Παρασκευή 18 Ιουλίου 2025

Σαπφείρινο οὐρανί, τό χρῶμα τοῦ Θεοῦ, κατά τόν Εὐάγριο

 

  Ἂν και ἡ μνεία τοῦ «φωτός» εἶναι συνεχής στά κείμενα τῆς ἀσκητικῆς  γραμματείας, καθώς οἱ συγγραφεῖς τό ἀναφέρουν ὡς δεδομένο, ἡ φύση του παραμένει γιά τόν σημερινό χριστιανό, τοὐλάχιστον ἀδιάγνωστη.  Ἲσως κάποτε νά ἦταν αὐτονόητο  ὃμως τώρα δέν εἶναι, γεγονός πού δυσχεραίνει τήν κατανόηση τῆς ἡσυχαστικῆς ἐμπειρίας. Ἐπειδή ὃμως ἡ παρουσία τοῦ θείου φωτός ἀποτελεῖ καθοριστικό στοιχεῖο τῆς ἀνατολικῆς ἀσκητικῆς, πρέπει νά βγοῦμε ἀπό τήν σφαῖρα τῆς εἰκασίας. Ἒχει μεγάλη σημασία νά ξέρουμε ἐάν ὁ νοῦς τοῦ μοναχοῦ,  εἶναι καθ’  ἑαυτόν φωτεινός ἢ ἂν φωτίζεται ἀπό ἂλλο φῶς ἐκτός του, ἂν τό «οἰκεῖον» δηλώνει κάτι ἐγγενές ἢ κάτι ἐπακτό.

 Ὁ Εὐάγριος ἒδωσε νόημα λόγου ὑπάρξεως στόν μοναχικό βίο ἐν ὀνόματι τῆς θέασης τοῦ Τριαδικοῦ θεοῦ. Μετά ἀπό αὐτόν ὁρολογία καί ἀρχιτεκτονική τοῦ προτάγματος ἒμειναν ἀναλλοίωτα, καθώς περνοῦμε ἀπό τήν ἀσκητική τῆς κακοπάθειας  καί τῆς στερήσεως στήν ἀσκητική τῆς θεωρίας ὡς ἐνότητας μέ τόν Θεό μέσα μας ἐν εἲδει πνευματικῆς πληρότητας.

   Στό οὐράνιο τοῦτο Ἐγώ πού ξεχειλίζει τήν ὓπαρξη, ὁ ἡσυχαστής ἀντικρύζει τό πραγματικό του πρόσωπο. Φανερώνεται  ὁ ἀγγελικός του ἑαυτός  καί ὁ αὐτογνωρισμός συνιστᾶ  αὐθυπέρβαση στόν ἐσωτερικό του κόσμο μέ τήν μορφή τῆς ἀγάπης του. Σέ ὃλες τίς ἐποχές ὃπως ἀγαπᾶς ἒτσι εἶσαι!

 (Τό κατόρθωμα τῆς «Θεολογίας» ποτέ δέν ἦταν προϊόν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων, ἀλλά τῆς θείας Χάριτος. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Γέρο Ἐφραίμ Ἀριζόνας στόν Γερο-Ἀρσένιο τῆς Νέας Σκήτης,  ὁ πατήρ Χαράλαμπος, κατά  κόσμον Γεώργιος Βάντζος Ἰμβριος τήν καταγωγή, δύο χρόνους ἡ διαφορά μας στήν γεραρἀ Ἀθωνιάδα, ἀξιώθηκε τοῦ ὑπερουσίου φωτός. Προφανῶς ὁ γερο-Χαράλαμπος εἶχε ἐπίγνωση καί ἐμπειρία τοῦ ὑπερβατικοῦ ἑαυτοῦ χωρίς νά εἶναι ὁ τελευταῖος. Ἐκοιμήθη πρίν κάποια χρόνια. Νά ἒχουμε ὃλοι τήν εὐχή του).

   Ὀ ἀσκητής ἀφήνει τά  ἐγκόσμια καί ἀποσύρεται στόν τόπο τοῦ Θεοῦ, τόν πλατύ οὐρανό  τῆς ψυχῆς ὃπου βρίσκεται ἀντωπός μέ τό ἂυλο φῶς της. Το ὑπερουράνιο φῶς τώρα ἐσωτερικεύεται, γιά νά ὑποδηλώσει ἓνα μυστικό τρόπο ὁράσεως πού δέν ἀπέχει πολύ ἀπό τήν ματιά τῶν ἀγγέλων. Τό ἐντός φῶς ἀνήκει στόν νοῦ σάν βλέμμα του, ὁπότε ὁ νοῦς δέν φωτογραφίζει μέσω τῶν αἰσθήσεων τά ὑλικά σώματα ἀλλά τά κάνει νά ὑπάρχουν γιά τήν ψυχή καί ὂχι γιά τόν ἑαυτό τους -νά γίνονται Θεοφάνειες. Θεοφάνεια εἶναι ἡ τροπή τῆς αἰσθητῆς σέ πνευματική πραγματικότητα. Στό ἂυλο βλέμμα τοῦ νοῦ, τά ὑλικά ὂντα ξαναρχίζουν τήν ζωή τους ἀναστάσιμα, ἀφήνουν μεταμορφωτικά τήν ἐμπειρική τους συνθήκη καί ὑψώνονται σέ σύμβολα τά ὁποῖα δέν ἑρμηνεύονται μέ την γλῶσσα  τῶν αἰσθήσεων ἀλλά μέ τούς κωδικούς τῆς ψυχῆς.

  Ὃλα πολύ πιθανά γιά τόν πνευματικό ἂνθρωπο, ὂχι μόνο γιά τόν χριστιανό ἀναχωρητή. Ὃπου Θεός ἐκεῖ καί φῶς ἒλεγε ὁ  Γρηγόριος, μιά λαμπρότητα διάχυτη καί συγχρόνως μιά πηγή φωτός, πραγματικότητα ὑπερούσια.

  Μέ τήν σειρά του ὁ Εὐάγριος βλέπει ἐντός του ἓνα «οἰκεῖον φῶς» (Περί λογισμῶν, κφ.34, 18): εἰς τό οἰκεῖον μετά δακρύων οὐρανόν ἀναβλέψαι, τό  ὁποῖον σημαίνει ὃτι ἐκτός  τοῦ ἐξωτερικοῦ σωματικοῦ  Ἐγώ ὑπάρχει ἒνα ἐσωτερικό πλατύτερο: τόπος οὐράνιος.

   Κατά τήν ἐκτίμησή του ὁ ἀπαθἠς  μοναχός ἀξιώνεται νά θεασθεῖ τό ὑπερούσιο φῶς τῇ συνδρομῇ τῆς ἀσκήσεως καί τῆς Χάριτος. Ἡ  ἀπάθεια προκαλεῖ  τήν συμπαράσταση τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος στέλνει τό φῶς του στόν νοῦ τοῦ μοναχοῦ, ὁ δε μοναχός προσευχόμενος ἀναγνωρίζει στόν νοῦ του τόν τόπο τοῦ  Θεοῦ. Τόπος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἀπαθής νοῦς πού παραιτούμενος ἐκουσίως ἀπό τίς εὐχαριστήσεις τῶν αἰσθήσεων ἒμαθε νά θεωρεῖ τούς λόγους τῶν κτισμάτων, νά διακρίνει σέ κάθε πρᾶγμα τήν σχέση του μέ το θέλημα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ -νά  διαβάζει δηλαδή στό βιβλίο τῆς φύσεως τήν πνευματική λειτουργία τῶν ὂντων, τό νόημα πού ἒχουν γιά τήν ζωή. Ὁ νοῦς γίνεται τόπος Θεοῦ δεχόμενος τόν οὐράνιο  φῶς μετά τήν ἀσκητική πρᾶξη καί τήν φυσική θεωρία. Ἐάν δεν προηγηθοῦν αὐτά τά στάδια εἶναι ἀδύνατο νά διαβεῖ ὁ ἡσυχαστής τό κατώφλι τῆς προσευχῆς καί νά δεξιωθεῖ τό ἀνείδεο φῶς τῆς Χάριτος. Τό ἐσωτερικό τοῦτο φῶς κατά τον  Εὐάγριο,  ἒρχεται ἂνωθεν κατ’ ἐνέργειαν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος κάνει ἒτσι αἰσθητή τήν παρουσία του, καί ὁ νοῦς βλέπει στόν ἐσωτερικό του αὐγασμό τό φῶς τῆς θείας Χάριτος. Χάρις εἶναι ὃ,τι ἐπιτελεῖται μέσα μου χωρίς νά εἶναι δικό μου· ἂνευ Χάριτος ἡ ναρκισσιστική αὐτάρκεια ἀπογειώνεται καθώς τό ὑποκείμενό της θεωρεῖ ὃτι δέν  χρωστᾶ κυριολεκτικά σέ κανένα τίποτε.

   Βρισκόμαστε στό κομβικό σημεῖο τῆ εὐαγριανῆς «αἰσθητικῆς», ἐκεῖ ὃπου ὁ προχωρημένος ἡσυχαστής περνᾷ ἀπό τον κόσμο τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων στήν θέα του οὐρανίου φωτός. Τό χαρακτηρίζω «κομβικό» γιά  τήν ἲδια τήν φύση του καί διότι θά ἀποτελέσει σταθερό ζητούμενο τῆς ἀνατολικῆς νηπτικῆς παράδοσης. Μπορεῖ ἡ ἐξωτερική περιγραφή τοῦ θείου φωτός νά μήν παρουσιάζει δυσκολίες, ὃμως ἡ κατανόηση τῆς ἐσωτερικῆς του πραγματικότητας ἀπαιτεῖ ἰδιαίτερη  πνευματική ἐτοιμότητα καί ἐνεργοποίηση.

  Τί εἶναι τό φῶς πού ἀντικρύζει ὁ μοναχός καί ὁ Εὐάγριος ἀποκαλεῖ «τόπον Θεοῦ»; Στό  ιη΄ κεφάλαιο Περί διακρίσεως παθῶν καί λογισμῶν τῆς Φιλοκαλίας, διαβάζουμε τήν ἀκόλουθη περιγραφή: Ὃταν ὁ νοῦς τόν παλαιόν ἂνθρωπον ἀποδυσάμενος τόν ἐκ χάριτος ἐπενδύσηται, τότε καί τήν ἑαυτοῦ κατάστασιν ὂψεται κατά τόν καιρόν τῆς προσευχῆς  σαπφείρῳ ἢ οὐρανίῳ χρώματι παρεμφερῆ, ἣντινα καί τόπον θεοῦ ἡ γραφή ὀνομάζει ὑπό τῶν πεσβυτέρων ὀφθέντα ἐπί τοῦ ὂρους Σινᾶ.

  Ἡ θέα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά μήν ἒχει ἁπτό ἀντικείμενο, συνυφαίνεται πάντως μέ ὁρισμένη αἲσθηση. Αὐτό ὑπονοεῖ τό «σαπφείρῳ ἢ οὐρανίῳ χρώματι» τῆς  εὐαγριανῆς περιγραφῆς. Πρόκειται γιά πνευματική αἲσθηση ἀνάλογη μέ  ἐκείνη πού δημιουργεῖ ἡ ὃραση τοῦ χρώματος. Ἡ ἐπιλογή τοῦ χρωματικοῦ προτύπου  ἀπό τόν Εὐάγριο δέν ἦταν τυχαία· ἒχει στήν σημειολογία της ἰδιαίτερο νόημα. Οὐρανί χρῶμα εἶναι ἀσφαλῶς τό γαλάζιο· γαλάζιο εἶναι  τό σαπφείρινο ὃπως  μαρτυρεῖ τό διαζευκτικό ἦτα τῆς εὐαγριανῆς ἀποστροφῆς. Ὁ σάπφειρος δηλώνει  ὑλικό κυανοῦ χρώματος -αὐτή  εἶναι ἡ μόνη σχέση πού ἒχει μέ τό ὁμώνυμό του πολύτιμο λίθο. Ἑπομένως οὐράνιο ἣ σαπφείρινο χρῶμα εἶναι τό κυανοῦν. Ὂχι τό  βαθύ μπλέ, τό σκοτεινό ὀμηρικό μέλαν, ἀλλά  τό γαλάζιο, κάτι ἀντίστοιχο μέ τό χρῶμα τοῦ ὀρυκτοῦ λαζουρίτη. Αὐτό τό χρῶμα ἀντικρύζει ὁ ἡσυχαστής τοῦ  Εὐαγρίου στήν νοερά του προσευχή ἀλλά ὡς πνευματικό καί ὂχι ὡς φυσικό μέγεθος.

  Τόσο  γιά τόν Ὠριγένη ὃσο καί γιά τόν Εὐάγριο ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου ταυτιζόταν μέ τόν νοῦ, ἐνῶ  τό θυμοειδές καί τό ἐπιθυμητικό συνιστοῦσαν μεγέθη ἐπείσακτα. Ἐκεῖ πού ὁ βιβλικός ἂνθρωπος ἦταν σύνθεση τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος τώρα ἀποτελοῦσε ἐνότητα σώματος, ψυχῆς καί πνεύματος. Ὑπ’ αὐτήν τήν ἒννοια δέν μποροῦσε παρά νά ἐμπιστευθεῖ τήν τελείωσή του στόν θεωρητικό βίο ἢ βίο τῆς προσευχῆς ὡς ἓνωση τοῦ νοῦ του μέ τό θεῖο. Ἓνωση ἀναγωγική, κατά τήν ὁποία  ἡ πρακτική ἂσκηση ὀδηγεῖ  καθαρτικά τόν ἀναχωρητή στήν ἀπάθεια καί ἡ τελευταία ἐπιτρέπει στόν ἀποδεσμευμένο νοῦ νά συλλάβει τήν νοητή πραγματικότητα ἣ «λόγους» τῶν ὂντων, ὣστε σέ τρίτο στάδιο νά τούς ὑπερβεῖ καί νά ἒρθει σέ ἀντοψία μέ τόν πνευματικό πυρῆνα του, τόν νοῦ, νά λάμψει ἐπάνω του σάν σέ καθρέφτη τό φῶς τοῦ Θεοῦ.

   Ἀσχέτως τῆς καταδίκης τοῦ Ὠριγένη καί τοῦ Εὐαγρίου, ἡ θεολογία τῆς προσευχῆς διέσχισε τούς αἰῶνες μέ τό κῦρος  σημαντικῶν προσωπικοτήτων πού τήν ἐφάρμοσαν, ὃπως ὁ Μάξιμος Ὁμολογητής, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὁ Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος, ὁ Φιλόθεος Σιναΐτης,  ὁ Ἰσαάκ ὁ Σύρος καί πλῆθος ἂλλοι, γιά νά λάβει περίπου δογματική κατοχύρωση τόν δέκατο τέταρτο αἰῶνα μέ τόν Γρηγόριο Παλαμᾶ καί τούς ἡσυχαστές τοῦ Ἂθω ἀπό τούς ὁποίους μάλιστα ὁ Κάλλιστος και Ἰγνάτιος Ξανθόπουλοι μνημονεύουν  τόν  Εὐάγριο δοξαστικά. («ὁ θεῖος Εὐάγριος». Φιλοκαλία τ. Δ΄, σ.259)  

   (Ὁ Εὐάγριος (345-399), Πόντιος τήν καταγωγή ἐξ οὗ καί ἡ ἐπωνυμία Ποντικός, προερχόταν πνευματικά ἀπό τό περιβάλλον τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων καί ἀποτελοῦσε κατά κάποιο τρόπο, τήν άσκητική τους προέκταση. Ὁ Μέγας   Βασίλειος τόν χειροθέτησε Ἀναγνώστη, καί ὁ Γρηγόριος Ναζιανζηνός τόν μύησε στήν θεολογία καί τόν χειροτόνησε Διάκονο. Πίσω ἀπό τούς τρεῖς ὀρθώνεται ἡ φωτεινή σκιά τοῦ Ὠριγένους.

  Καθώς ὃμως  ἀναθεματίστηκε, τριακόσια χρόνια μετά θάνατον ἀπό την Ε΄ (553) καί τήν ΣΤ΄ (680-81) Οἰκουμενικές Συνόδους τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τό ἒργο του ἀφανίστηκε.   Εὐτυχῶς  οἱ Σύροι  καί οἱ Ἀρμένιοι τόν θεωροῦσαν Ἂγιο, ὁπότε διέσωσαν μεταφρασμένα  στίς γλῶσσες τους τά σπουδαιότερα ἀπό τά χαμένα πρωτότυπα συγγράμματά του).   

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου