Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2025

Ἡ φιλοξενία τοῦ Λώτ

 

Εἶναι γνωστή ὡς έμβληματική ἡ φιλοξενία  τοῦ Λώτ, ὁ ὁποῖος θυμίζω ἀφενός πίεσε τούς δύο ξένους νά  δεχθοῦν τήν φιλοξενία του καί ἀφετέρου πρόσφερε ἐρωτικά  στούς Σοδομίτες τίς κόρες του προκειμένου νά διαφυλάξει τούς φιλοξενούμενούς του.  Ὁ φιλόσοφος Jacques Derrida ἒχει ἐκφράσει τόν θαυμασμό του πρός  τόν Λώτ γιά τήν  συγκεκριμένη αὐτή στάση του.

   Στό    «Γεροντικό» ὁ Λώτ μνημονεύεται δύο φορές ἐξαιρετικά λακωνικά: τήν μιά ὃταν ὁ ἀββᾶς Ἀπολλώς  ἐπαινεῖ  τήν ἐπιμονή τοῦ Λώτ γιά φιλοξενία. Τήν  ἂλλη φορά ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος ὁ πρεσβύτερος ἀναφέρεται στούς κινδύνους τῆς οἰνοποσίας καί ἐξηγεῖ ὃτι στήν μέθη  του ὁ Λώτ παρασύρθηκε ἀπό τίς κόρες του καί ἦρθε σέ ἐρωτική συνεύρεση μαζί τους.

   Πατέρες καί ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ἒχουν διατυπώσει ποικίλες κρίσεις γιά τόν Λώτ, θετικές καί ἀρνητικές. Κάποιοι ἀνατριχιάζουν μέ τίς σεξουαλικές πράξεις καθαυτές: μέ τήν ὁμοφυλοφιλία τῶν Σοδομιτῶν καί μέ τήν ἐκπόρνευση τῶν θυγατέρων. Σέ καμμιά ὃμως ἀναφορά τους  δέν ἀνατριχιάζουν μέ τό ὃτι οἱ κόρες εἶναι τά μεγάλα θύματα: ἀνθρώπινες ὑπάρξεις πού μετατρέπονται σέ  ἂβουλα  ἀνδράποδα, μέ πατρική ἐξουσιαστική ἀπόφαση.

   Πράγματι κορυφαία  χριστιανική στάση εἶναι ἡ παραίτηση ἀπό τήν κυριάρχηση καί ἡ δεξίωση τοῦ Ἂλλου, ἀκόμα καί μέ κόστος τήν ἲδια σου τήν ζωή. Ἡ διακήρυξη ὃμως αὐτή ἰσχύει μόνο ὡς ἐφαρμογή στόν ἐαυτό του ὁ καθένας· τότε  πρόκειται γιά μαρτύριο  ἐκούσιο καί ἃγιο.

   Κανένας δέν νομιμοποιεῖται νά τήν ἐφαρμόσει στούς ἂλλους, ὑποκαθιστώντας τήν βούλησή τους  καί τήν ἐλευθερία τους, ἀποφασίζοντας δηλαδή τό μαρτύριό τους γιά λογαριασμό τους. Πιό ἁπλᾶ: Οἱ φωνές τῶν θυγατέρων τοῦ Λώτ πού  τίς πρόσφερε γιά βιασμό, δέν ἀκούγονται οὒτε σάν ψίθυροι στήν σαρωτική ὀπτική τῆς λεγόμενης ἀπόλυτης φιλοξενίας. Ὃπως καί οἱ κραυγές τῆς γυναίκας πού δόθηκε  ἀπό τόν ἂνδρα της πρός βιασμό καί κακοποιήθηκε σεξουαλικά μέχρι θανάτου, στήν ἀδιανόητα τραγική ἀφήγηση τῶν Κριτῶν ( Κριτές, κκ. 19-20).

   Ἀπορῶ πῶς  Derrida κλείνει τά μάτια μπροστά στίς κόρες τοῦ Λώτ, ἀλλά καί ἀγανακτῶ μέ τούς χριστιανούς ἀναλυτές, πατέρες καί ἀσκητές πού ἐστιάζουν τήν ὑπόθεση στήν διαστρεβλωμένη ἑρμηνεία τῆς ὁμοφυλοφιλίας τῶν Σοδομιτῶν.

   Αὐτή  ἡ ἀπροϋπόθετη φιλοξενία πού δέν διακρίνει μεταξύ ἀδίκων και ἀδικουμένων, μεταξύ ἀποικιοκράτη  εἰσβολέα καί καταπιεσμένου πρόσφυγα, δέν συγκρούεται μέ τό κακό. Καταντᾶ ἀδράνεια. Βέβαια τέτοια ἀδράνεια δέν ὑπάρχει στό ἐλάχιστο στήν ἀφήγηση. Οἱ φιλοξενούμενοι ἂγγελοι παραμέρισαν τόν  Λώτ, πῆραν τήν κατάσταση στά χέρια τους, ἀπέκρουσαν τούς ἐπιτιθέμενους Σοδομίτες καί ἀπέτρεψαν τούς  βιασμούς. 

 Τό βασικό ἁμάρτημα τῶν Σοδομιτῶν δέν ἧταν ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἀλλά ἡ μισανθρωπία τους, ἰδιαιτέρως τό μίσος τους στήν φιλοξενία πού τόλμησε ὁ Λώτ. Ὁ Λώτ ἐγκαταστάθηκε στήν περιοχή τῶν Σοδόμων μέ τήν ἀνοχή τῶν Σοδομιτῶν, ὡς «ger», ὡς ξένος δηλαδή ὁ ὁποῖος ἒγινε ἀποδεκτός ἀπό τούς ντόπιους, μέ τήν ρητή δέσμευση νά μήν προσκαλεῖ ἂλλους ξένους.

  Οἱ Σοδομίτες βαρύνονται μέ δύο ἐγκλήματα: πρῶτον δέν φιλοξένησαν οἱ ἲδιοι τούς ταξιδιῶτες καί δεύτερον ὀργίστηκαν μέ τόν Λώτ πού τούς φιλοξένησε.  Οἱ  Σοδομίτες διεκδίκησαν τούς φιλοξενουμένους τοῦ Λώτ ὂχι ἐπειδή εἶχαν διαθέσεις  ὀμοφυλόφιλες. Ἦταν ἓνας φυσιολογικός γιά τήν ἐποχή του  λαός. Τούς διεκδίκησαν σεξουαλικά γιά  νά τούς συντρίψουν, νά τούς ὑποτάξουν μέ τήν ἐμβληματική σέ  περιόδους πολεμικῶν συγκρούσεων πράξη τοῦ βιασμοῦ. Ἰσχύει μέχρι τίς μέρες μας αὐτή ἡ  ἂποψη  τῆς συντριβῆς τοῦ ἀντιπάλου. Μετά τήν εἰσβολή τῶν Ἀμερικανῶν στό Ἰράκ καί τόν ἐμφύλιο πού ἀκολούθησε ἓνα ἀπό τά «κατ’ ἐπιλογήν» ὃπλα τῶν ἀνδρῶν τοῦ ISIS ἦταν  ὁ βιασμός· ὁ πιό ἂγριος καί χωρίς ἀμφιβολία ὁ πιό λησμονημένος. Οἱ φανατικοί  μουσουλμάνοι  ἒμειναν στήν ἱστορία γιά τούς βιασμούς ἀνδρῶν, γυναικῶν, καί μικρῶν παιδιῶν, κοριτσιῶν και ἀγοριῶν σέ χριστιανικούς πληθυσμούς  καί Γιαζίντι. Ἡ ἲδια τακτική  ἐφαρμόζεται καί στίς ἀπανταχοῦ φυλακές. μεταξύ τῶν «νονῶν»: Ἡ συντριβή τοῦ ἀντιπάλου ἀνδρός, ἐπιβάλλοντάς του θηλυκό σεξουαλικό ρόλο. (Ἡ μεταφορική χρήση τοῦ ρήματος «γαμῶ» ὡς ἀπειλῆς, μέ τήν ἒννοια τῆς τιμωρίας, τῆς ἐκδίκησης ἢ τῆς ταλαιπωρίας, εἶναι εὐρύτατη στήν ἑλληνική καί ἂλλες εὐρωπαϊκές  γλώσσες).

  Τό ἲδιο ἀφήγημα ἐπαναλαμβάνεται στήν Παλαιά Διαθήκη καί μέ τούς  Ἀμμωνίτες και Μωαβίτες, τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀμμών και τοῦ Μωάβ, τῶν γιῶν  πού ἀπέκτησε ὁ  Λώτ μετά   ἀπό μίξη μέ τίς δύο κόρες του.  Καταδικάζονται, ὂχι γιατί οἱ ἀρχέγονοί τους δημιούργησαν κοινότητα μέ αὐτόν τόν σοκαριστικό τρόπο, ἀλλά γιατί  δέν καλοδέχτηκαν τούς ταλαίπωρους  Ἰσραηλίτες πού μόλις εἶχαν  ἐξέλθει τῆς  αἰγυπτιακῆς δουλείας. Δέν τούς καλοδέχτηκαν  μέ ψωμί και νερό καί δέν τούς ἂφησαν νά περάσουν ἀπό τά ἐδάφη τους. Γιά αὐτή την ἀφιλόξενη στάση τους δέν θά γίνουν ποτέ δεκτοί στό Ἰσραήλ. (Δευτερονόμιο 23:3-8 καί ἐπαναλαμβάνεται στόν Νεεμία13:1-2).

Ἓνα ἀπό τά χαρακτηριστικά τοῦ Γεροντικοῦ εἶναι ἡ ἒγνοια γιά την ἀλήθεια. Συχνά  στήν θρησκευτική ζωή συναντᾶμε τήν ἰδεολογική, φανατική ἒγνοια, ἡ  ὁποία στό ὂνομα τῆς ἀλήθειας  ἀρνεῖται τήν φιλοξενία καί τήν ἀγάπη. Ἀντίθετα στό Γεροντικό εἶναι πολύτιμες ἐκεῖνες οἱ ἀφηγήσεις  πού συνδυάζουν τήν ἀληθεια μέ τήν φιλοξενία, χωρίς δηλαδή τό ἓνα νά ἀποκλείει τό ἂλλο.

Ὑπ’ αὐτό τό πρίσμα βρίσκουμε στό Γεροντικό διάφορους συνδυασμούς ἀλήθειας καί φιλοξενίας:

-Φιλοξενία δίχως ἒνταξη στήν κοινότητα ἒχουμε στήν περίπτωση αἱρετικῶν ταξιδιωτῶν.  Εἶναι πανέμορφη ἡ ἀφήγηση τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος: Ὁ ἀββᾶς δέν τήρησε τούς  ἐκκλησιαστικούς κανόνες  πού ἀπαγόρευαν τἠν συναναστροφή καί τά κοινά γεύματα μέ αἱρετικούς. Ἀντιθέτως πρόσφερε φαγητό στούς αἱρετικούς ἐπισκέπτες του. Κατόπιν τούς ξεπροβόδισε «μετ’ εἰρήνης». (Τό Γεροντικό σ.92).  Ἐδῶ    ἀγάπη δέν ἀντιστρατεύεται τό ἐρώτημα  περί ἀλήθειας καί ἀντιστρόφως.

-Φιλοξενία ἀλλά   δίχως ἒνταξη στήν κοινότητα συναντᾶμε ἐπίσης στήν περίπτωση ἀλλοθρήσκων. Ὁ ἀββᾶς Μακάριος εὐλόγησε ἓναν παγανιστή, πού τόν συνάντησε στήν στράτα  του, σέ ἀντίθεση μέ ἂλλον ἀσκητή πού τόν ἒβρισε  καί τόν ἀπεκάλεσε δαίμονα. Ὁ  Μακάριος διακρίνει  στόν ἀλλόθρησκο τόν σπερματικό  Λόγο, τήν μυστική παρουσία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀναζήτηση τοῦ καλοῦ. Καί γι’ αὐτό  βρίσκουμε  τόν ἀββᾶ Ὀλύμπιο νά φιλοξενεῖ στό κελί του ἐθνικό ἱερέα, νά τόν βάζει νά κοιμηθεῖ καί κατόπιν νά συζητᾶ μαζί του καί νά δέχεται ἀπό τήν σοφία καί τήν ἐμπειρία τοῦ ἐθνικοῦ. (Ἀββᾶς Ὀλυμπιος, Τό Γεροντικό σσ.  82-82).

-Ἀφήνω γιά τό τέλος  τό ἐμβληματικό καταστατικό  ἀπόφθεγμα τοῦ ἀββᾶ Ἰωάννη τοῦ Κολοβοῦ, «ὁ θεμέλιος, ὁ πλησίον ἐστίν, ἳνα αὐτόν κερδάνῃς». Μέ τήν φράση «ἳνα αὐτόν κερδάνῃς», ὁ ἀββᾶς θίγει καί τό σπουδαῖο τῆς  μαρτυρίας. Τό  σημαντικό ἐδῶ εἶναι  ὃτι οἱ ἐκδηλώσεις ἀγάπης καί ἡ φιλοξενία δέν  ἀσκοῦνται προσχηματικά, ἀλλά ἀποτελοῦν τόν τρόπο ζωῆς τοῦ προσκαλοῦντος, ἒμπρακτη φανέρωση τοῦ Εὐαγγελίου καί ὡς  ἐκ τούτου ἂρρητο κάλεσμα στήν Βασιλεία, τῆς ὁποίας καλεσμένος  εἶναι καί ὁ ἲδιος ὁ  προσκαλῶν.

  Ἡ διάθραση (ἡ συζήτηση, ἡ ἀνταλλαγή λόγου, ἡ προσέγγιση) ἒχει ἒντονη παρουσία σέ ὃλο τό Γεροντικό.  σιωπή  ὑπάρχει ἀλλά σέ δεύτερο βῆμα, (ἐπικοινωνία ὃσων ἒχουν ἀγγίξει τήν παρόμοια ἐπικοινωνία τῶν ἐρωτευμένων). Δέν μιλᾶμε γιά ἀδρανή στάση.

  Ἡ συνομιλία, ἡ ἂρθρωση λόγου ἀπό τόν καθένα στό Γεροντικό, ὡς ρηματοποίηση τῶν ἐσωτερικῶν σκέψεων  καί ἐμπειριῶν κάθε  ἀνθρώπου  ἒχει καίρια σημασία, ὂχι μόνο ὡς ἐξαγόρευση λογισμῶν. Μέ  τήν ρηματοποίηση ὁ ἓνας προσφέρεται στόν ἂλλο, ἀλλά ἐπί πλέον ὁ ἲδιος ὁ ὁμιλῶν στέκεται ἀπέναντι στόν ἲδιο του τόν ἑαυτό ἀντοπτικά: τόν ἀκούει καί άναστοχάζεται. Εἶναι μιά πράξη πού δέν γίνεται αὐτόματα, ἀλλά ἀπαιτεῖ ἂσκηση, διάκριση, εὐθύνη. Καί δέν ἀποκλείεται βέβαια ἐκείνη ἡ ἰδιαίτερη σιωπή, τήν  ὁποία χρειάζεται ὁ ἂνθρωπος γιά τήν συνάντηση μέ τον ἑαυτό του.

  Ἡ τραχιά γραφή τῆς Simone Weil ταιριάζει ἰδιαίτερα συγκλονιστικά στήν ὑποδοχή καί φιλοξενία ὂχι τοῦ οἱουδήποτε, ἀλλά εἰδικά τῶν εὐάλωτων ἀνθρώπων:

  «Ἀκούω κάποιον, σημαίνει μπαίνω στήν θέση του ὃσο μιλάει. Μπαίνω στήν θέση  ἑνός  ἀνθρώπου πού ἡ ψυχή του ἒχει ἀκρωτηριαστεῖ άπό τήν δυστυχία ἢ  βρίσκεται σέ ἂμεσο κίνδυνο νά τό πάθει, σημαίνει ἐκμηδενίζω τήν δική μου ψυχή… Γι’ αὐτό, τούς δυστυχισμένους δέν τους ἀκούει κανείς. Βρίσκονται στήν κατάσταση κάποιου πού τοῦ ἒχουν κόψει την γλώσσα, καί πού κάποιες στιγμές  ξεχνάει τήν ἀναπηρία του. Τά χείλη τους κινοῦνται  καί κανένας ἦχος δέν φτάνει στά αὐτιά μας. Οἱ δυστυχισμένοι προσβάλλονται γρήγορα ἀπό ἀδυναμία  χρήσεως τῆς γλώσσας, λόγω τῆς βεβαιότητας ὃτι δέν τούς ἀκούει κανείς….Μόνο ἡ ὑπερφυσική ἐπενέργεια  τῆς χάριτος ὁδηγεῖ τήν ψυχή μέσα ἀπό τόν ἐκμηδενισμό της στόν τόπο ὃπου καρποφορεῖ ἐκεῖνο τό εἶδος τῆς προσοχῆς, πού μόνο αὐτό ἐπιτρέπει νά  προσέξουμε  τήν ἀλήθεια καί τήν δυστυχία. Εἶναι ἡ ἲδια προσοχή καί  γιά τά δύο, τήν ἀληθεια καί τήν δυστυχία, μιά προσοχή ἒντονη, ἂμεικτη, χωρίς ἰδιοτελές κίνητρο, ἀνιδιοτελής, γενναιόδωρη. Καί αὐτή ἡ προσοχή εἶναι ἀγάπη». (Simone Weil, Τό πρόσωπο καί τό ἱερό, (μτφρ. Σταῦρος  Ζουμπουλάκης) ἐκδ. Πόλις, Ἀθήνα 2018, σσ. 38-39). 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου