Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Ἡ ἂλλη πλευρά τοῦ Γολγοθᾶ

 

  Κάθε πού άκούω ἤ διαβάζω τίς ἀναφορές τῶν Εὐαγγελιστῶν στήν Σταύρωση τοῦ Ἰησοῦ   ἡ σκέψη μου ἀνατρέχει στά ὅσα μᾶς χρέωσε τό  πέρασμα ἀπό τήν γῆ,  τοῦ ἐξ ἀριστερῶν συσταυρωθέντος, τοῦ ἀνθρώπου   χωρίς ὄνομα,  «ἀμετανόητου ληστή, κακούργου»!.

  Σέ κάθε καιρό καί σέ κάθε σήμερα, τό νά κάτσεις νά ἀκούσεις ἕναν κακοῦργο, σημαίνει νά πιάσεις μαζί του συζήτηση, γιά τήν ἀλήθεια, γιά τό  μεδούλι τῆς ζωῆς. Πρᾶγμα πού σημαίνει συζήτηση, μέ τόν  ἴδιο σου τόν ἑαυτό, μέ τά μπουρίνια καί τά  γαληνέματά του.

  Χρειάζονται συστάσεις γιά τον «κακοῦργο»; Προσωπικά ἐκτιμῶ ὅτι γιά πολλούς, τήν συντριπτική πλειοψηφία ἐξ ἡμῶν, ἰδίως τῶν πιστῶν!, ἐκκρεμεῖ μιά ἀνακάλυψη. Ὁ «ἀμετανόητος ληστής» δίχως ἄλλο ἔχει μιά ἰδιαίτερη μικρότητα, αὐτή πού χαρακτηρίζει ὅλους τούς Χριστιανούς, τήν  ὁποίαν ὀφείλουμε νά καταλάβουμε, ὥστε νά νοιώσουμε μέχρι τό μεδούλι μας τό   εἶδος τῆς μεγαλωσύνης τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ «ἀμετανόητος ληστής» εἶμαι ἐγώ, εἶσαι ἐσύ,  πού ὁ Ἰησοῦς τόν ἔχει ἀδελφό του.

  Στίς παρακάτω γραμμές γίνεται προσπάθεια ψηλάφησης βασικῶν νευρώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ: ἐλευθερίας, ἀγάπης, θυσίας, πόνου, πίστης, συγχώρεσης, νοήματος  εὐαγγελικοῦ, μέ τό λαχάνιασμά της, μέ τήν  ἔντασή της, μέ τήν δική της στίξη καί τά ἰδιαίτερα κενά μεταξύ τῶν φράσεων. Κερί σέ ὅλα  αὐτά, ἡ στάση τοῦ «ἀμετανόητου», τοῦ «κακούργου, κάποιο φῶς στά εὐαγγελικά σκουντουφλήματά μας.

  Οἱ ὅποιες ἀβαθεῖς ψυχαναλυτικές προσωπικές μου γνώσεις, συνεπικουροῦνται καί  ἀπό τήν ἄποψη  Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ  ὁποῖοι    ἔδοξαν  πώς,  «ἐφ’ ὅσον καί ἕνας ἁμαρτωλός  θά βρίσκεται στήν  κόλαση, ὁ Χριστός θά  κρέμεται στόν σταυρό» 

Ἡ Σταύρωση.

   «Καὶ ὅτε ἀπῆλθον ἐπὶ τὸν τόπον τὸν καλούμενον Κρανίον, ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτὸν καὶ τοὺς κακούργους, ὃν μὲν ἐκ δεξιῶν ὃν δὲ ἐξ ἀριστερῶν». (Λουκᾶ 23, 33).  

  Σύμφωνα μέ τόν Λουκᾶ στήν Σταύρωση ὑπῆρχαν δύο κακοῦργοι. Ὁ Χριστός σταυρώθηκε ἀνάμεσά τους. Ὁ ἕνας ἀπό τούς συσταυρωθέντες  μετανόησε, ὁ ἄλλος ὄχι. Πολλά ἔχουν εἰπωθεῖ σχετικά μέ τόν μετανοήσαντα μέχρι σήμερα. Ὁ ἀμετανόητος  παρέμεινε ὄχι μόνο στήν σκιά του, ἀλλά ὑπό διωγμόν. Προφανῶς ἡ ζωή δέν τοῦ χαρίστηκε. Σίγουρα εἶναι σταυρωμένος. Ταυτόχρονα εἶναι ἀμετανόητος. Εἶναι γεμάτος μοχθηρή πικρία. Εἴμαστε σέ θέση νά ἀκούσουμε τά σκληρά ἀμετανόητα λόγια του; Ἀφήνουμε κάποιο περιθώριο μήπως, λέω μήπως, ὁ χαρακτῆρας του, ἔχει βαθιές  ἀνθρώπινες ρίζες; Μήπως χαρακτηρίζοντάς τον ἀρνητικά, ἀπαξιωτικά, ἀποφεύγουμε νά ἀφουγκραστοῦμε προσεκτικά τήν δική μας μοχθηρή παθολογία;

  Τόν ἐχθρικό κυνισμό τοῦ ἀμετανόητου πάνω στό σταυρό πού δίδεται συνοπτικά στόν Λουκᾶ, θέλησα  κάπως νά ἀναπτύξω, γνωρίζοντας ὅτι στήν ὀδύνη του, εἶναι μέ τόν δικό του τρόπο, αὐτό τό σκοτεινό καί ἰδιότροπο  πρόσωπο,   εἰλικρινής. Ἄν καί τά ἀναγνώσματά μου μέ δυσκόλευαν νά τόν βρῶ συμπαθητικό, τελικά μοῦ ἦταν δύσκολο νά ἀντισταθῶ στήν δύναμη τῆς  ἀλήθειας πού πηγάζει ἀπό αὐτόν. Ἡ ἀλήθεια του, εἶναι μέ ἕναν ἄγριο τρόπο μιά αλήθεια ἀμετανόητη. Αὐτό δέν εἶναι εὔκολο νά τό ἀντέξει ὁ καθωσπρεπισμός μας.

  Εἶναι σημαντικό νά σημειώσουμε ότι στήν ἱστορία τῆς σύγχρονης ψυχανάλυσης ( μέ τίς περισσότερες σέχτες της καί παραλλαγές τους), ὅταν ἐμφαντικά τονίζουν τίς   παθολογικές συνέπειες τῆς κενότητας τοῦ προσώπου τῆς ἐποχῆς, μιλοῦν γιά ὑποκείμενο, ποτέ δέν κάνουν λόγο γιά ὑπόσταση. Δηλαδή στεροῦν τό ὑποκείμενο  ἀπό τίς ὅποιες ἰδιότητές του. 

  Αὐτό καθιστᾶ τό ὑποκείμενο ἄδειο δίχως ζωή. Τό διάχυτο αἴσθημα τοῦ νά εἶσαι δίχως ζωή συνοδεύεται ἀπό τήν πανταχοῦ παροῦσα κυριαρχία τῆς διεστραμμένης  ὀρθολογικότητας. Ἡ ὑπερτροφία μιᾶς μπερδεμένης ὀρθολογικότητας συνοδεύεται ἀπό τήν ἀτροφία τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς.

  Στήν σκέψη μου, μέ τόν «ἀμετανόητο κακοῦργο» ὅλα εἶναι διαφορετικά. Στόν κόσμο του ἡ ὑπόσταση συνεπάγεται τήν ὕπαρξη συγκεκριμένων προσωπικῶν χαρακτηριστικῶν. Ἀπέχει πολύ ἀπό τό νά εἶναι χωρίς ἰδιότητες. Εἶναι κάποιος ἴσως διεστραμμένος, ἄρρωστος, σέ κατάσταση μεγάλης πτώσης, ἀπογοητευμένος καί ματαιωμένος, ἀλλά παρ’ ὄλα αὐτά ὑποστατικός, κάποιος ὁ ὁποῖος ἔχει πολλές ἀλληλοαποκλειόμενες και ἀλληλοσυγκρουόμενες ἰδιότητες.

  Ἡ ἔμφαση δίδεται στόν ὑπερσυμπεριληπτικό χαρακτῆρα τῆς ἔννοιας τῆς ὑπόστασης. Σέ ἀναφορά μέ τίς ποιότητές του τό ὑποστατικό «εἶναι» μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ὑπερσυμπεριληπτικό. Πιστεύω ὅτι αὐτό τό ὑπερσυμπεριληπτικό «εἶναι» ἀποτελεῖ τό κατ’ ἐξοχήν χαρακτηριστικό γιά ὅλους τούς κοινωνικούς ἀντι-ήρωες. Μήν ξεχνάμε ὅτι ὅλους τούς κοινωνικούς ἐπαναστάτες τούς βάπτιζαν ληστές. Ἡ δική τους προσωπική (ὑποστατική) τραγωδία δεν εἶναι ἡ τραγωδία τοῦ νά γίνεται κάποιος σταδιακά λιγότερο ἀνθρώπινος, ἀλλά τοῦ νά εἶναι κάποιος  πάρα πολύ ἀνθρώπινος. Μέ ἕναν ἄγριο καί ὠμό τρόπο γίνονται χυμώδεις  καί   δέν διστάζουν νά ἐκθέσουν τόν ἑαυτό τους. Γίνονται κυνικοί, σκοτεινοί, ἀπολαμβάνουν φανερά τούς μονολόγους τους, ἡ δέ ἄποψή τους εἶναι σταθερά, λογικά καί καθαρά ἀρθρωμένη. Τήν ἴδια στιγμή εἶναι ὑπερβολικά ἐπιθετικοί καί  ἐπιχειροῦν νά ἐκφραστοῦν φιλοσοφικά. Ἑξ ἴσου σημαντικά γιά αυτούς εἶναι ὁ πόνος καί τό μίσος, ἡ χαρά καί ἡ λύπη, ἡ ἠδονή καί ἡ  ὀδύνη  πού αἰσθάνονται, καθώς καί τά έπιχειρήματα πού ἐπικαλοῦνται. Πέρα ἀπό τό νά ἐπιθυμοῦν τά πάντα μερικῶς, ἀναζητοῦν ἐναγωνίως νόημα. Τό πιό σημαντικό εἶναι ὅτι μέσα σέ ὅλα αὐτά πασχίζουν νά εἶναι λογικοί. Ἡ λογική τους ὅμως τούς ὁδηγεῖ στόν κυνισμό.

    προσωπική τους ἀξιολογία, ὅπως καί ἡ φιλοσοφία πού ἔχουν γιά τήν ἐξουσία, τήν ζωή καί τήν ἀνθρώπινη κοινότητα, εἶναι ἐπίσης ἕνα θέμα τῆς προσωπικῆς τους πεπτωκυίας προσπάθειας, νά καταστήσουν δηλαδή τήν ἴδια τους τήν ζωή, μιά ζωή μέ νόημα. Δέν τούς λείπει  ἡ εἰλικρίνεια. Εἶναι τελείως ἀδέσμευτοι ἀπό κάθε  εἴδους ἀντίσταση στήν προφορική τους ἔκφραση. Δύσκολα μποροῦμε νά τούς κατηγορήσουμε γιά ὑποκρισία, δέν τήν ἔχουν ἀνάγκη.  Δύσκολα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι συμπαθεῖς. Ταυτόχρονα, εἶναι δύσκολο νά μήν δεχθοῦμε ὅτι εἶναι ἀπόλυτα σαφεῖς καί περιεκτικοί στήν ἔκφρασή τους, χωρίς νά ὑπάρχει καθορισμένη σταθερότητα στήν ροή τοῦ  λόγου τους.

  Ἐκτός ἀπό τό νά εἶναι  παραφορτωμένοι μέ τό πλῆθος τῶν δικῶν τους ἀντικρουόμενων  ἰδιοτήτων, ἔχουν ταυτόχρονα μεγάλη συνείδηση αὐτοῦ  τοῦ γεγονότος. Δέν εἶναι ἀπλά θύματα τῆς ἀπώθησης. Ἀπέχουν πολύ ἀπό τό νά εἶναι ἀπλά νευρωτικοί. Τά προβλήματά τους εἶναι  πολύ πιό σοβαρά.

  Μοῦ ἦταν και μοῦ εἶναι δύσκολο νά φανταστῶ τόν παράξενο παρορμητικό τους λόγο ἀλλά θά τό τολμήσω μέ τόν μονόλογο  τοῦ Ληστῆ στόν σταυρό. Εἶναι ξεκάθαρος τελείως. Ἀκούω τά λόγια του ὡς χιονοστιβάδα. Δέν κρατάει τά προσχήματα καί τά λόγια του στοχεύουν στόν πυρήνα τῶν πραγμάτων. Δέν χαρίζεται σέ κανέναν, προφανῶς οὔτε στόν ἵδιο του τόν ἑαυτό.

  Ἡ ὑπακοή αὐτή καθαυτή δέν εἶναι καμμιά ἀξία· τό ἴδιο ἰσχύει γιά τήν ἀνυπακοή. Μέ ἕναν τρόπο, πού μόνο Αὐτός γνωρίζει, ὁ Θεός ἀγαπάει τούς ἐπαναστάτες. Τήν ίδια στιγμή, ὁ Θεός ἀγαπάει ἐκείνους πού εἶναι ταπεινοί. Δέν ἔχει σημασία ἄν εἶναι  ἀτίθασοι ἤ ὑπάκουοι, διστακτικοί ἤ θαρρετοί, πόρνες ἤ μοναχές, δἰκαιοι ἤ ἀμαρτωλοί, πειθήνιοι ἤ δυσήνιοι, ἐντός τῶν τειχῶν ἤ ἐκτός, σοφοί ἤ ἄσοφοι, κληρικοί ἤ λαϊκοί, ἄνδρες ἤ γυναίκες, πλούσιοι ἤ πένητες… «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». (Ἐπιστολή Ἰακώβου,.4,6).

  Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη ἄσκησης σέ μία διορατική κατανόηση τῶν κοινωνικοπολιτικῶν ἐξελίξεων, τοῦ ἴδιου μας τοῦ ἑαυτοῦ καί τῶν ποικίλων ἐπιλογῶν μας, ἀλλά καί τῶν βαθύτερων αἰτιῶν κάθε μορφῆς βίας. Κάθε ψυχή καί κάθε ἐποχή ἔχει τόν δαίμονά της, τήν σκοτεινή ἐκείνη εὐχαρίστηση πού μεταβάλλει σέ τέρατα εἰρηνικούς καί ἀγαθούς, ὑπό ἄλλες συνθῆκες,  ἀνθρώπους. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σῶμα χωρίς κακία· ἡ κακία εἶναι συστατικό, δομικό στοιχεῖο τοῦ κτιστοῦ σώματος τῶν  ἀνθρώπων. Τό κακό βρίσκεται μέσα μας, σέ ὅλους μας, καί ὅλοι μας πρέπει νά προσπαθοῦμε ὄχι νά τό ἐξαλείψουμε ἀλλά νά τό μειώσουμε ἀποτελεσματικά, δραστικά.  «Ὅ,τι κάνεις νά  σοῦ δώσει μιά ρυτίδα περισσότερο στό πρόσωπο, μιά ρυτίδα λιγότερο στήν ψυχή». (Ἑλύτης).           

ΥΓ. Ἐδῶ καί κάποια χρόνια, σέ 50 φωτοτυπημένες σελίδες  κυκλοφορῶ μερικές σκέψεις γύρω  ἀπό τόν ἀμετανόητο «κακοῦργο», μέ τόν τίτλο «Τά ἀκραῖα ὒστατα»,  περιμένοντας μέ λαχτάρα τήν ἂποψη φίλων καί γνωστῶν. Κατά καιρούς θά δημοσιεύω καί στήν Ἀντοψία κάποια αὐτοτελῆ κεφάλαια, ἀναμένοντας καί ἀπό τούς ἀναγνῶστες της θέσεις καί άπόψεις.

  Τά όνόματα τῶν δύο συσταυρωθέντων,  τά πληροφορούμεθα  ἀπό τό ἀπόκρυφο Εὐαγγέλιο τοῦ Νικοδήμου καί τίς ἀποκαλούμενες Πράξεις Πιλάτου: «…καὶ Δυσμᾶς καὶ Γέστας οἱ δύο κακοῦργοι συσταυρωθήτωσάν σοι». ( Γιῶργος Δημόπουλος).

 

 

 

 

 

 

Κυριακή 25 Ιουνίου 2023

Ἀνθρώπινη καί Θεία δικαιοσύνη.

 

Ὑπάρχει στίς  ἡμέρες μας, μιά ἐπιστροφή καί ταυτόχρονα μιά ἀποστροφή πρός τό ἱερό καί τό «λιβάνι» ἐν γένει, ἕνας ἀρνητισμός τροφοδοτούμενος ἀπό τήν ἱστορικά τεκμηριωμένη ἀντίληψη ὅτι ἡ ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ,  νομιμοποιεῖ τά ἱερατεῖα καί τήν ἐξουσία πού ὁ κλῆρος ἀσκεῖ στά μυαλά τῶν λεγόμενων πιστῶν ἀνθρώπων, συμβάλλοντας ἔτσι στήν διαμόρφωση ἑνός σκληρυμένου κοινωνικοῦ ὑπερ-εγώ, πού δυστυχῶς διαχέται καί στήν νομοθεσία, ἐρήμην   ἀναστοχασμοῦ.

  Ἡ ἀπροσδόκητη αὐτή ἐπαναφορά τῆς πίστης στίς δυτικές κοινωνίες, προκαλεῖ ἀνησυχία,  εὔλογη μάλιστα:  ἀνακαλεῖ στήν μνήμη, ἰδιαίτερα ὅσων μελετοῦν τήν ἱστορία, ἐποχές μιᾶς ἀποπνικτικῆς ἑτερονομίας, στίς ὁποῖες ὁ κλῆρος ( ὁ ἱδρυματικός χριστιανισμός) ἤλεγχε σέ ἀγαστή συνεργασία μέ τό κράτος καί τόν χωροφύλακα  τήν σκέψη καί τά φρονήματα, τήν ἐμφάνιση καί τήν συμπεριφορά τῶν πολιτῶν, λειτουργώντας περίπου ὡς «κράτος ἐν κράτει» καί συμπλήρωμα τῶν αὐταρχικῶν καθεστώτων, παραβιάζοντας ἔτσι τρία σημαντικά κεκτημένα τοῦ σύγχρονου κράτους δικαίου: τό δικαίωμα στήν προσωπική ζωή, τόν αὐτοπροσδιορισμό καί  τήν αὐτοπραγμάτωση, ὅπως καί τήν ἐλευθερία τῆς συνείδησης σέ πείσμα ἀκόμη καί τῆς Κυριακῆς ρήσης, πού προτάσσει τό «ὅστις θέλει»(Μάρκ.8,34).

  Προκειμένου νά ἀποφευχθοῦν διάφοροι τοξικοί κοινωνικοί κίνδυνοι, οἱ φιλελεύθερες δυτικές κοινωνίες, διαμόρφωσαν προϊόντος τοῦ χρόνου τό δικαιϊκό τους σύστημα, τίς ἀρχές τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης πού διέπουν τό δημοκρατικό πολίτευμα στήν βάση τῆς ἠθικῆς φιλοσοφίας τοῦ Κάντ, καί ὄχι μέ γνώμονα τό Κανονικό Δίκαιο. Ἡ καντιανή ἠθική λειτουργεῖ μέ μιά συμπεριληπτική στόχευση: προάγει τήν αὐτοπραγμάτωση τῶν πολιτῶν σέ ἕνα καθεστώς κοινωνικοπολιτικῶν ἐλευθεριῶν καί ἐπιλογῶν, συμπεριλαμβανομένης φυσικά καί τῆς ἐνεχομένης ἀξιοπρέπειας στήν ἀπρόσκοπτη ἄσκηση τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης. Ἡ καντιανή δεοντοκρατία ὁρίζει   ὅτι ἡ κοινωνία ἀποτελεῖ ἀκριβοδίκαιο σύστημα συνεργασίας αὐτόνομων προσώπων, καί ὅτι οἱ ἀρχές δικαιοσύνης πρέπει νά ἐπιτρέπουν στούς πολίτες νά ἀσκοῦν  ἐλεύθερα τήν ἱκανότητά τους νά σχηματίζουν, νά ἀναθεωροῦν καί νά ἐπιδιώκουν μιά ἀντίληψη τοῦ ἀγαθοῦ. 

  Κάθε καλοπροαίρετος καί ἐπαρκῶς καταρτισμένος χριστιανός θά μποροῦσε νά συνυπογράψει ἀνετότατα τήν πιό πάνω καντιανή προκείμενη, ὄχι μόνο ὡς θεμελιώδη ὁρίζουσα τοῦ κράτους δικαίου, ἀλλά καί ὡς συνάδουσα μέ τόν κατηγορηματικό χωρισμό τοῦ Καίσαρα ἀπό τό Θεό, ὅπως τόν ἐντέλλεται ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς.

  Ὑπάρχει, ὡστόσο, ἕνα λεπτό σημεῖο στό ὁποῖο διαγράφεται ἡ ὑπεροχή τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου ἔναντι τῆς θύραθεν, τῆς κοσμικῆς δικαιοσύνης: πρόκειται γιά τό χριστιανικό πρόταγμα, τουλάχιστον σέ ἐπίπεδο ἀρχῶν, μιᾶς ἀπεριόριστης ἐπιείκειας γιά τόν ἐγκληματία, ἀκόμη καί τόν εἰδεχθέστερο. Σέ ἕναν κόσμο ὁ ὁποῖος, παρά τήν σημειωθεῖσα πρόοδο, ἀκόμη πασχίζει νά ἐφαρμόσει τίς ἀρχές τῆς  δικαιοσύνης, ἐρχόμενος διαρκῶς ἀντιμέτωπος μέ τεράστιες δυσχέρειες στήν προσπάθειά του αὐτή, ὁ Χριστιανισμός μᾶς ζητᾶ μία ἔξτρα ὑπέρβαση: τήν προτεραιότητα τῆς ἀγάπης   ἔναντι ἀκόμη καί τῆς δικαιοσύνης · μιᾶς ἀγάπης ἡ ὁποία μονάχα ἀπό μιά ὑπερβατική,  ἐξωανθρώπινη πηγή δύναται νά προκύψει, ἀπό  ἕνα Πρόσωπο τόσο ἀσύλληπτα (μέχρι σκανδάλου)  εὐρύχωρο στήν ἀγάπη Του, ὥστε νά μπορεῖ, ἀλλά καί νά ἐπιθυμεῖ νά χωρέσει τούς πάντες, περιλαμβανομένων ὄσων ἡ δικαιϊκή  ἀκριβοδικία μας βδελύσσεται, ἀκόμη καί στήν περιστασιακή της γενναιοδωρία.  Ἐάν ποτέ οἱ χριστιανοί  ποιμένες στοχαστοῦν ἐπαρκῶς αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἰδιότητα του Θεοῦ πού διατείνονται ὅτι διακονοῦν, ἕναν Θεό, ὁ ὁποῖος δέν διαθέτει ἀπλά ἀγάπη, ἀλλά πού εἶναι ὁ ἵδιος ἀγάπη, ἡ ἀπροϋπόθετη ἀγάπη « ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν»(Α΄Ἰω.4,8), ἡ «ἐπιστροφή τοῦ Θεοῦ» θά μποροῦσε  ὑπό προϋποθέσεις, νά λειτουργήσει εὐεργετικά γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, νά προσφέρει ἄν μή τί  ἄλλο καί μιά σπάνια εὐκαιρία γιά τόν ἱδρυματικό Χριστιανισμό καί τήν Ὀρθοδοξία  εἰδικότερα: τήν δυνατότητα νά  σταθοῦν στό ὕψος τῶν περιστάσεων καί νά ἀφήσουν πίσω τους τήν δικανική μικροψυχία, καταφάσκοντας τήν ἀνθρωπιά, τήν λογική καί προπάντων τήν χαρά τῆς ζωῆς ὡς δῶρο Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ὁ Χριστός στόν γάμο τῆς Κανᾶ,  ὅταν δέν λυπήθηκε νά «σπαταλήσει» ἕνα ὁλόκληρο θαῦμα  ὄχι ἐκεῖ πού «θά ἔπιανε τόπο», ἀλλά μόνο καί μόνο γιά νά προσφέρει ἕνα ἀρίστης ποιότητας κρασί στούς καλεσμένους τῶν νεονύμφων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη πιεῖ  ἀρκετό, γιά τήν παράταση τῆς ἀπόλαυσής τους, δηλαδή ἐν μέσω ἑνός γαμήλιου γλεντιοῦ.  Ἡ φιλάνθρωπη αὐτή στάση ἔχει ὡς προαπαιτούμενο τήν ἀπαρέγκλιτη συμπόρευση σύσσωμης  τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν Χριστό καί ὄχι μέ τούς Φαρισαίους, τούς αὐτοδικαιομένους μισανθρώπους πού ἐπιμένουν ἀδιάπτωτα μέχρι σήμερα νά θέτουν τό Σάββατο πάνω ἀπό τόν ἄνθρωπο καί τίς ἀνάγκες του.

 

 

 

 

 

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

Τό δακτυλίδι τοῦ Γύγη.


  Ἡ Πολιτεία τοῦ Πλάτωνα εἶναι διάλογος περί δικαιοσύνης, τό σύμβολο τῆς κοινωνίας δικαίου. Κοινωνία ὑφίσταται ὃταν ή δικαιοσύνη εἶναι δεσμός τοῦ συνόλου καί πόθος τῶν ἀτόμων, πόθος πού μένει ἀνεκπλήρωτος ἐάν ἀγνοοῦμε τήν οὐσία της καί τήν κατάστασή της. Ὑπάρχει καθαρή δικαιοσύνη; Ὑπάρχει ἐγγύηση ὄτι τήν ἐννοοῦμε ὀρθά;

   Ὁλοκληρωμένη γίνεται ἡ περί δικαιοσύνης συζήτηση στό δεύτερο βιβλίο τῆς Πολιτείας, ὅταν ὁ Γλαύκων παίρνει τόν λόγο, ἀναλαμβάνοντας ὀ ἴδιος τόν ρόλο συνηγόρου τοῦ διαβόλου, μέ τόν Σωκράτη νά  συμφωνεῖ.

   Ὁ Γλαύκων ἀρχίζει μέ ἀναφορά τήν προέλευση τῆς  δικαιοσύνης. Ἡ δικαιοσύνη, ἰσχυρίζεται, εἶναι προϊόν ἀδυναμίας, διότι ἐάν εἶχαν δίκαιοι καί ἄδικοι ἐξασφαλισμένη τήν ἀτιμωρησία, θά ἔκαναν ὄλοι τά χειρότερα ἐγκλήματα  γιά νά  κορέσουν τήν ἀπληστία τους. Ἡ δικαιοσύνη συνεπῶς δέν ἀνταποκρίνεται σέ κάποια καθαρή ψυχική διάθεση, ἀλλά σέ βιασμό τῆς θελήσεως, εἶναι συμβιβασμός πού ἐπιτρέπει τήν δύσκολη συνύπαρξη τοῦ συλλογικοῦ μέ τό ἀτομικό καί τίποτα ἄλλο. Ἡ ἀπόδειξη πού θά φέρει ὁ Γλαύκων γιά νά στηρίξει τήν θέση του, εἶναι ὁ μῦθος  τοῦ Γύγη (Πολιτεία 359d-360b3): 

    Ὁ Γύγης ἦταν βοσκός τοῦ τότε βασιλιά τῆς  Λυδίας, ὅταν μετά ἀπό ραγδαία βροχή καί σεισμό, ράγισε ἡ γῆ καί ἄνοιξε χάσμα στό σημεῖο ἀκριβῶς πού ἔβοσκε τό κοπάδι του. Ξαφνιασμένος ἀπό τό θέαμα, κατεβαίνει στήν σχισμή καί ἀνάμεσα σ’ ἄλλα θαυμάσια βλέπει, ἕνα χάλκινο ἄλογο, κούφιο, μέ κάποια μικρά ἀνοίγματα ἀπ’ ὅπου ἀπό περιέργεια περνᾶ τό κεφάλι του, καί τί νά δεῖ: ἓνας νεκρός κειτόταν ἐκεῖ μέσα, ἔτσι τοὐλάχιστον ἔδειχνε, μ’ ἔνα χρυσό δακτυλίδι στό χέρι, πού ὀ Γύγης χωρίς δισταγμό τό ἀφαίρεσε καί βγῆκε.

  Ὅταν σέ λίγο καιρό οἰ βοσκοί μαζεύτηκαν, ὅπως συνήθιζαν κάθε μῆνα, νά  ἐτοιμάσουν ἀναφορά στόν βασιλέα γιά τά κοπάδια του, κατέφθασε καί ἐκεῖνος φορῶντας τό δακτυλίδι. Ἐκεῖ λοιπόν πού καθόταν μέ τούς ἄλλους, ἔστριψε κατά τύχη τήν πέτρα τοῦ δακτυλιδιοῦ πρός τά μέσα καί ἔγινε ἄφαντος στοὐς συντρόφους του, οἱ οποίοι ἄρχισαν νά μιλοῦν γι’ αὐτόν ὡσεί ἀπόντα. Ἔκπληκτος στρίβει τό δακτυλίδι πρός τά ἔξω καί ἀμέσως φανερώθηκε. Ἀντιλαμβανόμενος τό γεγονός, ξαναδοκιμάζει γιά νά βεβαιωθεῖ ὄτι τό δακτυλίδι ἔχει πράγματι αὐτή τήν δύναμη, ὁπότε, γιά  μιά ἀκόμη φορά γυρνῶντας το πρός τά μέσα συμβαίνει νά ἐξαφανίζεται, νά ἐμφανίζεται δέ γυρνῶντας το πάλι πρός τά ἔξω. Ἀφοῦ σιγουρεύτηκε, τά καταφέρνει νά περιληφθεῖ στήν ἀντιπροσωπεία πού θά πήγαινε στό παλάτι καί ἐκεῖ ξελόγιασε τήν βασίλισσα, σκότωσε μέ τήν βοήθειά της τόν βασιλιά καί ἀνέβηκε ὁ ἴδιος στόν θρόνο.

 

 Πρῶτα πρῶτα ὁ μῦθος μᾶς κατατοπίζει γιά τόν Γύγη: ἦταν ἕνας βοσκός τοῦ τότε βασιλιᾶ τῆς Λυδίας. Ἡ ζωή του, ἡ ἱστορία του, τό παρουσιαστικό του, ὁ χαρακτήρας του, δέν ἐνδιαφέρουν τήν πηγή μας. Καθημερινή συναναστροφή τοῦ βοσκοῦ εἶναι ἡ ἄμορφη, ἐπιτηρούμενη καί χειραγωγουμένη ἀγελαία μᾶζα. Ἄν καί ὁδηγός τοῦ κοπαδιοῦ ἀδιαμφισβήτητος, χωρίς ὅμως καμμία ἐλευθερία νά καταπνίξῃ καί καμμία ἀνταρσία νά φοβηθῇ, ὁ βοσκός εἶναι κατά βάθος αὐθέντης χωρίς ὑπηκόους, ψευδοβασιλέας ὑποχείριος τῆς δυνάμεώς του. Ἀλλά δέν εἶναι μόνον ὁ βοσκός πού μεταχειρίζεται βιαίως τό κοπάδι του, εἶναι καί ὁ τύραννος-δεσπότης, (πολιτικός, ἐπαγγελματικός, πνευματικός, ἐκκλησιαστικός, γενικά θρησκευτικός) ὁ ἄνθρωπος τῆς δυνάμεως καί τῆς ἀδικίας. Καταφεύγοντας στήν ὠμότητα καί τήν αὐθαιρεσία, ὁ τύραννος-δεσπότης ἀναπαράγει ἐπί κοινωνικοῦ ἐπίπεδου τήν σχέση τοῦ βοσκοῦ πρός τά ζῷα του: μιά συνεννόησι τῆς ὁποίας ἡ γλώσσα συνίσταται σέ βιασμό.  

  Πληρώνουμε τίς δυνατότητές μας, ὄχι τίς ἀδυναμίες μας. Ὅσο περισσότερη δύναμη ἔχει ὁ ἂνθρωπος τόσο γονατίζει, τόσο μεγαλύτερη δίψα γιά δύναμη καί τόσο μεγαλύτερη ἀνημπόρια τόν  κατέχει. Ὁ Γύγης ἐπωφελεῖται τῆς δύναμης τοῦ δακτυλιδιοῦ, ξέροντας ὃτι ἀθέατος μπορεῖ νά κάνει ὁποιοδήποτε ἒγκλημα καί νά μείνει ἀτιμώρητος, ἀλλά γινόμενος πλάνος, δολοφόνος, σφετεριστής, ἀποδεικνύει πὠς ἐσχάτη καταφυγή τῆς αδικίας εἶναι ἡ ἀφάνεια. Ἡ ἀφάνεια τοῦ μυστικοῦ, τό κρύψιμο.

  Ή ἀλήθεια ὂχι μόνο δέν φοβᾶται νά ἐκτεθεῖ στό φως τοῦ ἣλιου, ἀλλά τό ἐπιζητεῖ. Ἡ ἀλήθεια πού ἀμελεῖ τήν ἡμέρα ἀναζητεῖ πίσω ἀπό τήν παρουσία τό ὂν και μεταμορφώνεται σέ ὂργανο ἐξουσίας. Τό ὂν στήν ἀφάνεια εἶναι κίνδυνος.  Ἡ ἐλεύθερη  θέας ἀλήθεια ἀνοίγει στόν ἣλιο καί ἀντί νά παραπέμπει τά ὄντα τό ἓνα στό ἄλλο  τά ἀφήνει νά λούζονται σέ ἓνα ὑπέροχο χρυσό φῶς. Ὁ τόπος τῆς  ἀλήθειας οὒτε στό Εἶναι βρίσκεται οὒτε στό ὂν, ἀλλά στήν σχέση μας μέ μιά σημασία ἀρχέγονη, στόν πόθο τοῦ Ἀγαθοῦ πού ἀποτελεῖ τήν πρώτη ὓλη τῆς  κοινωνίας καί λέγεται δικαιοσύνη.  Δέν ὐπάρχει ἓνας πρῶτος δίκαιος ἀπό τόν ὁποῖο ἐνδεχομένως θά πήγαζε  ἡ ἒννοια τῆς  δικαιοσύνης καί οὒτε ὑπάρχει περιεχόμενο τῆς δικαιοσύνης: δικαιοσύνη εἶναι ἡ κοινωνία ὡς ψυχισμός, ὁ ἒρως τοῦ  Ἀγαθοῦ, ὀ θεῖος ἒρωτας.

  Ἡ ἂδολη πλατωνική θεωρία εἶναι ἀκατανόητη καί ἀφόρητη γιά τόν σύγχρονο πολίτη, πού δέν πιστεύει παρά μόνο στήν καταστροφική ἰσχύ τῶν μηχανῶν καί τήν σοφία τῆς παγκόσμιας οἰκονομικῆς διοικήσεώς του. 

 

Ὅ,τι ἔμεινε μετά τήν ἀνάγνωση «ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ-ΠΟΙΗΤΙΚΗ», Πλατωνικά ζητήματα τοῦ Στέλιου Ράμφου

Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

Ὁ μῦθος τοῦ Σίσυφου.

 

Ἀνάγνωση, Ἀλμπέρ Καμύ

   «…Οἱ θεοί εἶχαν καταδικάσει τόν Σίσυφο νά ἀνεβάζει σπρώχνοντας ἀδιάκοπα ἕναν  βράχο ὡς τήν κορυφή ἑνός βουνοῦ ἀπ' ὅπου ὅταν ἔφθανε ὁ πέτρινος ὄγκος, μέ τό βάρος του, ξανάπεφτε. Οἱ Ἕλληνες εἶχαν σκεφτεῖ, κάπως δικαιολογημένα, πώς δἐν ὑπάρχει πιό φοβερή τιμωρία ἀπ' τήν χωρίς ὄφελος κι ἐλπίδα ἐργασία.

  Ἐάν πιστέψουμε τόν Ὅμηρο, ὁ Σίσυφος ἦταν ὁ πιό ἥσυχος, ὁ συνετότερος τῶν θνητῶν. Μιά ἄλλη  ὅμως παράδοση τόν παρουσιάζει σάν ληστή. Δέν βλέπω ἐδῶ καμιά διαφορά. Οἱ γνῶμες διαφέρουν πάνω στά αἴτια πού τόν ἀνάγκασαν νά γίνει ὁ χωρίς κέρδος ἐργάτης τοῦ Ἄδη. Κατ' ἀρχάς τοῦ καταλογίζουν κάποια ἀστοχασιά μέ τούς θεούς. Ἀποκάλυψε τά μυστικά τους. Ἡ Αἴγινα, κόρη τοῦ Ἀσωποῦ, ἀρπάχτηκε ἀπό τόν Δία. Ὁ πατέρας της ταράχτηκε ἀπ' τήν ἀπαγωγή καί ἀπευθύνθηκε στόν Σίσυφο. Αὐτός, πού ἤξερε γιά τήν ἀρπαγή, ὑποσχέθηκε στόν Ἀσωπό νά τόν βοηθήσει, μέ τόν ἀπαράβατο ὅρο ἡ Ἀκροκόρινθος νά δεχτεῖ τήν εὐλογία τοῦ νεροῦ ἀπό τούς οὐράνιους κεραυνούς.  Ὁ Ὅμηρος μᾶς διηγεῖται ἐπίσης ὅτι ὁ Σίσυφος ἀλυσόδεσε τόν Θάνατο. Ὁ Πλούτων δέν μπόρεσε νά ἀνεχθεῖ τό θέαμα τῆς ἔρημης καί σιωπηλῆς αὐτοκρατορίας του. Ἔσπευσε νά στείλει τόν θεό τοῦ πολέμου πού ἐλευθέρωσε τόν Θάνατο ἀπό τά χέρια τοῦ νικητοῦ του, Σίσυφου.

  Λένε ἀκόμα πώς ὅταν ὁ Σίσυφος ἦταν ἐτοιμοθάνατος θέλησε νά δοκιμάσει τήν ἀγάπη τῆς γυναῖκας του. Τήν διέταξε, ὅταν πεθάνει νά μήν τόν θάψει καί ν' ἀφήσει ἄταφο τό πτῶμα του στήν μέση τῆς δημόσιας πλατείας. Ὄντας ὁ Σίσυφος μετά τόν θάνατό του στόν Ἅδη, προσποιούμενος τόν θυμωμένο ἐξ αἰτίας  τῆς  ἄρνησης τῆς  γυναῖκας του νά τόν θάψει,  πῆρε τήν ἄδεια τοῦ Πλούτωνα νά ἐπιστρέψει στή γῆ γιά νά ρυθμίσει τά τοῦ ἐνταφιασμοῦ του καί νά τιμωρήσει δῆθεν τήν γυναῖκα του, δίνοντάς του τήν ὑπόσχεση τῆς ἐπιστροφῆς. Ἔτσι καί ἔγινε. Ὅταν ὅμως ξανάδε τήν ὄψη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, γεύτηκε τό νερό καί τόν ἥλιο, τίς ζεστές πέτρες καί τήν θάλασσα, δέν ἤθελε νά ἐπιστρέψει  στήν καταχθόνια σκιά. Οἱ προσκλήσεις, οἱ θυμοί, οἱ ἀπειλές καί οἱ συμβουλές τοῦ Πλούτωνα δέν ἀπέδωσαν. Γιά πολλά χρόνια ἀφέθηκε στήν λάμψη τῆς θάλασσας καί στά χαμόγελα τῆς  γῆς. Χρειαζόταν ἡ ἐπέμβαση τῶν Θεῶν. Τό ἔργο ἔπεσε στούς ὤμους τοῦ Ἑρμῆ πού ἀνέλαβε νά ἀποσπάσει τόν  θρασύ ἀπό τίς χαρές του καί νά τόν ὁδηγήσει πάλι μέ τήν  βία στόν Ἅδη ὅπου τόν περίμενε ὁ βράχος του.

 

    Ὁ Σίσυφος στόν ἑλληνικό μῦθο εἶναι ὁ πιό παράλογος ἥρωας. Τά πάθη του ὑπερέχουν τοῦ βασανιστικοῦ του  μαρτυρίου. Ἡ περιφρόνησή του γιά τούς θεούς, τό μίσος του γιά τόν θάνατο καί τό πάθος του γιά τήν ζωή,  τοῦ στοίχισαν αὐτό τό ἀνείπωτο μαρτύριο, νά δίνει δηλαδή ὅλο του τό εἶναι χωρίς ἀνταμοιβή. Εἶναι τό τίμημα πού  πληρώνει  γιά τά γήινα πάθη του. Ὁ μῦθος δέν μᾶς ἀφηγεῖται τίποτα γιά τόν Σίσυφο στόν Ἄδη. Οἱ μῦθοι φτιάχνονται γιά νά τούς ζωογονεῖ ἡ φαντασία.

  Σ' αὐτόν βλέπουμε μόνο ὅλη τήν προσπάθεια ἑνός τεντωμένου κορμιοῦ ν' ἀνασηκώσει τήν πελώρια πέτρα, νά τήν γυρίζει σπρώχνοντάς την πρός τήν κορυφή,  σέ μιά πλαγιά πού τήν ἔχει ἀνεβοκατέβει ἀμέτρητες φορές. Βλέπουμε τό συσπασμένο πρόσωπο, τό κολλημένο πάνω στήν πέτρα μάγουλο, τόν ὦμο  πού δέχεται τόν λασπωμένο ὄγκο, τό πόδι πού τόν στηρίζει, τήν διαστολή τῶν  μυώνων, τήν ἀνθρώπινη σιγουριά δυό χεριῶν γεμάτων γῆ. Στό ἔπακρο αὐτῆς τῆς  τρομερῆς προσπάθειας, τῆς μετρημένης μέ τό χωρίς οὐρανό διάστημα καί τόν χωρίς βάθος χρόνο, ὁ σκοπός ἐκπληρώνεται. Ὁ Σίσυφος τότε, κοιτάζει τήν πέτρα νά κατηφορίζει σέ μερικές στιγμές πρός αὐτόν τόν χαμηλό κόσμο ἀπ' ὅπου θά πρέπει νά τήν ἀνεβάσει πάλι στήν κορυφή. Ξανακατεβαίνει στήν πεδιάδα καί πάλι ἀπό τήν ἀρχή.

   Ὅσο διαρκεῖ αὐτή ἡ ἐπιστροφή, αὐτή ἡ παύση, ὁ Σίσυφος μ' ἐνδιαφέρει. Ἕνα πρόσωπο πού βασανίζεται τόσο κοντά στίς πέτρες εἶναι ἤδη πέτρα. Βλέπω αὐτόν τόν ἄνθρωπο νά ξαναπηγαίνει, βαδίζοντας βαριά μά σταθερά, πρός τό ἀτέλειωτο μαρτύριο. Αὐτή ἡ ώρα πού εἶναι σάν μιά ἀναπνοή καί ξανάρχεται τό ἀνελέητο ἴδιο, σίγουρα μέ τήν δυστυχία του, αὐτή ἡ ὤρα, εἶναι ἡ ὤρα τῆς συνείδησης. Σέ κάθε μιά ἀπ' τίς στιγμές της, ἀπό τότε πού ἀφήνει τήν κορυφή καί κατευθύνεται σιγά - σιγά πρός τίς τρῶγλες τῶν θεῶν, εἶναι ὑπέροχος μέσα στήν μοίρα του. Εἶναι πιό δυνατός ἀπό τόν βράχο του.

 

   Ἐάν αὐτός ὁ μῦθος εἶναι τραγικός, εἶναι γιατί ὁ ήρωάς του πονάει, ἔχει συνείδηση ὅτι ἡ ἐλπίδα τῆς εὐτυχίας ἀπουσιάζει παντελῶς ἀπό τήν ζωή του. Ὁ σύγχρονος ἐργάτης ὅλες τίς μέρες τῆς  ζωῆς του κάνει τήν ἴδια δουλειά κι αὐτή ἡ μοίρα δέν εἶναι λιγότερο παράλογη. Ἀλλά δέν εἶναι τραγικός, παρά στίς σπάνιες στιγμές πού ἀποκτᾶ συνείδηση. Ὁ Σίσυφος, προλετάριος τῶν  θεῶν, ἀνίσχυρος κι ἐπαναστατημένος, ἤξερε ὅλη τήν ἔκταση τῆς ἄθλιας ύπαρξής του: εἶναι ἐκείνη πού σκέφτεται ὅσο διαρκεῖ ἡ κατάβασή του. Ἡ σύνεση μέ τήν ὁποία δέχεται τό μαρτύριό του συμπληρώνει τήν ἴδια στιγμή τήν νίκη του. Δέν ὑπάρχει μοίρα πού νά μήν νικιέται μέ τήν περιφρόνηση.

  Ἔτσι, ἄν ἡ κατάβαση γίνεται γιά μερικές μέρες μέσα στόν πόνο, μπορεῖ νά γίνει ἐπίσης μέσα στήν χαρά. Αὐτή ἡ φράση δέν εἶναι ὑπερβολική. Φαντάζομαι ἀκόμα τόν Σίσυφο νά ξαναπηγαίνει πρός τόν βράχο του καί τόν πόνο ν' ἀρχίζει. Ὅταν οἱ εἰκόνες τῆς  γῆς μένουν τόσο δυνατά στήν  μνήμη, ὅταν ἡ ἐπιθυμία τῆς  εὐτυχίας γίνεται τόσο ἔντονη, στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου γεννιέται ὅλη ἡ θλίψη: εἶναι ἡ νίκη τοῦ βράχου, γίνεται βράχος ὁ ἴδιος. Ἡ ἀμέτρητη λύπη εἶναι ἀνυπόφορη. Εἷναι οἱ νύχτες μας στήν Γεσθημανή. Μά οἰ ἀβάσταχτες ἀλήθειες καταστρέφουν ὅταν μαθαίνονται. Ἔτσι, στήν ἀρχή, ὁ Οἰδίπους ὑπακούει στό πεπρωμένο πού ἀγνοεῖ. Ἡ τραγωδία του ἀρχίζει ἀπό τήν στιγμή πού μαθαίνει. Ἀλλά τότε, τυφλός κι ἀπελπισμένος, γνωρίζει ὅτι τό μόνο πού τόν κρατάει δεμένο μ' αὐτόν τόν κόσμο εἶναι τό δροσερό χέρι ἑνός κοριτσιοῦ καί μιά μεγαλόστομη φράση ἀντηχεῖ: "Παρά τίς τόσες δοκιμασίες, τά γερατειά καί τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς μου, μοῦ δίνουν τό δικαίωμα νά κρίνω πώς ὅλα εἶναι καλά". Ὁ Οἰδίπους τοῦ Σοφοκλῆ, σάν τόν Κιρίλωφ του Ντοστογιέφσκι, δίνει ἔτσι τόν τύπο τῆς  παράλογης νίκης. Ἡ ἀρχαία σύνεση συναντιέται μέ τό σύγχρονο ἡρωισμό.

  Ὅλη ἡ βουβή χαρά τοῦ Σίσυφου βρίσκεται ἐκεί. Τό πεπρωμένο του τοῦ ἀνήκει. Ὁ βράχος εἶναι ἡ πραγματικότητά του. Ὅμοια, ὁ παράλογος ἄνθρωπος ὅταν μελετάει τό μαρτύριό του, κάνει ὅλα τά εἴδωλα νά βουβαθοῦν. Στό ξαφνικά παραδομένο στήν σιωπή του σύμπαν, ὑψώνονται οἱ χιλιάδες μικρές ἔκθαμβες φωνές τῆς γῆς. Ἀσυνείδητες καί μυστικές ἐπικλήσεις, προσκλήσεις πρός ὅλα τά πρόσωπα, πού ἀποτελοῦν τήν ἀναγκαία ἐπιστροφή καί τό τίμημα τῆς νίκης. Δέν ὑπάρχει ἥλιος χωρίς σκιά καί πρέπει νά γνωρίσουμε τήν νύχτα. Ὁ παράλογος ἄνθρωπος λέει ναί καί ὁ ἀγῶνας του θά εἶναι πιά ἀδιάκοπος. Ἐάν ὑπάρχει ἕνα προσωπικό πεπρωμένο, δέν ὑπάρχει οὔτε μιά στιγμή ἐξαιρετικῆς τύχης ἤ τό πολύ νά ὑπάρχει μιά, ἐκείνη πού κρίνεται σάν μοιραία κι ἀξιοκαταφρόνητη. Ὅσο γιά τίς ὑπόλοιπες, ὁ ἄνθρωπος ξέρει πώς εἶναι κύριος τῆς ζωῆς του. Σ' αὐτή τήν κρίσιμη στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος ξαναγυρίζει στήν ζωή του, ὁ Σίσυφος- πηγαίνοντας πάλι πρός τόν βράχο του - μελετάει αὐτή τήν ἀσύνδετη σειρά τῶν  πράξεων πού γίνεται πεπρωμένο του, φτιαγμένο ἀπό τόν ἴδιο, ἀπλό κάτω ἀπ' τό βλέμμα τῆς μνήμης καί σφραγισμένο σέ λίγο μέ τόν θάνατό του. Ἔτσι,   πεπεισμένος γιά τήν ἐντελῶς ἀνθρώπινη προέλευση ὅλων τῶν ἀνθρώπινων, τυφλός πού ποθεῖ νά δεῖ καί ξέρει πώς ἡ νύχτα εἶναι ἀτέλειωτη, βρίσκεται πάντα σέ πορεία. Ὁ βράχος κυλάει ἀκόμα.

  Ἀφήνω τόν Σίσυφο στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς τό φορτίο του. Ὁ Σίσυφος ὅμως, συμβολίζει τήν ἀνώτερη πίστη πού ἀρνιέται στούς θεούς κι ἀνυψώνει τούς βράχους. Κι ἐκεῖνος κρίνει πώς ὅλα εἶναι καλά. Αὐτό τό σύμπαν, ἀδέσποτο στό ἐξῆς, δέν τοῦ φαίνεται ἄκαρπο οὔτε μάταιο. Ὁ κάθε κόκκος τῆς πέτρας, ἡ κάθε λάμψη αὐτοῦ τοῦ γεμάτου νύχτα βουνοῦ πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τήν μορφή ἑνός κόσμου. Ἀκόμα κι ὁ ἴδιος ὁ ἀγῶνας πρός τήν κορυφή φτάνει γιά νά γεμίσει μιά ἀνθρώπινη καρδιά. Ὡς ἐκ τούτου, τελικῶς, ὀφείλουμε  νά φανταστοῦμε τόν Σίσυφο εὐτυχισμένο»

Κομιστής, Γιῶργος  Δημόπουλος

  Ἀπό τήν ἐπαγγελματική ἐνασχολησή μου μέ τήν μετάφραση, τό μόνο ἔργο πού ἀγάπησα ἰδιαίτερα εἶναι ἡ  ἀνάγνωση τοῦ Σίσυφου ἀπό τόν Καμύ, τήν ὁποία μέ περικοπές δημοσιεύω σήμερα στήν Ἀντοψία. Φυσικά γνωρίζω τό γιατί: Μοιάζω στόν Σίσυφο, ὅπως μοιάζουν δύο σταγόνες νεροῦ. Ἐξ ἄλλου ὁ Καμύ παραμένει ὁ ἀγαπημένος μου σύγχρονος φιλόσοφος. Τόν ἀγάπησα μέ τό πού, ὡς πιτσιρικάς  ἀναζητητής, πρωτοδιάβασα τόν «Ξένο» του. Γ.Δ.

 

 

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

Ξέμπαρκα στο …….’’ Ξέμπαρκο’’ και άλλα από την Τήνο

Του Βασίλη Δαμιανάκη, Δασκάλου, Λυράρη, Ιεροψάλτου

 Σαν τον λυράρη που πεθύμησε παλιό σκοπό να παίξει για πάρτη του στο γλέντι κι όχι κατόπιν παραγγελίας και σαν τον ψάλτη που θέλησε να ψάλει το Χριστός Ανέστη μες στο κατακαλόκαιρο παραβλέποντας την τυπική διάταξη της ημέρας, βρέθηκα κι εγώ αλλότρια ταξιδευτής του νου μου, που μ’ έβαλε να αναστορηθώ βιώματα της πρώτης μου νιότης.

  Φθινόπωρο του 1991. Αποφασισμένος να αποχωριστώ το καταφύγιο που λέγεται οικογένεια, τη στοργή της μάνας, του …βράχου πατέρα μου το στήριγμα, ανήσυχος έφηβος, ποθώντας την προσωπική ανεξαρτησία από τα οικογενειακά στερεότυπα, θα βρεθώ στο νησί της Μεγαλόχαρης, για να φοιτήσω στην Εκκλησιαστική Σχολή της Τήνου. Ένα τεράστιο, αλλά αποφασιστικό βήμα, που όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, μου’ δωσε φτερά ανεξαρτησίας, εφόδια πνευματικά και εμπειρίες πάμπολλες.

  Το πρόγραμμα της Σχολής περιελάμβανε καθημερινά και την πολυπόθητη έξοδό μας. Σαν τα καράβια που οι καπετάνιοι αδημονούν να τα μπαρκάρουν σε απάνεμα λιμάνια, αδημονούσα κι εγώ να μπαρκάρω τον απατό μου στο αγαπημένο μου στέκι, το Ξέμπαρκο, ένα μικρό καφέ-ουζερί στην προκυμαία της Τήνου. Ήταν το πρώτο καφέ-ουζερί που πήγα σαν έφηβος. Εκεί ο πρώτος nes καφέ φραπέ, εκεί τα πρώτα γλυκά, εκεί οι πρώτες παρέες με φίλους από τη Σχολή. Θυμάμαι πόσο μ’ άρεσε να χαζεύω την κατάξανθη, σγουρομάλλα σερβιτόρισσα με τα καταπράσινα μάτια - Τερέζα την έλεγαν- , που η εφηβική δειλία δε μου επέτρεψε ποτέ να της εκφράσω τα συναισθήματα θαυμασμού μου κι ας ήταν αρκετά χρόνια πιο μεγάλη από μένα. Της είχα βγάλει και δίστιχο κι ας ήμουν μόνο δεκαπέντε χρονών. « Ξανοίγω σε, μα δε μπορώ κόρη ξανθομαλλούσα, γιατί μου θάμπωσες το φως του λογισμού μου μούσα». 

Να’ τανε θαύμα αυτό που ‘ζησα ένα φθινοπωρινό απόγευμα του 1991 στο Ξέμπαρκο; Στην παρέα ήμασταν εγώ, ο Γρηγόρης ο Φανουργάκης (βετεράνος πυγμάχος σήμερα), ο Παπουτσάκης κι ο Μαθιός ο Μαραυγάκης. Από το απεναντινό τραπέζι, εντελώς προκλητικά, δυο τύποι μπλαβομάτηδες, φορώντας χαλκάδες στα αυτιά, με γεμάτο το σώμα τατουάζ –για Γερμαναράδες μου κάνανε- καίγανε με τον αναπτήρα μια καρτ ποστάλ με την εικόνα της Μεγαλόχαρης. Η φωτιά είχε περάσει το εξωτερικό περίβλημα της κάρτας και πήγαινε προς το εσωτερικό που ήτανε η εικόνα της Μεγαλόχαρης. Κρύος ιδρώτας με έλουζε από το θέαμα που μου πρόσβαλε τα ιερά και τα όσια όπως επίσης και το Φανούργο, που ήταν έτοιμος σαν ανήμερο αγρίμι να τους ορμήσει. Η Παναγία τότε μας έδειξε σημάδι για να έχουμε να διηγούμαστε σήμερα, αρκετά χρόνια αργότερα στα παιδιά μας, στους μαθητές μας και σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο. Η φωτιά δεν περνούσε προς το εσωτερικό της εικόνας, αλλά είχε σταματήσει στο δεύτερο εσωτερικό πλαίσιο. Δοκίμασε με τον αναπτήρα του κι ο δεύτερος τουρίστας περιμετρικά της εικόνας, άλλα φαίνεται η Παναγία δεν επέτρεψε να συμβεί για να αναπτερώσει τη δική μας πίστη. Άρχισαν να βρίζουν στη δική τους γλώσσα, μη μπορώντας να δώσουν εξήγηση σε αυτό που συνέβαινε.

  Ξάφνου ο Φανούργος που κοίταζε μανιασμένος τον ένα από τους δύο, έτοιμος να τού ορμήσει και να τού πάρει την εικόνα, μού λέει: « Ρε συ, ζαλίζομαι. Με το που ανταμώσανε τα βλέμματά μας μ’έπιασε η κεφαλή μου και η καρδιά μου χτυπά δυνατά. Πάω όξω να πάρω αέρα».

  Αφού δεν κατάφεραν να κάψουν την κάρτα οι άπιστοι, την τσαλάκωσαν εμφανώς τσατισμένοι, την πέταξαν στο τασάκι με τα αποτσίγαρά τους, ενώ προηγουμένως ξεστόμισαν πάλι κάμποσες βρισιές στη γλώσσα τους. Το συμβάν παρακολουθούσε και η ξανθιά λατρεμένη μου σερβιτόρισσα που έκανα ιδιαίτερη αναφορά πιο πάνω και που η καημένη προσπαθούσε απλά να παραμένει ψύχραιμη περίλυπη για αυτό που αντίκριζε. Μετανιώνω έπειτα από τόσα χρόνια που δεν περίμενα να πάρω από το τασάκι την άκαφτη, θαυματουργή εικόνα-κάρτα που σήμερα θα είχα φυλαχτό μου και αποδεικτικό πειστήριο σε όσους δεν πιστεύουνε τα γραφόμενά μου. Άραγε να θυμάται ο φίλος μου ο Φανούργος ή πέταξε τη στιγμή στον …κάδο ανακύκλωσης του νου…..

  Συνεχίζοντας ξέμπαρκα, ανασέρνω στη θύμησή μου μια Κυριακή πρωί, που ήταν γεμάτο το Ξέμπαρκο κυρίως από μαθητές της Σχολής. Οι συζητήσεις έδιναν και έπαιρναν, όπως και οι παρτίδες στο τάβλι. Αν και το κάπνισμα απαγορεύονταν αυστηρά εντός και εκτός της Σχολής, οι πιο τολμηροί δε δίσταζαν να στερηθούν αυτή τους την απόλαυση και κάπνιζαν ανενόχλητοι, αγνοώντας το ποινολόγιο και τις επιπτώσεις σε περίπτωση που γίνονταν γνωστή στη Διεύθυνση αυτή τους η πράξη.

   Ξαφνικά την ωραιότητα και την ξεγνοιασιά της στιγμής ήρθε να πατάξει η φωνή ενός νεαρού μαθητή της Σχολής, Σαμιώτη στην καταγωγή, του Ελευθερίου του Νίκου, ο οποίος προειδοποιούσε άπαντες ανήσυχος, έτοιμος να σκάσει εύσωμος καθώς ήταν, με τα παρακάτω: «Σύρμα! Τα τσιγάρα μ…..! Ο Μπάρμπας! Ο Μπάρμπας!». Ο «Μπάρμπας» ήταν ο Σχολάρχης μας, ο οποίος περνούσε απ’ έξω με το αυτοκίνητό του, αλλά έκοβε κίνηση προς τα ενδότερα του μαγαζιού. Συνήθιζε να μας αιφνιδιάζει με ξαφνικές… εφόδους κι αυτό συνέβαινε τακτικά μέσα κι έξω απ’ τη Σχολή, αφού είχε την ευθύνη και των οικότροφων σπουδαστών, εκτός των διοικητικών καθηκόντων της Σχολής.

  Κι ενώ η αναστάτωση εντός του μαγαζιού ήταν μεγάλη, με τα τσιγάρα να σβήνουν, οι μπύρες να εξαφανίζονται πάνω από τα τραπέζια, κάποιοι να μπαίνουν και στις τουαλέτες να κρυφτούν, στο τραπέζι που ήταν στο παράθυρο, ο Σιδέρης με τον Προκόπη συνέχιζαν την παρτίδα τους κανονικά σαν να μην συνέβαινε τίποτα. «Σιδέρη δεν ακούς; Σβήσε το…..», ακούστηκε ξανά πιο έντρομη η φωνή του Ελευθερίου. Ο χαρισματικός στην υπομονή, με την απόλυτη ηρεμία και αποφασιστικότητα που τον διέκρινε, Σιδέρης, απάντησε προσηλωμένος στην παρτίδα του στο τάβλι, χωρίς ούτε καν να κοιτάξει από το παράθυρο, αφήνοντάς μας όλους άφωνους. « Τι λέτε ρε χαζοβιόληδες; Το τσιγάρο απαγορεύεται. Εγώ δεν φουμάρω τσιγάρο, φουμάρω πούρο. Δε βλέπετε;». Όντως ο αθεόφοβος Σιδέρης κάπνιζε επιδεικτικά ένα τεράστιο πούρο ως άλλος μεγιστάνας, αποδεικνύοντάς μας περίτρανα για πολλοστή φορά, πως δε μπορούσε κανένας να του χαλάσει τη διάθεση, αφού είχε γεννηθεί για να γράφει τους πάντες και τα πάντα, προκειμένου να περάσει καλά.

   Ο Σιδέρης ήταν εκείνος που ως πρόεδρος δεκαπενταμελούς της Εκκλησιαστικής Σχολής Τήνου, θέλησε να γράψει τη δική του ιστορία οργανώνοντας κατάληψη την εποχή που είχαν ξεκινήσει να είναι της μόδας οι καταλήψεις στα σχολεία. Είχαμε σηκωθεί χαράματα, γράψαμε πανό, ασφαλίσαμε την κεντρική είσοδο της Σχολής με λουκέτο και αγωνιούσαμε για την αντίδραση του Διευθυντή και των καθηγητών. Αφήσαμε όμως το μάγειρα, τον Μπον να μπει με τον βοηθό του -νηστικοί θα μέναμε;- που φανερά εκνευρισμένος φώναζε: « Όποιος θέλει κατάληψη να πάει στο χωριό του!».

   Κατά τις 08:00 το πρωί περνά ο Διευθυντής με την κλούβα του την κόκκινη προς τα πάνω, έχοντας μαζί του την κόρη του την Ελένη που θα την άφηνε πλησίον του ναού της Μεγαλόχαρης. Φλεβάρης μήνας ήτανε και τότε οι μαθητές του Γυμνασίου που γράφανε εξετάσεις εκτός από τον Ιούνιο και το Φλεβάρη, πήγαιναν κάθε πρωί πριν τις εξετάσεις να ανάψουν κερί στη Μεγαλόχαρη για να ζητήσουν τη βοήθειά της, ώστε να γράψουν καλά. Κοίταξε προς το μέρος μας και μας ανεβοκατέβασε το δεξί του χέρι θέλοντας να μας προειδοποιήσει για το τι θα ακολουθούσε. Δεν πέρασε πολλή ώρα και βλέπουμε τον Σχολάρχη να πλησιάζει προς το μέρος μας έξαλλος και απευθυνόμενος στον αποφασιστικό και πολλά υποσχόμενο πρόεδρό μας έκραξε: «Σιδέρη άνοιξε!», σπρώχνοντάς ταυτόχρονα την καγκελόπορτα φανερά ενοχλημένος, αφού με αυτή την κατάληψη θα επηρεάζονταν αρνητικά το κύρος της Σχολής που εκείνος διεύθυνε. « Η Σχολή τελεί υπό κατάληψη!», τόλμησε να απαντήσει με τρεμάμενη φωνή ο Σιδέρης. « Σιδέρη άνοιξε!» ξανακούστηκε η φωνή του Διευθυντή πιο έντονη τώρα, προσπαθώντας να εισβάλλει σκαρφαλώνοντας από τα κάγκελα. Ο Σιδέρης άνοιξε στον Σχολάρχη - και ποιος δεν θα άνοιγε άλλωστε- , αφαίρεσε το λουκέτο από την καγκελόπορτα, τού επέτρεψε την είσοδο, αφού το θάρρος του είχε καταρρεύσει μπροστά στις απειλές που εκτόξευε λεκτικώς και επιτυχώς ο Σχολάρχης…

Ἀκροτελεύτιο. Ο Ελευθερίου - παπά- Νικολής σήμερα- ήταν πρωταγωνιστής και σε μια ξαφνική, νυχτερινή έφοδο του Διευθυντή της Σχολής στο πίσω μέρος, εκεί που ήταν οι απλώστρες. Καθώς έπεσε το σύρμα ότι ο…..Μπάρμπας αιφνιδιαστικά πηδούσε από τον τράφο που βρίσκονταν στο βορινό τμήμα της Σχολής, για να πιάσει στα πράσα «κρυφοκαπνιστάκια», όλοι εξαφανιστήκαμε να πάμε να αλλάξουμε ρούχα για να μη μυρίζουμε και να βάλουμε στο στόμα μας οδοντόκρεμα. Μα ο Ελευθερίου πού να τρέξει, αφού τα περιττά κιλά του δεν το επέτρεπαν, με αποτέλεσμα να γκρεμοτσακιστεί στην προσπάθειά του να κρυφτεί σε ένα πεζούλι απέναντι από της…Βαρβάρας. Δόθηκε προσκλητήριο ευθύς αμέσως για συγκέντρωση στην τραπεζαρία. Τελευταίος και καταϊδρωμένος έφτασε ο Ελευθερίου, όλο πληγές στα γόνατα, και κουτσαίνοντας. Ποιος δεν γέλασε όταν τον είδε… Προδόθηκε από τα τραύματά του ο θρυλικός καντινιέρης, που μια φορά μέσα στην καντίνα κατάπιε με μια μπουκιά ένα ολόκληρο κρουασάν ΚΑΤΣΕΛΗΣ και εγώ απόμεινα να τον κοιτάω έκπληκτος μικροκαμωμένος καθώς ήμουν.

Αξίζει να αναφερθώ και σε κάτι τελευταίο που έζησα με τον Ελευθερίου. Θα ταξίδευε για τη Σάμο εκτάκτως κι εγώ αφού πήραμε άδεια από το διευθυντή, κατέβηκα να του κάνω παρέα. Πήγαμε στο Ξέμπαρκο. Ξαφνικά θυμήθηκε να πάρει τηλέφωνο τον διευθυντή και να του πει κάτι για την καντίνα. Ο διευθυντής που ήξερε ότι ο Ελευθερίου καπνίζει του λέει από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής: «Ελευθερίου μυρίζεις το ξέρεις; Σβήσε το αμέσως μην έρθω εκεί που είσαι». Βλέπω τον Ελευθερίου να τρέμει και να κομπιάζει η φωνή του. Όταν έκλεισε το τηλέφωνο, ψαρωμένος όπως ήταν μου λέει: «Με μύρισε ο Μπάρμπας από το τηλέφωνο δικέ μου. Το κατάλαβε ότι κάπνιζα…».

Τρίτη 6 Ιουνίου 2023

Συνέντευξη τῆς κ. Μαργαρίτας Ἀπέργη, Διευθύντριας τοῦ Γενικοῦ Λυκείου μας.

 

 Τι γεύση σάς αφήνει η ενασχόλησή σας  με την εκπαίδευση;

  Γεύση… γλυκιά! θα έλεγα. Η επαφή με το παιδί, με τον έφηβο, όταν στηρίζεται στην  αγάπη, την κατανόηση, την ειλικρίνεια, την αμοιβαία εμπιστοσύνη, χτίζει σχέση, υφαίνει σχέση πνευματική,  που την αναπολεί κανείς σε όλη του τη ζωή. Γιατί πώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε τις επαναλαμβανόμενες συζητήσεις στις παρέες για τα μαθητικά χρόνια, τους δασκάλους, τους καθηγητές είτε με πρόσημο θετικό είτε αρνητικό. Αν ο εκπαιδευτικός επιδράσει σωστά πάνω στο μαθητή του, μέσω της σχέσης που έχουν αναπτύξει, θα επιδράσει καθολικότερα στη διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.

 Αλλά και ο δάσκαλος ενηλικιώνεται παραμένοντας παιδί στην ψυχή. Γερνάει φυσιολογικά, αλλά συνθλίβει  μέσα του το χρόνο, μένει νέος στην ψυχή για να «καταλαβαίνει», να απολαμβάνει το  μαθητή του, να τον διδάσκει και να τον παιδαγωγεί. Αυτό θεωρώ είναι και το σημαντικότερο πλεονέκτημα του επαγγέλματός μας!

 Έχετε μετανιώσει για το επάγγελμα που επιλέξατε;

   Το ίδιο θα επέλεγα και τώρα! Ήταν συνειδητή  η επιλογή μου. Γεννήθηκε από την παρουσία του θείου μου, φιλολόγου κ. Σάββα Απέργη, αναπτύχθηκε  από την πρώτη στιγμή που ήρθα σε επαφή με το αρχαίο κείμενο στα γυμνασιακά χρόνια και εξελίχθηκε στα χρόνια του Λυκείου, όταν γνώρισα από τους εξαιρετικούς μου φιλολόγους  την γοητεία της γλώσσας και της σκέψης της γραμματείας, αρχαίας και νεοελληνικής. Το δασκαλίκι είναι μεράκι και θέλει πάθος!   Αν πρόσφερα κάτι στην Εκπαίδευση το οφείλω στο μεράκι που ένιωθα γι’ αυ­τήν.

 Ποια τραγωδία σάς συγκινεί περισσότερο;

  Η επιλογή είναι δύσκολη γιατί η τραγωδία, κάθε τραγωδία συγκινεί! Τελευταία διάβασα τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη. Η τραγωδία αυτή για τη δυστυχία του πολέμου «διδάχτηκε» το 415 π.Χ., το ίδιο το καλοκαίρι που ο αθηναϊκός στόλος ξεκίνησε εναντίον της Σικελίας. Ο ποιητής, βαθιά ανήσυχος εξαιτίας της απόφασης των Αθηναίων, ήθελε να παρουσιάσει στους συμπατριώτες του, τους συγκεντρωμένους στο θέατρο του Διονύσου κάτω από την Ακρόπολη την εικόνα του πολέμου σε όλη του την αγριότητα.

  Ο Ευριπίδης επιλέγει να μιλήσει για τη δυστυχία των ηττημένων μέσα από τη ματιά των αιχμάλωτων γυναικών της Τροίας, των Τρωάδων, που ετοιμάζονται, σκλάβες πια, να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και να ακολουθήσουν τους νικητές Έλληνες σε μια νέα, άγνωστη πατρίδα. Η κατάληψη της Τροίας συνοδεύτηκε από σφαγή και ολοσχερή  καταστροφή καθώς και από βεβήλωση των ιερών. Αυτή η προκλητική στάση των Ελλήνων, των νικητών, προκάλεσε την οργή των θεών με αποτέλεσμα ο «νόστος» των Αχαιών να μετατραπεί σε πικρό ταξίδι.  Ελάχιστοι κατάφεραν να συνεχίσουν ειρηνικά τη ζωή τους στις πατρίδες τους. 

  Ο τολμηρός ποιητής εκθέτει ανεπανόρθωτα τους νικητές,  που μέσα στην αλαζονεία τους αναδεικνύονται υβριστές… «Η Άτη που από το μέρος των θεών είναι το πεπρωμένο που αυτοί στέλνουν στους ανθρώπους, ενώ από το μέρος των ανθρώπων  παριστάνεται σαν πνευματική τύφλωση, που στην αρχή έρχεται κοντά τους χαμογελαστή, τους θολώνει όλο και περισσότερο το μυαλό, τους ξεγελά και τους οδηγεί στην Ύβρη που επισύρει τη Νέμεση» (Άλβιν Λέσκυ)

  Η Εκάβη, ως η αιώνια  μάνα, βρίσκεται στο κέντρο του δράματος του Ευριπίδη, η Κασσάνδρα, η Ανδρομάχη, η Ελένη προβάλλουν ως σύμβολα της αθέατης πλευράς του πολέμου, της γυναίκας και έρχονται να μας υπενθυμίσουν πως τα δεινά του πολέμου και η συμφορά της προσφυγιάς δεν έχουν εγκαταλείψει την ανθρωπότητα από τον καιρό του τρωικού πολέμου μέχρι σήμερα και, δυστυχώς, δεν γνωρίζουν γεωγραφικά σύνορα.

 Ποιος Έλλην φιλόσοφος σάς σημάδεψε;

  Ανεξάντλητες δεξαμενές φιλοσοφικής έμπνευσης και προβληματισμού, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης υπήρξαν δύο προσωπικότητες µε διαφορετική ιδιοσυγκρασία: ο ένας µε φύση ποιητική, ο άλλος πιο ρεαλιστικός και επιστημονικός, ο ένας µε το βλέµµα στραµµένο στον ουρανό, ο άλλος πιο γήινος. Και οι δύο σφράγισαν την πνευματική ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Τον Αριστοτέλη τον γνώρισα διδάσκοντάς τον στο πλαίσιο του αναλυτικού προγράμματος των   Αρχαίων Ελληνικών στην Γ΄ τάξη και θα τον μελετήσω στη …  σύνταξη! Τον Πλάτωνα  η γενιά μου τον γνώρισε στα μαθητικά της  χρόνια και αργότερα στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας  ήταν αντικείμενο σοβαρής μελέτης. Άρα μου είναι πιο οικείος….. Είναι και αυτός ένας λόγος που διστακτικά το λέω, μα τον προτιμώ. Είναι ταυτισμένος με τον Σωκράτη, εφόσον το έργο του Πλάτωνα εμπεριέχει τις διδασκαλίες του μεγάλου του δασκάλου και γοητεύει με τον τρόπο που  χειρίζεται τη γλώσσα προσδίδοντάς της λογοτεχνικό ενδιαφέρον. «Ο Πλάτων μπόρεσε να φτάσει σε ανοιχτόκαρδη οικειότητα χωρίς να καταφύγει σε χυδαιότητες και σε μεγαλοπρέπεια χωρία να γίνει λεξιθήρας. Αν κάποτε υπήρξε κάτι το αυθεντικά αρχοντικό, που να υψώνεται πάνω από τα καθημερινά χωρίς να τα περιφρονεί, που να μας πείθει για την ανωτερότητά του χωρίς να μας προκαλεί, που είναι λεπτό κι ευγενικό χωρίς να είναι καχεκτικό και άπραγο, αυτό είναι το ύφος του Πλάτωνα» κατά τον σοβαρό μελετητή του Ηλία Σπυρόπουλο.

 Ποιον -ποια σύγχρονο λογοτέχνη-λογοτέχνιδα εκτιμάτε;

  Εδώ και αρκετά χρόνια γυρίζω  πίσω στα νεανικά μου διαβάσματα. Ίσως είναι χαοτική η σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή και δεν μπορώ να την παρακολουθήσω. Εξαιρέσεις υπάρχουν…  Μάλλον  έχω ανάγκη στην ωριμότητά μου να σκύψω στα κλασικά λογοτεχνικά κείμενα που με συντρόφεψαν στη νεότητά μου, να τα θυμηθώ, να τα μελετήσω με μια νέα οπτική. Πεζογράφοι της Νέας Αθηναϊκής Σχολής κατά προτίμηση Βιζυηνός, γενιά του 30 με τους Μικρασιάτες λογοτέχνες, Καζαντζάκης, Ρώσοι κλασικοί με συγκινούν… Από τους σύγχρονους έχω διακρίνει τον Γιάννη Καλπούζο με τα ιστορικά του μυθιστορήματα. Με συναρπάζει η γοητευτική περιπλάνηση σε άλλες εποχές, η γνώση λεπτομερειών του ιστορικού γίγνεσθαι. Και όπως ο ίδιος λέει «Αισθάνομαι ότι ζω πολλές ζωές. Συνάμα μ’ ενδιαφέρει το ράμμα, η συνέχεια του ελληνισμού. Πασχίζω να ανακαλύπτω πόσα κουβαλάμε ακόμη από το παρελθόν, ενώ νιώθω να δένομαι πιο σφιχτά με τις ρίζες μας. Είναι στάση ζωής αυτό, ως προς τη διατήρηση της ελληνικότητάς μας αλλά και της αξιοπρέπειάς μας. Αν ξεκοπούμε απ’ τι ρίζες μας, θα γίνουμε κισσοί και θα ψάχνουμε αλλού στηρίγματα, στα δάνεια, στους ξένους, που εν πολλοίς ήδη συμβαίνει.»

 Υφίσταται πτώχευση Παιδείας;

  «οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἔχουσα εἰς Ἅιδου ἡ ψυχὴ ἔρχεται πλὴν τῆς παιδείας τε καὶ τροφῆς» (Η ψυχή δεν έχει τίποτε μαζί της πηγαίνοντας στον Άδη, παρά μονάχα την παιδεία της και τον τρόπο της ζωής που έκανε·)Πλάτων, Φαίδων 107d

   Ήδη από τον 5ο αι. ως όρος της παιδαγωγικής δηλώνει τη γενικότερη πνευματική και ψυχική καλλιέργεια του ανθρώπου και μαζί τον πολιτισμό του. Αποτελεί προνόμιο μόνο του ανθρώπου -γι' αυτόν τον λόγο άλλωστε αποδίδεται στα λατινικά ως humanitas, και δεν ταυτίζεται με τον όρο «Εκπαίδευση» που αναφέρεται στενά στη μόρφωση  που παρέχει το Σχολείο  στις εκπαιδευτικές του βαθμίδες. Η παιδεία  αρχίζει εκεί ακριβώς όπου σταματάει η εκπαίδευση. (Π. Μπουκάλας) Κι αν το σχολείο δεν είναι και τόπος παιδείας, καλλιέργειας, αγωγής εκτός από χώρος στεγνής μάθησης δεν εκπληρώνει τον προορισμό του.

  Η κοινωνία εδώ και κάποια χρόνια δεν έχει σε πρώτη προτεραιότητα την Παιδεία. Η πολιτική επίσης. Οικονομική δυσχέρεια, ψηφιακή επανάσταση, εικονική πραγματικότητα, κοινωνική αποξένωση και πολλά άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος   αποπροσανατολίζουν ιδιαίτερα τον νέο από τον «δύσκολο» δρόμο της παιδείας. Η κατάσταση αυτή αντικατοπτρίζεται και στην Εκπαίδευση, της οποίας θεμέλιο είναι ένα εξετασιοκεντρικό  σύστημα, απλωμένο και στις τρεις τάξεις του Λυκείου, με ύλη εξοντωτική για μαθητές και διδάσκοντες από άποψη ποσότητας και βαθμού δυσκολίας. Είναι τραγικό να στερεύει η χαρά της γνώσης τόσο πρόωρα και να πρέπει να πείσεις τους μαθητές σου ότι η γνώση και η μόρφωση δεν είναι αγγαρεία, αλλά δικαίωμα που θα τους ανοίξει «πλούσιους δρόμους» στη ζωή τους, θα τους εξασφαλίσει την πραγματική τους ελευθερία, θα τους κάνει δυνατούς απέναντι σε όποιον τους επιβουλεύεται και επιδιώκει να τους καθυποτάξει  πνευματικά, να τους χειραγωγήσει.

 Τι σημαίνει για σάς η λειτουργία φροντιστηρίων

  Ο θεσμός του φροντιστηρίου, κατά τη γνώμη μου, είναι επιλογή των πολιτικών που συντηρούν ένα Σχολείο που ήδη περιέγραψα. Ένα σχολείο που από την Α΄ Δημοτικού  δημιουργεί το άγχος του ανταγωνισμού αντί του συναγωνισμού, της κάλυψης της διδακτέας ύλης αντί της ουσιαστικής γνώσης, της εκμάθησης μιας – δύο - τριών γλωσσών, της επιτυχίας στην πανεπιστημιακή σχολή ως επιβεβαίωση της προσωπικότητας μαθητών και γονιών συντηρεί την παραπαιδεία. 

Διευθύντρια ή καθηγήτρια;

 Την ιδιότητα του Διευθυντή την έχω αποκτήσει τα δύο τελευταία χρόνια μετά τη συνταξιοδότηση του αγαπημένου μας Γιώργου Αντωνόπουλου και στις πρόσφατες κρίσεις  ορίστηκα και πάλι Διευθύντρια στο Γενικό Λύκειο Τήνου. Ήταν για μένα μια φυσική εξέλιξη λίγο πριν την συνταξιοδότηση να εργαστώ για το Σχολείο μου και από αυτή τη θέση.

  Δεν προβληματίζομαι να απαντήσω στο ερώτημα. Η θέση της Διοίκησης είναι στεγνή και τυπική. Είμαι ευχαριστημένη όταν διδάσκω και απολαμβάνω τους μαθητές μου, όταν βλέπω τα μάτια τους να περιμένουν να με ακούσουν, όταν ακούω το γέλιο τους, όταν δέχομαι το πείραγμά τους ακόμα και όταν θυμώνουν. Σε δύσκολες φάσεις της ζωής μου αυτά τα μάτια μου έδιναν την απαιτούμενη δύναμη και γι’ αυτό ευχαριστώ όλα τα παιδιά που με τη σειρά τους με δίδαξαν, με συγκίνησαν,  με ωρίμασαν από το 1985 που ξεκίνησα την επαγγελματική μου πορεία.

Βέβαια και η θέση του Διευθυντή είναι μια  πρόκληση   για μένα την οποία και θέλω να υπηρετήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για το καλό του Σχολείου.

 Θα μπορούσατε να εργαστείτε εκτός Τήνου;

 Πιστεύω πως ναι. Όμως είμαι πολύ ευχαριστημένη που όλα αυτά τα χρόνια εργάστηκα ως φιλόλογος στο ίδιο Σχολείο από το οποίο αποφοίτησα ως μαθήτρια. Και είναι πολύ συγκινητικό να συναντάς τους μαθητές σου πολλά χρόνια αργότερα ως γονείς, επιχειρηματίες, συναδέλφους.

 Τις ελεύθερες ώρες σας τι σάς αρέσει να κάνετε;

  Περιορισμένος ο ελεύθερος χρόνος μου… περιορισμένα χόμπι…. Βασικά διάβασμα, λίγη περιήγηση στο διαδίκτυο…, σύντομοι περίπατοι…

 Ποιο όνειρό σας εύχεσθε να γίνει πραγματικότητα;

  Να ζήσω  όμορφα τα χρόνια που η Κλωθώ μου έχει υφάνει, να γεράσω υγιής πλαισιωμένη από τα αγαπημένα μου πρόσωπα! Τη ρήση του Σόλωνα του Αθηναίου «μηδένα προ του τέλους μακάριζε» τη φέρνω συχνά στο μυαλό μου.

Μετά τη συνταξιοδότηση τι;

  Είναι αλήθεια πως με προβληματίζει η στιγμή που θα σημάνει το τέλος του εργασιακού μου βίου. Θα δούμε!

Πιο δυνατό, μάνα ή γιαγιά;

 Μοιραία μας έρχεται στο νου «του παιδιού σου το παιδί είναι δυο φορές παιδί.» Ως  μάνα βιώνεις πρωτόγνωρα και μοναδικά  συναισθήματα. Η ανατροφή των παιδιών με τις όμορφες και δύσκολες φάσεις τροφοδοτεί  μια πολύ συναισθηματικά ισχυρή σχέση, σχέση ζωής. Όμως το άγχος της σωστής διαπαιδαγώγησης, πιο έντονο στο πρώτο παιδί, σε συνδυασμό με τη νεανική ηλικία, την έλλειψη πείρας, το φόβο της αποτυχίας του γονιού βαραίνουν τη μάνα!

  Αυτά όταν γίνεσαι γιαγιά ελλείπουν… Η γιαγιά έμπειρη πλέον, κατασταλαγμένη ξαναγίνεται μάνα, πιο χαλαρή… απαλλαγμένη από την κύρια ευθύνη της ανατροφής. Προτεραιότητα της γιαγιάς είναι τα μικρά πλασματάκια που την ξαναγυρίζουν πίσω στα χρόνια της νιότης. Ο ρόλος της γιαγιάς, είναι η μαγεία,  που θα τους ακολουθεί στις μνήμες των παιδικών τους χρόνων. 

 Ποια θεωρείτε ως την πιο σπουδαία αρετή σ΄  έναν άνθρωπο;

 Την αξιοπρέπεια. Έννοια περίπλοκη που καθορίζει τον τρόπο που ο άνθρωπος σκέφτεται, εκφράζεται, πράττει. Είναι αυτή που διαμορφώνει την στάση ζωής που υιοθετούμε σύμφωνα με την οποία σεβόμαστε τον εαυτό μας , δεν τον ταπεινώνουμε, δεν πέφτουμε σε μικρότητες. Ο Immanuel Kant  υποστήριξε ότι ο άνθρωπος δεν έχει τιμή αλλά αξία και αυτή, δεν είναι άλλη από την αξιοπρέπεια του. Επομένως, και σύμφωνα με το τι ορίζουμε αξιοπρέπεια είναι η συναίσθηση της προσωπικής μας αξίας και η εξασφάλιση της με έντιμες πράξεις, αρμοστές στην ηθική μας.

Η αξιοπρέπεια, «το καθαρό κούτελο» -βασική συμβουλή της προηγούμενης γενιάς στα παιδιά της-  είναι θέμα επιλογής και προσωπικής ευθύνης στην ζωή μας  που  «Μόνο μια λάμψη ο άνθρωπος· κι αν είδες, είδες!» (Ο Κήπος με τις Αυταπάτες, Οδ. Ελύτη)

 

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2023

Ἀποκλειστική συνέντευξη τοῦ Ηugo Dixon γεωπολιτικοῦ-γεωοικονομικοῦ ἀναλυτῆ τοῦ Πρακτορείου Ρώϋτερ, στήν «Ἀντοψία».

 

Κύριε Ντίξον,

  Στήν πράξη εἴδαμε (Μπερλουσκόνι, Τράμπ) ὅτι ὁ  συνδυασμός πολιτικῆς καί οἰκονομικῆς δύναμης πλήττει βάναυσα τήν  δημοκρατία. Ἄν ὄντως πρόκειται γιά  σοβαρό  κίνδυνο, πῶς μπορεῖ νά ἀντιμετωπιστεῖ;

  Ναί, ὁ λαϊκισμός εἶναι πραγματικά πολύ σοβαρό  θέμα. Διαφθείρει τη δημοκρατία. Ἄν ὁ Τράμπ κέρδιζε δύο φορές στή σειρά, ἡ Ἀμερική -καί ὁ κόσμος- θα εὐρίσκετο  σέ πολύ δεινή κατάσταση.

  Δέν εἶναι μόνο στήν Ἀμερική. Εἴχαμε τόν Τζόνσον στήν Μεγάλη Βρετανία, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔδωσε τό Brexit. Ἐπί πλέον, ὁ Μπολσονάρο στήν Βραζιλία, ὁ Ἐρντογάν στήν Τουρκία, ὁ Μόντι στήν Ινδία. Οι λαϊκιστές προσφέρουν ἀπλοϊκές λύσεις, οἱ ὁποῖες δέν εἶναι πραγματικές λύσεις - καί συνήθως κερδίζουν τίς ἐκλογές μέ τήν ἐθνικιστική ρητορική πού δημιουργεῖται λόγω τῶν  δυσκολιῶν μέ τίς μειονότητες στό ἐσωτερικό ἀλλά καί μέ ἄλλες χῶρες.

  Γιά νά εἴμαστε ἀσφαλεῖς ἀπέναντι στούς λαϊκιστές, εἶναι ἀπαραίτητο ἀλλά ὄχι ἀρκετό, οἱ φιλελεύθεροι νά διαχειρίζονται καλύτερα τήν οἰκονομία. Εἶναι ἐπίσης ἀπαραίτητο νά ἔχουν ἕνα ἰσχυρό ὄραμα γιά τούς ἀνθρώπους πού δέν θά ἀναφέρεται μόνο στήν ὑλιστική πλευρά- κάτι πού ἀπηχεῖ τίς ἐλπίδες τῶν ἀνθρώπων, ἰδιαίτερα τῶν νέων. Ἡ ὡραία ζωή, σέ ἀρμονία μέ τό περιβάλλον, ἀλλά καί σέ ἀρμονία μέ τήν κοινότητά μας, πρέπει, κατά τήν γνώμη μου, νά εἶναι ἕνα χαρακτηριστικό συστατικό αὐτοῦ τοῦ ὁράματος.

 Βλέπετε ὡς αὐξημένο κίνδυνο ἑνός νέου ψυχροῦ πολέμου γιά τήν Δύση, τήν ἀναδυόμενη συνεργασία Κίνας, ἡ Ρωσίας καί  Βόρειας Κορέας;

   Ἡ συνεργασία μεταξύ Κίνας καί Ρωσίας ἀποτελεῖ ἀπειλή γιά τήν Δύση. Εἶναι σημαντικό νά μήν σπρώξουμε τό Πεκίνο στήν ἀγκαλιά τῆς Μόσχας. Ὅμως, σέ μεγάλο βαθμό, δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν δική μας ἀπόφαση. ὁ Σί Τζινπίνγκ, πρίν ἀπό τήν εἰσβολή στήν Οὐκρανία εἶπε ὅτι δέν ὑπάρχουν ὅρια φιλίας μεταξύ Κίνας καί Ρωσίας. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι ὅλο καί περισσότερο ἡ Ευρασία γίνεται μιά μεγάλη Ἠπειρος ἀπό γεωστρατηγικῆς ἀπόψεως.

  Ἡ Κίνα εἶναι μεγαλύτερη ἀπειλή ἀπό τή Ρωσία. Ἡ οἰκονομία της εἶναι δέκα φορές μεγαλύτερη.

  Ἡ Δύση καί οἱ φίλοι της στήν Ασία -Ἰαπωνία, Αὐστραλία, Νότια Κορέα- πρέπει νά δημιουργήσουν μιά μεγάλη συμμαχία,  ὡς ἀποτρεπτικό παράγοντα στήν ἐπιθετική τακτική τῆς Κίνας. Εἶναι σημαντικό νά ἐμποδιστεῖ ἡ Κίνα νά εἰσβάλει στήν Ταϊβάν, νά μήν τῆς ἐπιτραπεῖ νά ἐκβιάζει ἄλλες χῶρες οἰκονομικά καί ἐπ’ οὐδενί νά βοηθήσει τήν Ρωσία ὁπλικά. Η G7 εἶναι ἕνα σημαντικό φόρουμ γιά τήν δημιουργία αὐτῆς τῆς  συμμαχίας, ἡ ὁποία ὀφείλει νά εἶναι ἀφ’ ἑνός στρατιωτική καί ἀφ’ ἑτέρου οἰκονομική.

 

(Μετάφραση Γιώργου Δημόπουλου)