Ἡ
Πολιτεία τοῦ Πλάτωνα εἶναι διάλογος περί δικαιοσύνης, τό σύμβολο τῆς κοινωνίας
δικαίου. Κοινωνία ὑφίσταται ὃταν ή δικαιοσύνη εἶναι δεσμός τοῦ συνόλου καί
πόθος τῶν ἀτόμων, πόθος πού μένει ἀνεκπλήρωτος ἐάν ἀγνοοῦμε τήν οὐσία της καί
τήν κατάστασή της. Ὑπάρχει καθαρή δικαιοσύνη; Ὑπάρχει ἐγγύηση ὄτι τήν ἐννοοῦμε
ὀρθά;
Ὁλοκληρωμένη γίνεται ἡ περί δικαιοσύνης συζήτηση στό δεύτερο βιβλίο τῆς Πολιτείας, ὅταν ὁ Γλαύκων παίρνει τόν
λόγο, ἀναλαμβάνοντας ὀ ἴδιος τόν ρόλο συνηγόρου τοῦ διαβόλου, μέ τόν Σωκράτη
νά συμφωνεῖ.
Ὁ Γλαύκων ἀρχίζει μέ ἀναφορά τήν προέλευση
τῆς δικαιοσύνης. Ἡ δικαιοσύνη,
ἰσχυρίζεται, εἶναι προϊόν ἀδυναμίας, διότι ἐάν εἶχαν δίκαιοι καί ἄδικοι
ἐξασφαλισμένη τήν ἀτιμωρησία, θά ἔκαναν ὄλοι τά χειρότερα ἐγκλήματα γιά νά
κορέσουν τήν ἀπληστία τους. Ἡ δικαιοσύνη συνεπῶς δέν ἀνταποκρίνεται σέ κάποια
καθαρή ψυχική διάθεση, ἀλλά σέ βιασμό τῆς θελήσεως, εἶναι συμβιβασμός πού
ἐπιτρέπει τήν δύσκολη συνύπαρξη τοῦ συλλογικοῦ μέ τό ἀτομικό καί τίποτα ἄλλο. Ἡ
ἀπόδειξη πού θά φέρει ὁ Γλαύκων γιά νά στηρίξει τήν θέση του, εἶναι ὁ μῦθος τοῦ Γύγη (Πολιτεία 359d-360b3):
Ὁ Γύγης ἦταν βοσκός τοῦ τότε βασιλιά
τῆς Λυδίας, ὅταν μετά ἀπό ραγδαία βροχή
καί σεισμό, ράγισε ἡ γῆ καί ἄνοιξε χάσμα στό σημεῖο ἀκριβῶς πού ἔβοσκε τό
κοπάδι του. Ξαφνιασμένος ἀπό τό θέαμα, κατεβαίνει στήν σχισμή καί ἀνάμεσα σ’
ἄλλα θαυμάσια βλέπει, ἕνα χάλκινο ἄλογο, κούφιο, μέ κάποια μικρά ἀνοίγματα ἀπ’
ὅπου ἀπό περιέργεια περνᾶ τό κεφάλι του, καί τί νά δεῖ: ἓνας νεκρός κειτόταν
ἐκεῖ μέσα, ἔτσι τοὐλάχιστον ἔδειχνε, μ’ ἔνα χρυσό δακτυλίδι στό χέρι, πού ὀ
Γύγης χωρίς δισταγμό τό ἀφαίρεσε καί βγῆκε.
Ὅταν σέ λίγο καιρό οἰ βοσκοί μαζεύτηκαν, ὅπως
συνήθιζαν κάθε μῆνα, νά ἐτοιμάσουν
ἀναφορά στόν βασιλέα γιά τά κοπάδια του, κατέφθασε καί ἐκεῖνος φορῶντας τό
δακτυλίδι. Ἐκεῖ λοιπόν πού καθόταν μέ τούς ἄλλους, ἔστριψε κατά τύχη τήν πέτρα
τοῦ δακτυλιδιοῦ πρός τά μέσα καί ἔγινε ἄφαντος στοὐς συντρόφους του, οἱ οποίοι
ἄρχισαν νά μιλοῦν γι’ αὐτόν ὡσεί ἀπόντα. Ἔκπληκτος στρίβει τό δακτυλίδι πρός τά
ἔξω καί ἀμέσως φανερώθηκε. Ἀντιλαμβανόμενος τό γεγονός, ξαναδοκιμάζει γιά νά
βεβαιωθεῖ ὄτι τό δακτυλίδι ἔχει πράγματι αὐτή τήν δύναμη, ὁπότε, γιά μιά ἀκόμη φορά γυρνῶντας το πρός τά μέσα
συμβαίνει νά ἐξαφανίζεται, νά ἐμφανίζεται δέ γυρνῶντας το πάλι πρός τά ἔξω.
Ἀφοῦ σιγουρεύτηκε, τά καταφέρνει νά περιληφθεῖ στήν ἀντιπροσωπεία πού θά
πήγαινε στό παλάτι καί ἐκεῖ ξελόγιασε τήν βασίλισσα, σκότωσε μέ τήν βοήθειά της
τόν βασιλιά καί ἀνέβηκε ὁ ἴδιος στόν θρόνο.
Πρῶτα πρῶτα ὁ μῦθος μᾶς κατατοπίζει γιά τόν
Γύγη: ἦταν ἕνας βοσκός τοῦ τότε βασιλιᾶ τῆς Λυδίας. Ἡ ζωή του, ἡ ἱστορία του,
τό παρουσιαστικό του, ὁ χαρακτήρας του, δέν ἐνδιαφέρουν τήν πηγή μας. Καθημερινή
συναναστροφή τοῦ βοσκοῦ εἶναι ἡ ἄμορφη, ἐπιτηρούμενη καί χειραγωγουμένη ἀγελαία
μᾶζα. Ἄν καί ὁδηγός τοῦ κοπαδιοῦ ἀδιαμφισβήτητος, χωρίς ὅμως καμμία ἐλευθερία
νά καταπνίξῃ καί καμμία ἀνταρσία νά φοβηθῇ, ὁ βοσκός εἶναι κατά βάθος αὐθέντης
χωρίς ὑπηκόους, ψευδοβασιλέας ὑποχείριος τῆς δυνάμεώς του. Ἀλλά δέν εἶναι μόνον
ὁ βοσκός πού μεταχειρίζεται βιαίως τό κοπάδι του, εἶναι καί ὁ τύραννος-δεσπότης,
(πολιτικός, ἐπαγγελματικός, πνευματικός, ἐκκλησιαστικός, γενικά θρησκευτικός) ὁ
ἄνθρωπος τῆς δυνάμεως καί τῆς ἀδικίας. Καταφεύγοντας στήν ὠμότητα καί τήν
αὐθαιρεσία, ὁ τύραννος-δεσπότης ἀναπαράγει ἐπί κοινωνικοῦ ἐπίπεδου τήν σχέση
τοῦ βοσκοῦ πρός τά ζῷα του: μιά συνεννόησι τῆς ὁποίας ἡ γλώσσα συνίσταται σέ
βιασμό.
…Πληρώνουμε τίς δυνατότητές
μας, ὄχι τίς ἀδυναμίες μας. Ὅσο περισσότερη δύναμη ἔχει ὁ ἂνθρωπος τόσο γονατίζει,
τόσο μεγαλύτερη δίψα γιά δύναμη καί τόσο μεγαλύτερη ἀνημπόρια τόν κατέχει. Ὁ Γύγης ἐπωφελεῖται τῆς δύναμης τοῦ
δακτυλιδιοῦ, ξέροντας ὃτι ἀθέατος μπορεῖ νά κάνει ὁποιοδήποτε ἒγκλημα καί νά
μείνει ἀτιμώρητος, ἀλλά γινόμενος πλάνος, δολοφόνος, σφετεριστής, ἀποδεικνύει
πὠς ἐσχάτη καταφυγή τῆς αδικίας εἶναι ἡ ἀφάνεια. Ἡ ἀφάνεια τοῦ μυστικοῦ, τό
κρύψιμο.
Ή ἀλήθεια ὂχι μόνο δέν φοβᾶται νά ἐκτεθεῖ στό
φως τοῦ ἣλιου, ἀλλά τό ἐπιζητεῖ. Ἡ ἀλήθεια πού ἀμελεῖ τήν ἡμέρα ἀναζητεῖ πίσω
ἀπό τήν παρουσία τό ὂν και μεταμορφώνεται σέ ὂργανο ἐξουσίας. Τό ὂν στήν
ἀφάνεια εἶναι κίνδυνος. Ἡ ἐλεύθερη θέας ἀλήθεια ἀνοίγει στόν ἣλιο καί ἀντί νά
παραπέμπει τά ὄντα τό ἓνα στό ἄλλο τά
ἀφήνει νά λούζονται σέ ἓνα ὑπέροχο χρυσό φῶς. Ὁ τόπος τῆς ἀλήθειας οὒτε στό Εἶναι βρίσκεται οὒτε στό ὂν,
ἀλλά στήν σχέση μας μέ μιά σημασία ἀρχέγονη, στόν πόθο τοῦ Ἀγαθοῦ πού ἀποτελεῖ
τήν πρώτη ὓλη τῆς κοινωνίας καί λέγεται
δικαιοσύνη. Δέν ὐπάρχει ἓνας πρῶτος
δίκαιος ἀπό τόν ὁποῖο ἐνδεχομένως θά πήγαζε
ἡ ἒννοια τῆς δικαιοσύνης καί οὒτε
ὑπάρχει περιεχόμενο τῆς δικαιοσύνης: δικαιοσύνη εἶναι ἡ κοινωνία ὡς ψυχισμός, ὁ
ἒρως τοῦ Ἀγαθοῦ, ὀ θεῖος ἒρωτας.
Ἡ ἂδολη
πλατωνική θεωρία εἶναι ἀκατανόητη καί ἀφόρητη γιά τόν σύγχρονο πολίτη, πού δέν
πιστεύει παρά μόνο στήν καταστροφική ἰσχύ τῶν μηχανῶν καί τήν σοφία τῆς
παγκόσμιας οἰκονομικῆς διοικήσεώς του.
Ὅ,τι ἔμεινε μετά τήν ἀνάγνωση «ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ-ΠΟΙΗΤΙΚΗ», Πλατωνικά ζητήματα τοῦ Στέλιου Ράμφου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου