Ὅλοι οἱ ὁλοκληρωτικοί χαρακτῆρες καί ὅλα τά ὁλοκληρωτικά
καθεστῶτα, κάθε χρώματος, ἐπιβάλλουν τήν ἠθική καθαρότητα, ἤ τήν λεγόμενη
κάθαρση, μέ ἀκριβά τιμήματα· καθιερώνουν τήν ἐξουσιαστική
ἠθική, τήν δικαιϊκή σχέση καί οὐκ ὀλίγες φορές ἀπάνθρωπες τιμωρίες γιά τό καλό
τῆς κοινωνίας καί τῆς ἀνθρωπότητας! Τό ἴδιο ἰσχύει καί στον χῶρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς
ζωῆς, Καθολικῆς τε καί Ὀρθόδοξης.
Κάθε ἀναγκασμός τῆς ἐλεύθερης βούλησης
σημαίνει τήν κατάργησή της καί μιά ἄκρα τυραννία. Τήν ὀδὐνη αὐτοῦ τοῦ ἀναγκασμοῦ
μποροῦμε ἔμμεσα καί στοιχειωδῶς νά τήν καταλάβουμε, ὅταν ἄλλοι ἐπιχειροῦν νά
περιορίσουν τήν ἐλευθερία μας.
Ἡ
κυριαρχικότητα τῶν ἀλαζόνων, δηλαδή τῶν ἐξουσιομανῶν, κατασκευάζει ἐφιαλτικούς
κόσμους. Πολλές φορές ἡ πολιτική τῆς δύναμης, τυφλή καί παράφορη, γιά μεγάλα ἀλλά
φτηνά συμφέροντα σωριάζει ἐρειπιῶνες, ὄπως οἱ γίγαντες τῆς μυθολογίας, ὄρη ἐπί ὀρέων.
Εἰδικά στίς μέρες μας μέ τήν βοήθεια τῆς τεχνολογίας καί τῆς
πολύπλοκης ὀργάνωσης διωκτικῶν καί πολεμικῶν συστημάτων, ἡ βία τῆς
κυριαρχικότητας, τό κακό, γίνεται ὁλοένα καί περισσότερο ἀόρατο, καί ἐπομένως
δριμύτερα διαβολεμένο. Ἡ ὑβριστική καί ἀλαζονική αὐτή συμπεριφορά εἶναι
συνυφασμένη μέ τό πάθος τῆς κατοχῆς καί τῆς πλεονεξίας. Ἡ πλεονεξία, ὡς πάθος
διαβρωτικό, ἐνίοτε ἐκτρέπει ἀκόμη καί γενναῖα φρονήματα·
ξεπερνάει κανείς πιέσεις, πόνους καί ταλαιπωρίες, ἐνῶ εὔκολα δελεάζεται ἀπό
πειρασμούς· βαστάζει τά βασανιστήρια ἀλλά λυγίζει στίς προσφορές. Τό πάθος τῆς ἐξουσίας εἶναι τό πιό
ἀβυσσαλέο καί τό πιό καυτερό· τρέφει ἤ καλύτερα ὑπερτρέφει
τόν ἀλαζόνα καί πλεονέκτη.
‘Οφειλομένη παρένθεση: Ὁ τρόμος
πού ἀκούει στόν ὅρο «θεοφοβία», ( ὄχι αὐτή
τῆς εὐλαβοῦς θεοσέβειας), πυροδοτεῖται ἀπό τήν αἴσθηση ὅτι οἱ ὀργανωμένες
θρησκεῖες θεωροῦν τόν ἄνθρωπο ἀνίκανο νά αὐτοκυβερνηθεῖ καί νά ἀποφασίσει τά τῆς
ζωῆς του μέ γνώμονα τίς ἐμπειρίες του,
τήν προσωπική του κρίση καί τά δεδομένα
τῆς νέας ἐπιστημονικῆς γνώσης, γι’ αὐτό δράττονται κάθε εὐκαιρίας νά ὑπενθυμίζουν τήν ἀξία τοῦ ἄνωθεν
ὑπαγορευμένου, ἀλάνθαστου δέοντος. Ἡ θλιβερή προθυμία μέ τήν ὁποία γίνεται ἀπερίσκεπτα
καί ἀσμένως ἀποδεκτός ἐκ μέρους τῶν πιστῶν ἀκόμη καί ἡ ἱεροποιημένη παραξενιά
πνευματικῶν γεροντάδων καί ἱερωμένων ἐν εἴδει «μέντιουμ», ἀποκαλύπτει τήν δίψα
πολλῶν ἀνθρώπων γιά παραίτηση ἀπό τήν κριτική σκέψη καί τίς εὐθύνες πού ἡ
τελευταία συνεπάγεται. Τό πρόβλημα τῆς ἐθελούσιας ἑτερονομίας δέν φύεται, βέβαια, μόνο στό
πεδίο τῆς ὀργανωμένης θρησκείας, ἀλλά καί τῆς ἐκκοσμικευμένης οὐτοπίας. Γερμανοί καί Ἰάπωνες ἀνατράφηκαν μέ τήν ἰδέα
τῆς ἀπόλυτης ὑπακοῆς στόν ἀρχηγό τῆς ἀγέλης. Ὅ,τι πεῖ ὁ ἀρχηγός. Ἔτσι φεύγει ἡ
προσωπική εὐθύνη καί πάει στόν ἀρχηγό. Ὁ μέσος ἄνθρωπος καί ὄχι
μόνον, ψάχνει ἀπεγνωσμένα γιά ἐτοιμοπαράδοτο νόημα ζωῆς, ἕνα σημεῖο νά ἀκουμπήσει,
νά ἐναποθέσει τά ὑποτυπώδη, ἔστω, ὑπαρξιακά του ἐρωτήματα, νά ἀποφύγει τόν
τρόμο τῆς ἀέναης περιπλάνησης στόν ὠκεανό
τοῦ ἀγνώστου. Γιατί νά μπαίνω στόν κόπο νά
σκέπτομαι ἐγώ, ὅταν τό κάνουν ὡραιότατα ἀντ’ ἐμοῦ τό κόμμα μου, ἡ ἰδεολογία
μου, ὁ γέροντάς μου καί ὁ κοινωνικός μου περίγυρος;
Ετοιμοπαράδοτο νόημα ζωής, έγραψες!
ΑπάντησηΔιαγραφή