Μέ ἄξονα τήν ἀνάλυση τῆς ἔλξης πρός τό κάλλος τῶν ἀνθρώπινων μορφῶν, ὁ Πλάτωνας διερευνᾶ τά ζητήματα τῆς ὑφῆς τοῦ ἔρωτα, καθώς καί τῆς φύσης καί τῆς σύνθετης δυναμικῆς τῆς ἐρωτικῆς σχέσης, στό διαλογικό ἔργο του «Φαῖδρος».
Ὁ διάλογος ἐκτυλίσσεται ἐκτός τῶν τειχῶν τῆς Ἀρχαίας Ἀθήνας, στήν περιοχή τῶν Στύλων τοῦ Ὀλυμπίου Διός. Ὁ Σωκράτης πέφτει καταμεσήμερο πάνω στόν Φαῖδρο, ὁ ὁποῖος ἀπό νωρίς τό πρωί ἦταν μέ τόν Λυσία καί ἐκείνη τήν ὤρα βγῆκε νά ξεμουδιάσει. Ὁ Λυσίας σ’ αὐτή τήν ρητορική ἐπίδειξη ἀπηύθυνε στό ἀκροατήριο ἕναν λόγο ὁ ὁποῖος, καθώς φαίνεται, ἦταν προκλητικός. Ὑποστήριξε τήν καινοφανῆ ἀποψη ὅτι ὁ ἐρωμένος ὀφείλει νά χαρίζεται στόν ἐραστή ὀ ὁποῖος δέν τόν ἀγαπᾶ καί ὄχι σέ ἐκεῖνον πού τόν ἀγαπᾶ. Ὁ Σωκράτης κάνει ὅτι ἐντυπωσιάζεται καί λέει στόν Φαῖδρο νά τοῦ ἐπαναλάβει τόν λόγο. Τά ὑπόλοιπα στόν Διάλογο· σᾶς τόν συνιστῶ.
Προσωπικά θά
σταθῶ σέ δύο σημεῖα: σέ αὐτό τῆς ἀρχῆς καί σέ αὐτό τοῦ τέλους. Ὁ Φαῖδρος καί ὁ
Σωκράτης προχωροῦν κατά μῆκος τοῦ Ἰλισοῦ, δύο τρία στάδια πιό πέρα στό ἱερό τῆς
Ἄγρας, ὅπου καί ὁ ὁμώνυμος δρόμος σήμερα. Ὅπως πήγαιναν ὁ Φαῖδρος ρωτάει ἐάν
ἐκεῖ πού ἀκριβῶς περνοῦν εἶναι τό σημεῖο ὅπου κατά τήν παράδοση ὁ Βορέας ἄρπαξε τήν Ὠρείθυια
καί ζητάει ἀπό τόν Σωκράτη νά τοῦ πεῖ ἄν
πιστεύει αὐτά τά παραμύθια. Ὁ Σωκράτης τοῦ δίνει πληρωμένη ἀπάντηση. Ἐάν εἶχε
τήν ἀπιστία τῶν διανοουμένων, δέν θά ἦταν ἄτοπος, τό παράδοξο
ὄν πού ὅλοι γνωρίζανε.
Τό δεύτερο
σημεῖο σημειώνεται στό τέλος τοῦ διαλόγου. Ἡ συζήτηση μεταξύ Σωκράτη καί
Φαίδρου ὀργανικά ἐξαντλήθηκε καί
δέν μένει πλέον τίποτα νά εἰπωθεῖ. Ἕνα
«τίποτα» πού ἐδῶ θά σχηματίσει τό νόημά του, ἑλληνικώτατα, μέ καταπληκτική προς
τόν θεό εὐχή: «Θεέ μου Πᾶν, καί
ἐσεῖς οἱ ἄλλοι θεοί τοῦ τόπου, χαρίστε μου ἐσωτερική ὁμορφιά, φιλιῶστε τό ἐκτός
μου μέ τό μέσα. Κάντε με νά πιστέψω στόν πλοῦτο τῆς σοφίας καί δῶστε μου τόση
ὅση ἀντέχει ὁ μετρημένος ἄνθρωπος» Αὐτή ἡ προσευχή μέ
ἐκφράζει, καί κατά καιρούς τήν ἐκφέρω πρός τήν Ἁγία Τριάδα.
Προσωπικά ὅ,τι λέω τὸ χρωστῶ στοὺς Ἀρχαίους. Ὅσα θαύμασα στοὺς νεώτερους
καὶ ὅ,τι νόμισα πὼς ἀνεκάλυψα μόνος μου τὰ συνάντησα ἀργότερα σὲ παλιὲς γραφές.
Μετὰ τὸν Πλωτῖνο ἡ φιλοσοφία δὲν ἔχει τίποτα νὰ πεῖ, ὅπως μετὰ τὸν Χριστὸ ἡ ζωὴ
δὲν ἔχει τίποτα νὰ κερδίσει. Δὲν ἔχω οὔτε πρωτοτυπία οὔτε φιλοδοξίες
πρωτοτυπίας. Τὸ καλύτερο ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε, καὶ τὸ βρίσκω σπουδαῖο καὶ
δύσκολο, εἶναι νὰ ποῦμε μὲ δικά μας λόγια ἀλήθειες παμπάλαιες. Ἡ πιὸ δυνατὴ
πρωτοτυπία εἶναι ἡ οἰκειοποίηση. Μὴ μᾶς
διαφεύγει ὅτι ὁ Ἑλληνισμὸς καὶ ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τέλους
δάνειο καὶ ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τέλους καινούργιοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου