἄδικα ὀνομάζουμε ἀδύνατο φύλο. Ἀπὸ τὰ δύο, τὸ θηλυκὸ φύλο εἶναι τὸ εὐγενέστερο, γιατὶ ἐνσαρκώνει ἀκόμα καὶ σήμερα τὴ θυσία, τὴν καρτερία, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν πίστη καὶ τὴ φρονιμάδα». (Μαχάτμα Γκάντι, Ἡ ἀποστολὴ τῆς γυναίκας).

 Λένε ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ἐλευθέρωσε τὴ γυναίκα, τὴν ἔκανε ἰσότιμη μὲ τὸν ἄνδρα. Ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ψεύδη. Τὸ Εὐαγγέλιο ναί, ἀλλὰ οἱ κληρικοὶ ὅλων τῶν ἐποχῶν, μὲ πρῶτο τὸν Παῦλο, φρόντισαν νὰ ἔχουν διαφορετικὴ ἄποψη καὶ φυσικὰ νὰ τὴν ἐπιβάλουν. Οἱ ἄνδρες σχεδίασαν καὶ ἀπόσωσαν τὰ πάθη, καὶ μόνο στὶς γυναῖκες δόθηκε ἡ χάρη νὰ γίνουν μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως ἐκείνη τὴν αὐγή. Αὐτὲς γεννοῦν καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι σὲ θέση νὰ δείξουν τὴν νίκη τῆς ζωῆς πάνω στὸν θάνατο· αὐτὲς γνωρίζουν ἀπὸ πίστη καὶ ἀγάπη, ὥστε νὰ δοῦν μιὰ πραγματικότητα ἡ ὁποία ζητεῖ ὀφθαλμοὺς τῆς καρδιᾶς. Ὁ Λουκς (24,4-11) μάλιστα σημειώνει ὅτι οἱ γυναῖκες ἀνέφεραν στοὺς μαθητὲς τὰ γεγονότα, ἀλλὰ «ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (παραλήρημα) τὰ ρήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς». «Τί λένε, μωρέ, αὐτὲς οἱ βλαμμένες, τρελάθηκαν;». Τώρα ποιὸς βρίσκεται σὲ λῆρο, μς τὸ λένε τὰ γεγονότα: ἀπαγορεύεται νὰ πᾶτε στὸ Ἅγιο ρος, νὰ μπον στὸ Ἱερὸ ἀκόμη καὶ ὅταν σαραντίζονται κοριτσάκια, νὰ κοινωνήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν ὅταν ἔχουν τὴν ἔμμηνο ρύση, νὰ γίνουν κληρικοί, νὰ μιλήσουν στὶς ἐκκλησίες, νὰ γίνουν ἁγίες… Ὅλες οἱ σωρηδόν σύγχρονες ἁγιοποιήσεις ἀναφέρονται σὲ ἄνδρες κληρικοὺς ἢ μοναχοὺς καί πάντα ἀγάμους. Τέλος, καλό θά εἶναι νά μήν ξεχνᾶμε,  ὅτι  μόλις τὸ 1545 μ.Χ. ἡ Σύνοδος τοῦ Τριδέντου ἀποδέχτηκε ὅτι οἱ γυναῖκες ἔχουν ψυχή... Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μς τὸ λέει πολὺ λαγαρά: «ντρες ἦσαν οἱ νομοθετοντες καὶ κατὰ τῶν γυναικῶν ἡ νομοθεσία».

 Γι’ αὐτὲς τὶς ψυχὲς ἤθελα νὰ μιλήσω, γράφοντας γιὰ τὴν Ἀναστασία, γιὰ τὶς αὐξανόμενες παγκόσμια γυναικοκτονίες, γιὰ τὶς πονεμένες αὐτὲς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, καταστάσεις καὶ πράγματα ποὺ παραμένουν στὴ σιωπή, μήπως καὶ δημιουργήσω κάποια ρωγμὴ στὰ στεγανὰ τῆς ψυχῆς μας. Ἡ ἀνδρεία εἶναι καταφανῶς ἀνδρικὴ ἀρετή, ὡστόσο κανένας ρσενικὸς δὲν πρόσφερε τόσα ὅσα οἱ εὔθραυστες, τυραννισμένες αὐτὲς γυναῖκες, ποὺ μόνο ἡ συλλογικὴ συνείδηση τὶς ἁγιοποίησε. Μιλάω γιὰ τὴν ταπεινὴ καθημερινότητα τῶν γυναικῶν ποὺ ἀφιέρωσαν ὅλο τους τὸ εἶναι στὰ αὐτονόητα καὶ κράτησαν καὶ κρατοῦν τὴ συνοχὴ τῆς κοινωνίας. Τὴν ἄποψη ὅλων τῶν Ἀναστασιῶν γιὰ τὰ πράγματα δὲν θὰ τὴ μάθουμε ποτὲ. Θὰ παραμείνει θαμμένη στὰ βάθη τῆς λήθης γιὰ λόγους δικῆς μας ἀσφάλειας ἢ ἀδιαφορίας. Μόνο ὅποια ἔζησε τὴ βία, αὐτὴ ποὺ ἄλλη δὲν ἔχει παρόμοια, μπορεῖ νὰ τὴν ἐξιστορήσει. Ἡ ἐξασφάλιση τῆς ἐσωτερικῆς δύναμης ἦταν ὁ δικός τους τρόπος νὰ ὁρίζουν τὶς ἀντοχὲς τῆς μοίρας τους.

 Δὲν εἶναι ἡ Ἀναστασία, εἶναι οἱ ἀκριβὲς σας κόρες, εἴσαστε ὅλες ἐσεῖς ποὺ θρηνεῖτε ποὺ δὲν βλέπετε τὰ μάτια τοῦ ἀγαπημένου σας, αὐτὰ ποὺ καθρεφτιζόσασταν καὶ μαθαίνατε ἀντάμα τὸν ἔρωτα. Ὅλες ἐσεῖς ποὺ ἀντιπαλεύετε τὴ σκληρότητα, τὴν ἀπώλεια τῶν ἀγαπημένων σας, τὴν ἀπελπισία τῆς ἐκμετάλλευσης, ποὺ μὲς στὸν ψυχικό σας κόπο λυτρώνεστε μὲ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ τρόπου καὶ τῆς στιγμῆς τοῦ τέλους σας!

 Μιὰ μιὰ πηγαίνετε νὰ συναντήσετε τὸν Χάρο καὶ τὸν καλεῖτε νὰ παλέψετε στὰ περβόλια, μὲς στοὺς ἀνθισμένους σας κήπους. Ὁ Καβάφης θὰ μᾶς θυμίσει τὴν Κρατησίκλεια, τὴν αἰχμάλωτη τοῦ βασιλι Πτολεμαίου, ποὺ πήγε μὲ τὸ κεφάλι ψηλὰ στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσῆς της· ὅπως χιλιάδες ἄλλες γυναῖκες καὶ κορίτσια. Γεμάτη ἡ ἱστορία μας ἀπὸ «ἄσκυφτες ψυχές», μὲ πρῶτες τὶς ἐμβληματικὲς Σουλιώτισσες. Εἶναι αὐτὲς οἱ ὁποῖες «ἔκαναν οἶστρο τῆς ζωῆς τὸν φόβο τοῦ θανάτου» (νδρέας Ἐμπειρίκος).

«Δὲν καταδέχονταν ἡ Κρατησίκλεια

ὁ κόσμος νὰ τὴ δεῖ νὰ κλαῖει καὶ νὰ θρηνεῖ·

καὶ μεγαλοπρεπὴς ἐβάδιζε καὶ σιωπηλή.

Τίποτε δὲν ἀπόδειχνε ἡ ἀτάραχη μορφή της

ἀπ’ τὸν καϋμὸ καὶ τὰ τυράννια της.

Μὰ ὅσο καὶ νάναι, μιὰ στιγμὴ δὲν βάσταξε·

καὶ πρὶν στὸ ἄθλιο πλοῖο μπεῖ νὰ πάει στὴν λεξάνδρεια,

πῆρε τὸν ὑιό της στὸν ναὸ τοῦ Ποσειδῶνος,

καὶ μόνοι σὰν βρεθήκαν τὸν ἀγκάλιασε

καὶ τὸν ἀσπάζονταν, «διαλγοῦντα», λέγει

ὁ Πλούταρχος, «καὶ συντεταραγμένον».

Ὅμως ὁ δυνατός της χαρακτὴρ ἐπάσχισε·

καὶ συνελθούσα ἡ θαυμασία γυναίκα

εἶπε στὸν Κλεομένη «Ἄγε, ὦ βασιλεῦ

Λακεδαιμονίων, ὅπως, ἐπὰν ἔξω

γενώμεθα, μηδεὶς ἶδῃ δακρύοντας

ἡμᾶς μηδὲ ἀνάξιόν τι τῆς Σπάρτης

ποιοῦντας. Τοῦτο γὰρ ἐφ’ ἡμῖν μόνον·

αἱ τύχαι δέ, ὅπως ἂν ὁ δαίμων διδῷ, πάρεισι.»

 

Καὶ μὲς στὸ πλοῖο μπῆκε, πηγαίνοντας πρὸς τὸ «διδῷ».

 

Ἔλα, βασιλιὰ τῶν Λακεδαιμονίων, ὥστε, ὅταν βγοῦμε, κανεὶς νὰ μὴ μας δεῖ δακρυσμένους ἢ νὰ κάνουμε κάτι ἀνάξιο τῆς Σπάρτης. Τοῦτο μόνο εἶναι στὸ χέρι μας. Ὅσο γιὰ τὶς τύχες μας, παραστέκουν, ὅπως δώσει ὁ Θεός.

 

 (Κεφάλαιο ἀπό  τήν Ἀναστασία τήν Χατζηραδιανή)