Κατά καιρούς θέλω νά δώσω τόν ὅρκο τῆς σιωπῆς, ἀλλά τό φοβᾶμαι. Ὅρκος βαρύς, εὔκολα τόν δίνει κανείς, δέν ἔχει δισταγμό ἡ γλώσσα, οὔτε φραγμό, ἀλλά πῶς νά ἀντιπαλέψει κανείς τήν ἀνθρώπινη τρωτότητα. Σέ τέτοιες περιόδους, καταφεύγω σέ λόγια ἄλλων, πού μοῦ ἀρέσουν, πού μοῦ πᾶνε, πού θά ἤθελα νά τά ἔχω ἐκφέρει ἐγώ, νά τά ἒχω τολμήσει ἐγώ ὑπογράφοντάς τα, ὅπως τά παρακάτω:
«…Θά ἀναφερθῶ δεόντως καί στούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι στίς μέρες μας στέκουν χωρίς ντροπή ἀπέναντι στήν γενική κατακραυγή τῶν ἀνθρώπων, σχετίζονται ἀναίσχυντα μέ τίς ἀρχές καί ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου, ὑπηρετοῦν χωρίς αἰδῶ τό ἄδικο, χωρίς ντροπή ὀρέγονται νά ἐξουσιάζουν ἀντί νά διακονοῦν, νά καταπιέζουν καί νά φορτώνουν φορτία δυσβάστακτα ἀντί νά ἐλαφρώνουν. Ἐσεῖς, οἱ πιστοί, προσέξτε μήν ἐξαπατηθεῖτε ἀπό τίς ψευδολογίες τους, ὅταν διακηρύττουν, γλυκανάλατα, ὀρθότητα πίστεως. Τέτοιοι κληρικοί εἶναι Χριστέμποροι, οὔτε κἄν χριστιανοί, καθ’ ὅσον προτιμοῦν ἐκεῖνο πού τούς βολεύει καί ὑπηρετεῖ τό ὑλικό καί κοσμικό συμφέρον τοῦ παρόντος βίου καί ὄχι νά ζοῦν σύμφωνα μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ». (Μέγας Βασίλειος, Ἔπιστολή σμ΄ Νικοπολίταις Πρεσβυτέροις. PG.32, 897Α).
Στά αὐτιά μου τό ὑψωμένο μαστίγιο τοῦ ἀδελφοῦ Κυρίλλου: «Παζάρι τά μοναστήρια σας, οἱ ἐκκλησίες σας
παζάρι. Ποιές προσευχές καί τελετές, ποιές νηστεῖες; Νηστική ἀπό ἀγάπη
ἡ ψυχούλα σας. Τήν μισή τήν πουλήσατε στούς δαίμονες τῆς νύχτας. Τήν ἄλλη μισή
στῆς μέρας τούς διαβόλους- καί οἱ μέρες
δίχως φῶς γιά τόν κοσμάκη, κι ἄς φέγγει ὁ ἥλιος. Γιά ἕνα λιβάδι καί γιά δυό,
γιά πέντε ἄλογα, πουλᾶτε τήν αἰώνια γαλήνη, σ’ ὅσους παχαίνουν τό πουγκί σας,
θαρρεῖς καί ξέπεσε σέ κτῆμα σας ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, θαρρεῖς καί ξέπεσε στά
χέρια σας, τῆς ἐσχάτης κρίσεως ὁ ζυγός. Κι ὅσοι δουλεύουν τ’ ἄλογα, ὅσοι
δουλεύουνε κι ἁγιάζουν στά λιβάδια, στήν Κόλαση, πανάθλιοι ἔμποροι;» (Ταρκόφσκι).
♥️
ΑπάντησηΔιαγραφή