Τό πλέον ἴσως ἀμφισβητούμενο ζήτημα τῆς χριστιανικῆς ἐσχατολογίας εἶναι τό καθ’ ὁμοίωσιν, ἔγκυρη παρουσίαση τοῦ ὁποίου βρίσκουμε στόν «Ἐρχόμενο Θεό» τοῦ Γιοῦργκεν Μόλτμαν. Πρόκειται γιά τό θέμα τῆς ἐσχάτης κρίσεως καί τῆς ἐκβάσεώς της, ἕνα θέμα πού σύν τῷ χρόνῳ ἔλαβε κρίσιμες τροπές καί μεγάλες διαστάσεις-ἔγινε δυσεπίλυτο. Ἐνῶ πρῶτα οἱ χριστιανοί συνέδεαν τήν έσχάτη κρίση μέ τήν ἐλπίδα νά ἐπικρατήσει ἡ θεία δικαιοσύνη καί νά ἡττηθεῖ τό κακό, μετά τόν Μεγάλο Κωνσταντίνο καί τήν νέα εἰδική σχέση Πολιτείας καί Ἐκκλησίας, ἡ ἐσχάτη κρίση ἑρμηνεύτηκε ὡς θεῖο ποινικό δικαστήριο μόνο ἐναντίον τῶν ἀδίκων καί τῶν παραβατῶν, ἔφθασε δέ νά συμβολίζει τήν δικαστική ἐξουσία τοῦ αὐτοκράτορα. Ὁ Ἰησοῦς ἔτσι ἔγινε δικαστής πού ἀθωώνει καί καταδικάζει, ἀφήνοντας πίσω τήν ἀγάπη του, τήν Σταύρωση καί τήν Ἀνάστασή του.
Ἡ δικανική προσέγγιση στό θέμα τῆς τελικῆς κρίσης προκαλεῖ ἐρωτηματικά στήν Πατερική περίοδο ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ὠριγένη, κορυφώνεται δέ ἡ ἀντίδραση σ’ αὐτήν μέ τούς Ἀντιοχειανούς θεολόγους τοῦ δ΄ καί ε΄ αἰῶνα, ὅπως ὁ Διόδωρος ὁ Ταρσοῦ (+πρό τοῦ 394), νά θεωροῦν ἀδιανόητο ὅτι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ὑποφέρει γιά τίς ἁμαρτίες μας, θά ἐξακολουθήσει νά ὑποφέρει αἰώνια, ἐνῶ ὁ Θεόδωρος Μομψουεστίας (+428) φαίνεται νά ἀσπάζεται τήν ἰδέα τῆς τελικῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων. Ὅμως ὁ συγγραφέας ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε καί διέδωσε στήν Ἀνατολή τήν ἰδέα τῆς ἀποκαταστάσεως χρησιμοποιώντας τήν ἔννοια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Ἰσαάκ ὁ Σύρος (7ος αἰῶνας). Εἶναι ἀληθινή ἡ σωτηρία ἐπειδή σώζει τούς πάντες. Ἐάν δέν δοθεῖ ἡ δυνατότητα νά σωθοῦν ὅλοι, δέν σώζεται κανείς. Ἡ τελική αἴτηση τοῦ Κυρίου εἶναι: «Ἴνα πάντες ἕν ὦσι»
Ὑπέρ τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων, ὅπως εἴπαμε, εἶχε ταχθεῖ πρῶτος, τουλάχιστον ἱστορικά, ὁ Ὠριγένης, ὁ ὀποῖος μάλιστα ὑποστήριζε ὅτι ἀκόμη καί οἱ δαίμονες θά σωθοῦν, θέση πού, ἀνάμεσα σέ ἄλλες, τοῦ στοίχισε, τριακόσια χρόνια μετά τήν κοίμησή του, τήν καταδίκη του ἀπό τήν Ε΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 553, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Ἰουστινιανοῦ.
Τήν ἰδέα τῆς ἀποκαταστάσεως υἱοθετοῦσε καί ὁ Γρηγόριος Νύσσης, τήν συνέδεσε δέ μέ τήν Ἀνάσταση. «Ἀνάστασις ἐστιν ἡ εἰς τό ἀρχαῖον τῆς φύσεως ἡμῶν ἀποκατάστασις», γράφει στόν Διάλογο περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως, καί τό ἐπαναλαμβάνει αὐτολεξεί καί ἀλλοῦ ἄς ποῦμε στό Περί κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου ἤ στόν Μέγα κατηχητικόν λόγον. Ἔβλεπε στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν τήν ἐπανασυναρμολογή τῶν ἀποσυντεθειμένων σωματικῶν στοιχείων κάθε ἀνθρώπου μέ τήν ψυχή του, καθώς πεθαίνοντας ἀφήνει τά πάθη καί τήν φυσική φθορά γιά νά περάσει σέ κατάσταση πνευματική καί ἀπαθῆ, ὅπως αὐτήν τῶν Πρωτοπλάστων πρό τῆς πτώσεως. Ἀντίθετα ὁ Αὐγουστίνος δεχόταν πώς μόνο ἕνας περιορισμένος ἀριθμός ἐκλεκτῶν μπορεῖ νά σωθεῖ.
Καί οἱ δύο τοποθετήσεις βρίσκουν ἐρείσματα στήν Ἁγία Γραφή, ὁπότε καμμιά τους δέν μπορεῖ νά ἐπιβληθεῖ στήν ἄλλη, μέ ἀποτέλεσμα νά αἰωροῦνται σκληρά διλήμματα τοῦ τύπου: Ἄν εἶναι νά σωθῶ ἔτσι κι ἀλλιῶς, γιατί νά εἶμαι δίκαιος; Ἤ ἄν σώζομαι ἐπειδή εἶμαι καλός, μήπως ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἠθική μου βούληση; Μέ ἄλλα λόγια: Νά ἐμπιστευτοῦμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἤ να ἀναλάβουμε σθεναρά τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία; Ἀπάντηση: Νά δεχτοῦμε τό ἐνδεχόμενο οὐρανοῦ καί κόλασης μέ τήν πεποίθηση ὅτι ἡ κόλαση ἔχει περαιτέρω τήν θυσιαστική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Στό πρόσωπο τοῦ Ἐσταυρωμένου ὁ Θεός παίρνει ἐπάνω του τήν καταδίκη τῶν ἀμαρτωλῶν, ἐν γνώσει ἤ ἐν ἀγνοίᾳ των, γιά νά τούς χορηγήσει τήν Χάρη του. Στίς πληγές του ἀποτυπώνεται ἡ θεία ἐκλογή μας.
Τίποτα δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ χωρίς τήν μνήμη Θεοῦ. Ὅμως τούτη ἡ θέση δεν μπορεῖ νά πραγματωθεῖ χωρίς τήν ἀναδημιουργία μετά τήν δημιουργία. Ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι δημιουργός, θεραπευτής κάθε ἐκτροπῆς, ἐκστατικός ἔρωτας, καί ὁ μόνος ἀθάνατος μέ (ἄκτιστη) αἰώνια μνήμη, αὐτός εἶναι καί ἡ ἀνακεφαλαίωση τῶν πάντων, ἡ ἀποκατάσταση καί ἡ ἀγαθοτοπία. Τοῦτες οἱ κατά πάντα ρωμαλέες θεολογικές προϋποθέσεις τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὁδήγησαν στό (θεολογούμενο) δόγμα τῆς ἀποκατάστασης τῶν πάντων, ἐνῶ τό δικαιϊκό ἄτεγκτο πνεῦμα πού εἶναι τό ἐπίκεντρο τῆς δυτικῆς θεολογίας, χάλκευσε τόν ἀπόλυτο προορισμό.
Τά κτίσματα ἔχουν ἀρχή γένεσης καί μποροῦν νά εἶναι ἀτελεύτητα, ἐπειδή τό θέλει ὁ Θεός χωρίς καμμιά κτιστή ἀναγκαιότητα. Ὀφείλουμε ὅλοι νά καταλάβουμε καλά τήν διάκριση κτιστοῦ -ἀκτίστου τῆς πατερικῆς θεολογίας, κι ἄν δέν τήν ἀποδέχεται κάποιος νά τό πεῖ. Δέν εἶναι δυνατόν καί νοητό νά ἀποδίδουμε στά κτίσματα τίς ἰδιότητες τοῦ φύσει ἄναρχου καί ἀτελεύτητου Θεοῦ. Ἑπομένως, κατά τούς Θεολόγους τῆς ἀποκατάστασης τῶν πάντων, δηλαδή τοῦ Ὠριγένη, τοῦ Γρηγορίου Νύσσης καί τοῦ Μάξιμου Ὁμολογητή, λόγου χάρη, τῇ παρατάσει τῶν αἰώνων καταργεῖ τήν μνήμη τοῦ κακοῦ. Ὁ Μάξιμος Ὁμολογητής μάλιστα διασαφηνίζει τοῦτο τό δόγμα λέγοντας ὅτι ἡ ἀποκατάσταση στήν ἀρχαία τάξη θά γίνει μέ τήν ἐπίγνωση καί ὄχι μέ τήν μέθεξη τοῦ Θεοῦ. Μένει νά ἐξεταστεῖ τί εἶναι αὐτή ἡ ἐπίγνωση· τό σίγουρο εἶναι ὅτι οἱ κολασμένοι μέ τόν Σατανᾶ χάνουν τήν μνήμη τοῦ κακοῦ, ἑπομένως τήν ὀδύνη, ὅμως δέν θεώνονται.
Οἱ αὐτοπαγιδευόμενοι στόν ὀρθόδοξο χῶρο, πολλές φορές δέν γνωρίζουν τί ἀκριβῶς ἀπορρίπτουν· ἄλλωστε καί σέ ἀρκετούς κληρικούς καί θεολόγους εἶναι σχεδόν ἄγνωστη ἡ διδαχή γιά τήν ἀποκατάσταση καί τήν ἀνακεφαλαίωση, καί πρό παντός εἶναι ἀθέατες ἤ σκοτεινές οἱ ρωμαλέες θεολογικές προϋποθέσεις τῆς ἀποκατάστασης καί τῆς ἀνακεφαλαίωσης, καί πού θά παραμένουν πάντοτε μυστήριο γιά τήν ἀνθρώπινη λογική, κρυμμένο βαθιά στό ἔλεος, τήν ἀγάπη καί τήν ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ διδαχή τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἡ διέξοδος καί ἡ νίκη ἐναντίον κάθε κατοχῆς. Τό πρώτιστο πού μᾶς συμφέρει νά κατανοήσουμε εἶναι ὅτι τό ἔργο τῆς νίκης ἀνήκει ἀποκλειστικά στόν Θεό τῆς ἀγάπης. Ἡ ὅποια ἐπάρκειά μας δέν μᾶς σώζει. Ὁ Θεός τοῦ Εὐαγγελίου δέν εἶναι μιά ἰδέα, ἀλλά μιά συγκεκριμένη ὀντότητα, μέ τήν ὁποία μπορεῖ νά ὑφίσταται μιά προσωπική σχέση. Μιά ὀντότητα πού δέν θά κατανοηθεῖ ποτέ πλήρως. Ἡ ἀνθρωπότητα ὅμως στό διάβα τῶν αἰώνων καί μέ τήν αὔξηση τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων θά καταγράφει μέ ἔκπληξη τήν παρουσία τῆς ἄπειρης σοφίας Του, ἐνῶ μέσα ἀπό τίς βιωμένες προσωπικές ἐμπειρίες θά γίνεται κοινωνός τοῦ ἐνδιαφέροντός Του.
Ὑστερόγραφο. Ἡ συγκεριμένη ἐπιφυλλίδα εἶναι συνέχεια τοῦ ἂρθρου τῆς 6ης Δεκεμβρίου 2024 "Κόλαση καί αἰωνιότητα"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου