της Ελισάβετ Δ. Δημοπούλου
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ.. Ο ΤΡΑΓΙΚΟΤΕΡΟΣ ΤΩΝ ΤΡΑΓΙΚΩΝ… Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑΣ
Εστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστω των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι’ απαγγελίας, δι' ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν
(Αριστοτέλης…Περί Ποιητικής1449β )
ΕΛ-ΛΑΣ...
Τόπος περίαλος, πυρωμένος τον ήλιο τον αφέντη, πέτρα φλογισμένη απ’ το φως το Απολλώνιο, κείνο του μονάκριβου γιου της κόρης του δειλινού...αυτού του δέλφινα, που ήρθε στον κόσμο κάτω ένα δεντρί, φυτρωμένο στον ορθόβραχο του Αρχιπελάγους, την ώρα που ο ηλιάτορας ξεπρόβαλε φορτωμένος με το ξέχωρο φέγγος του να διαφεντέψει την πλάση... ΕΛΛΑΣ... τόπος της πολύτροπης, της πολύμορφης γνώσης, της προαιώνιας ανθρωπογεννήτρας και πολυγεννήτρας γης πλασμάτων ωραίων, υψηλόνοων, πολυμήχανων, ανήσυχων, παθιασμένων αναζητητών των μεγάλων οριζόντων, ατέρμονων θηρευτών του ονείρου και της χίμαιρας, με σκέψη κριτική, που φιλοσοφούν, αναζητώντας αλήθειες, συλλογίζονται, οραματίζονται, σχεδιάζουν, δημιουργούν, ορθώνουν αθάνατα μνημεία Τέχνης και Λόγου.
Ο Έλληνας άνθρωπος αισθάνεται κυρίαρχα την εμπειρία του πάθους σαν κάτι μυστηριακό και θαυμαστό, που τον τυλίγει ανάερα, ένα με το κατάσαρκό του, την εμπειρία μιας δύναμης, που αναβλύζει το βαθύ του κύτταρο και τον κατέχει πιότερο απ’ ό,τι εκείνος την κατέχει...αυτή που τον σπρώχνει στην αποτολμιά του τόκου του Ωραίου και Αληθινού...ωδίνες κι οδύνες... στο χρόνο τον ακατάλυτο...
Πάνω απ’ όλα όμως, τούτο το αλλόκοτο ψυχωμένο γέννημα, το πλασμένο από φως και πέτρα, έχει βαθιά αίσθηση μιας πλανεύτρας ψυχής, νιώθει το θησαύρισμά της και την ανάγκη της να υψώσει θαρρετά τα χέρια στ’ αγκάλιασμα της απεραντοσύνης του αγέρα, της βουνίσιας πηγής και του θαλασσινού νερού, ν’ακουμπήσει το γόνυ στο χώμα το ιερό, το σκαμμένο με τα κουρασμένα χέρια και το ποτισμένο με τον ίδρωτα του μόχθου, να δρέψει τους καρπούς του αγώνα του γόνιμου, ν’ αδράξει με λαχτάρα το γέννημα του ζήδωρου σπόρου της μήτρας της γης, για να σωπάσει την πείνα και τη δίψα, να κορώσει τ’ αποσταμένο κορμί γύρω απ’ την ευλογημένη πύρα της θερμασιάς...να γενεί “ένα,, με το γύρω του κι εντός του. Γη, νερό, αέρας, φωτιά...τα μεγάλα στοιχειά της Φύσης και της Ζωής...
ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Μ’ έκραξες; Έρχομαι από πέρα
Χαίρε! Σ’εσέ το χαίρε, ω πλάστη
κι ω πατέρα!
Είμαι η βασίλισσα της Τέχνης,
είμαι η ΤΡΑΓΩΔΙΑ.
στης παναρμονικότατης Αθήνας τον αγέρα,
στο μεγαλόπρεπο άπλωμα της θάλασσας του Ομήρου,
την τρικυμία ξυπνάς κι ενός ονείρου
τιτανικού...σπαράζει ανατριχίλα
και στα φτερά του λογισμού
και στης καρδιάς τα φύλλα...
Βογγάει της Μοίρας το άγγιγμα,
κλαίει της ψυχής το κλάμα...
Θεοί με υπέρθεους θνητούς
μάχονται κι αστραποβροντούν
στο λυρικό σου δράμα....
Ζωγράφιζες απάνω μου, σαν το θαλάσσιο τέρας,
το υπέρογκο το φρόνημα στον άντρα και στης γυναίκας την ψυχή
τη λαύρα την ερωτική...
των πάντολμων υφάντρα.
Κι έβγα ξανά του σπλάχνου μου
ω Αρμονία!
Κάμε η Ελλάδα να υψωθεί
σ’ Ανατολή και Δύση,
που είναι του μέτρου η μουσική
και της υγειάς η βρύση...
Κ.ΠΑΛΑΜΑΣ (Η φλογέρα του βασιλιά)
Στα βάθη του χρόνου κι αυτής της πλανεύτρας ψυχής, με το θησαύρισμά της, της ψυχής του Έλληνα ανθρώπου, θα πρέπει ν’ αναζητήσει κανείς τις ρίζες του θεάτρου (θεώμαι = βλέπω από ψηλά).
Και τούτη η αναζήτηση θα δώσει αγλαούς καρπούς, αν ακουμπήσει στην ανθρώπινη ανάγκη για έκφραση κι εξήγηση του κόσμου ολόγυρά του και του κόσμου καταμεσής του είναι του. Με σιγουριά, το θέατρο είναι το γέννημα μιας εξέλιξης που χάνεται στου χρόνου τα βάθια, πετράδι ανεκτίμητο στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού. Και δε θάταν μπορετό την απαρχή του να την εντοπίσουμε, με ακρίβεια, τόσο στο χρόνο, όσο και στο χώρο.
...Αθήνα... 6ος αιώνας π.Χ...
Στην πόλη του Κέκροπα, του βασιλιά με την ιερή φιδίσια ωριά, και της Διογέννητης Κόρης, της άχραντης, αριστόβουλης κι αέριας, της νικηφόρας υφάντρας των μύθων και των αρετών, της Αθηνάς... ξεπρόβαλε, ωριόψυχη, η δραματική ποίηση με μια μορφή αλλόκοτη... των τράγων το τραγούδι...της τραγωδίας.
Ήταν ένα πρωτότυπο γέννημα, μια δημιουργία (δη/ γη/ δήμος/ λαός + έργο), με δικούς του κανόνες και γνωρίσματα, αλλά κι ειπωμένο με τρόπο ολότελα ξεχωριστό, συνταιριασμένο με το Λόγο και τη Μουσική.
Κι εκφράστηκαν μέσα… του τράγου το τραγούδι... ιδέες, αξίες, φιλοσοφικοί, πολιτικοί, κοινωνικοί στοχασμοί…
Ακόμα δεν έχουμε απόκριση στο πώς έφτασε ο Έλληνας άνθρωπος σ’ αυτή τη δημιουργία...της ποίησης της δραματικής... οι γνώσεις πολλές και σύντομες, τα νοήματα σύνθετα, χαμένα στην αχλή και στο θάμπωμα 2500 χρόνων...
Για τον Αριστοτέλη, η μίμηση είναι η αιτία, η βάση, η κινητήρια δύναμη της δημιουργίας των πρωταρχικών αυτό - σχεδιασμάτων του ανθρώπινου νου και της ψυχής, που οδήγησαν στη γέννηση της δραματικής ποίησης.
Από τις προϊστορικές κοινωνίες, οι άνθρωποι, σπρωγμένοι από μιαν ανάγκη ανεξήγητη, οργάνωναν τελετουργικούς χορούς με χαρακτήρα μαγικό και θρησκευτικό, με κινήσεις μιμητικές, που επαναλαμβάνονταν σε μια προσπάθεια ορμέμφυτη να πλησιάσουν, να αγγίξουν, με το καρδιοχτύπι τους, τις δυνάμεις του Θεού και της Φύσης... Ανάγκη για απόκτημα μιας τύχης, τάχα, μιας ευλογίας, δέηση,
καταφυγή στο θεϊκό αγκάλιασμα της γης της καρποφόρας και τ' άδολου του κοπαδιού.
Στην Κρήτη, των μινωικών χρόνων, οι άνθρωποι οργάνωναν λατρευτικές γιορτές για τη μεγάλη Θεά... των όφεων και των περιστερών, τη μελαχρινή προστάτισσα της φύσης, της δύναμης της ζωής. Ολόρθη και θαυμαστή μπροστά μας η εικόνα των λιγερόκορμων, που σέρνουν τους χορούς τους κυκλωτικούς... τους λαβυρίνθους...
Κι είναι γνωστός, ένα με την ψυχή μας, κείνος ο παιχνιδιάρης ο θεός του γλεντιού, του κρασιού, του γέλιου και της χαράς, του τραγουδιού και της ανεμελιάς, ο διογέννητος γιος της πριγκίπισσας Σεμέλης, το εγγόνι της Αρμονίας...ο Διόνυσος ...ο Βάκχος...ο Ίακχος που...βακχεύει... ενθουσιάζεται μέσα στη φύση, που οργιάζει στην απόλυτη τελειότητά της...
Τούτος ο θεός, ανάπαυση για τις αποσταμένες αισθήσεις, γιορτάζονταν στη Αθήνα κοντά σε κείνες τις μικρότερες μέρες του χρόνου, τότε που η μάνα φύση ντύνονταν την καινούργια φορεσιά της. Κι εκεί... μέσα στ’ αμπελοχώραφα της Αττικής γης, οι φυτευτάδες τ’ αμπελιού, οι κλαδευτάδες κι οι τρυγητάδες, ζαλισμένοι απ’ τους γλυκόπιοτους χυμούς, άρχιζαν το τραγούδι και τον ξέφρενο χορό, ιστορώντας τα πάθη του θεού τους, τα θλιβερά και τα χαρμόσυνα, τα μυστήρια της γέννας του και της θανής του, το ξαναφανέρωμά του στη γη, μέσα στους ανοιξιάτικους λουλουδιασμένους κάμπους, τους ξαναγεννημένους... συντροφιά μ’ ένα παράξενο τραγοπόδαρο τσούρμο, με καμώματα τρελά και θορυβώδικα... τους Σατύρους...
Κι οι γλεντηστάδες, μέσα στην... ιερή τους ζάλη, φορώντας τραγοτόμαρα, για να παραστήσουν το τσούρμο, το ακόλουθο της... θείας αναίδειας και του χοντροκομμένου κώμου, έψελναν... κι έψελναν λατρευτικό, αυτοσχέδιο τραγούδι... το διθύραμβο, (δις + θύρα + βαίνω), για χάρη του Διόνυσου... του δυο φορές γεννημένου.
Τους ίδιους, πάνω κάτω, καιρούς, ένα όμορφο παλικάρι, Αρίωνας τ’ όνομά του, έδωσε δική του μορφή, δικό του σχέδιο και παρουσίασε για πρώτη φορά διθύραμβο στην Κόρινθο. Στα μέσα του ίδιου αιώνα, στην Αττική, ένας νεαρός ποιητής, απ’ το Δήμο Ικαρίας (σημερινό Διόνυσο), ο Θέσπης... έφερε μιαν αλλαγή στο λατρευτικό τραγούδι... ο πρωτοχορευτής στάθηκε απέναντι στην ομάδα - χορό, φορώντας προσωπείο, κι άρχισε να συζητά... να υποκρίνεται με τους υπόλοιπους. Κι έτσι, ξεκίνησε ο διά-λογος υποκριτή και χορού... ο Θέσπης... ο πρώτος ηθοποιός.
Στους κατοπινούς χρόνους, οι μύθοι, απ’ την αφήγηση πράξεων, γίνονται δράση, δράμα, μίμηση, αναπαράσταση, θεατρική πράξη... απλώνεται γοργά στην Αττική γη, που τότε είχε για, κυβερνήτη, τον τύραννο Πεισίστρατο, άνθρωπο φιλοπρόοδο κι ευφυή που κατάλαβε την αξία των λατρευτικών τραγουδιών κι ίδρυσε τα Μεγάλα εν άστει Διονύσια, με αγώνες... διθυραμβικών διαδρομών.
Είναι αυτοί οι ίδιοι αγώνες που έγιναν θεσμός, για να εξελιχθούν αργότερα στην πιο λαμπρή γιορτή του Διονύσου, στην πιο λαμπρή γιορτή του Θεάτρου, μέσα στο πρώτο θέατρο του κόσμου, του Διονύσου Ελευθερέως... εκεί... κάτω απ’ τον ιερή σκιά της Ακρόπολης.
Η Δραματική Ποίηση αποκτά συγκεκριμένη μορφή και χαρακτήρα, με κυρίαρχα είδη της την τραγωδία, την κωμωδία και το σατυρικό δράμα.
...ΤΡΑΓΩΔΙΑ...τράγων ωδή, τελετή θυσίας τράγου προς τιμή του προστάτη Θεού Διόνυσου... ΚΩΜΩΔΙΑ... αυτοσχέδια τραγούδια χαρούμενων, αστείων πειραγμάτων - κώμος κι ωδή, το τραγούδι του γλεντιού...ΣΑΤΥΡΙΚΟ ΔΡΑΜΑ ...σύντομο αφήγημα για το Διόνυσο, με την παιχνιδιάρικη ακολουθία των τραγοπόδαρων, γεμάτων αχαλίνωτη ζωντάνια, συντρόφων, των Σατύρων... ευχάριστο, χαρούμενο θέαμα...
Οι τραγικοί ποιητές αντλούν τα θέματά τους απ’ τους κύκλους της Ελληνικής μυθολογίας, τις περιπέτειες των ηρώων, τους πολέμους, τις συγκρούσεις, τις οικογενειακές διαμάχες και συμφορές... την εκδίκηση και την τιμή, τα πάθη και τα ηθικά διλήμματα, την αναμέτρηση με τη μοίρα και την προσωπική επιλογή.
Ιστορικά γεγονότα... Μηδικοί πόλεμοι, Πελοποννησιακός πόλεμος, πολιτικές και δημοκρατικές έννοιες... εμπνέουν τους δραματικούς ποιητές κι ο λόγος τους, ο ποιητικός, ταυτίζει τους θεατές με τους ήρωες... Η τραγωδία διδάσκει κι εκπαιδεύει τους πολίτες, διαμορφώνει την πολιτική τους συνείδηση...
Τρεις οι μεγάλοι τραγικοί ποιητές: ΑΙΣΧΥΛΟΣ, ΣΟΦΟΚΛΗΣ και ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ.
Οι δραματικοί αγώνες είχαν την οικονομική εύνοια εύπορων Αθηναίων, τις ονομαστές χορηγίες κι οι τρεις πρώτοι νικητές στεφανώνονταν με στεφάνια απ’ το ιερό διονυσιακό φυτό, τον κισσό. Κριτές των αγώνων ήταν, σύμφωνα με το δημοκρατικό ιδεώδες της ισότητας, Αθηναίοι πολίτες κι αργότερα και μέλη του ιερατείου.
Κι ήταν τόσο σημαντικοί οι δραματικοί αγώνες στην αρχαία Αθήνα... αυτά τα ανυπέρβλητα διδασκαλεία, που σταματούσαν όλες οι πολιτικές κι οι δικαστικές συνεδριάσεις κι όλες οι εμπορικές δραστηριότητες.
Η διδασκαλία του αρχαίου δράματος στόχευε στον προβληματισμό των θεατών, ώστε να ξεκινήσει ο διάλογος, το κυριότερο στοιχείο της Δημοκρατίας, η ελεύθερη έκφραση των απόψεων, σίγουρος παραστάτης των ορθών αποφάσεων....
Ο ανυπέρβλητος λόγος των τραγικών ποιητών παγίωσε στη συνείδηση των πολιτών τις υπέρτατες έννοιες της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης.
Με τον ορισμό της τραγωδίας, από το Σταγειρίτη φιλόσοφο, τα παθήματα των ηρώων
προκαλούν φόβο, λύπη και συμπάθεια στην ψυχή των θεατών που συν-ομιλούν με τον εαυτό τους και συν-πάσχουν, σ’ όλη τη διάρκεια το έργου...
Η κάθαρση σηματοδοτεί την ανάταση και ανάταξη της ψυχής σε μια ανώτερη πνευματική σφαίρα,
καθώς αυτή εξαγνίζεται κι εκτονώνει το φορτίο της, που τη συνθλίβει στον καθημερινό του αγώνα.
Οι θεατές φεύγουν απ’ το θέατρο με πλέρια συναίσθηση της ανθρωπινότητάς τους, κλείνοντας βαθιά μέσα τους τη βεβαιότητα ότι είναι ισότιμα μέλη μιας κοινωνίας, με δικαιώματα κι υποχρώσεις...
ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ...
Στην αρχαία ελληνική τραγωδία δύο ακατάλυτες δυνάμεις καθορίζουν την πορεία της ανθρώπινης ζωής... η μοίρα και το υπερμόρον
ΜΟΙΡΑ ή ΜΟΡΟΣ είναι το μερίδιο, το μεράδι του καθένα στη ζωή, αυτό που λέμε πεπρωμένο, ο κλήρος, η τύχη, καλή ή κακή... όλα ορισμένα στον άνθρωπο απ’ τους θεούς. Κι είναι μια δύναμη υπερβατική, που μπροστά στις αποφάσεις της ο άνθρωπος στέκει, μέσα στην τραγικότητα της ύπαρξής του, αδύναμος, άπραγος κι άβουλος, μ’ αντίδραση καμιά... Λύση... η καρτερική αποδοχή των τελεσίδικων αποφάσεων, που πότε ορίζουν το χρόνο και τον τρόπο της θανής, πότε διαφεντεύουν τις πράξεις και ρίχνουν άσπλαχνα τα βέλη στο κατάστηθο των ανύποπτων θυμάτων τους, σα συνέπειες, σαν τιμωρίες ακατανόητες...
Το ΥΠΕΡΜΟΡΟΝ είναι κείνο το ακατάληπτο κίνητρο, που ξεφεύγει απ’ τη μοίρα και κάνει τον άνθρωπο να ξεστρατίζει απ’ το θεϊκό μονοπάτι, να ξελογιάζεται και να πεζεύει το μαύρο άτι της ψυχής του, το σκοτεινό, κι οι πράξεις νάναι τέτοιες, επιλεγμένες απ’ τον ίδιο μονάχα, αυτόβουλες κι αποδιωγμένες απ’ τους θεϊκούς λογισμούς, με τ’ αποτελέσματα του κατατρεγμού, του παιδεμού και του ολέθρου...
Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, με βάση όλα τα παραπάνω, ακουμπά τη μοίρα με κατανόηση, με συμπόνια, μιας κι είναι από χέρι θεϊκό σταλμένη, αλλά το υπερμόρον το εξετάζει σε μέγα βάθος... το ανατέμνει... το διερευνά, στην προσπάθεια ν’ ανακαλύψει το αίτιο και το αιτιατό της πράξης της ανθρώπινης, ώστε η τάλαινα ψυχή να φτάσει στην...των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν...
ΑΙΤΙΟ είναι η ΥΒΡΙΣ (λέξη με ρίζα της την πρόθεση υπέρ), κείνη η βία η αυθάδικη που προβάλλει απ’ την υπερ-βολική συναίσθηση μιας δύναμης, η αλαζονεία, η έπαρση που τσακίζει την ψυχή, η προπέτεια... όλα αυτά που ελέγχονται απ’ τ’ άγρυπνο θεϊκό μάτι, ανθρώπων ύβριν τε και ευνομίην εφορώντες (Οδύσσεια,Ρ437).
Υβρις και Ευνομία... αντιμαχόμενες έννοιες... σκοτάδι και φως...Υβρις, η περιφρόνηση των νόμων του δίκαιου και του ορθού που όρισαν οι θεοί... η Φύση η πανώρια.
Σαν ΑΙΤΙΑΤΟ αυτής της υπέρ-βασης έρχεται η ΝΕΜΕΣΗ, αυτή η ωριόκορμη θυγατέρα της Νύχτας, η αδερφή του Ονειρου, ζωσμένη με το χαλινάρι κι αρματωμένη με το κοφτερό σπαθί, της ζυγαριάς τ’ αμφίπλευρα δισκάρια και του μέτρου το ραβδί... Κι είναι η κόρη που οργίζεται, που αγανακτεί, που αποστρέφεται κάθε τι ανάρμοστο, που ξεφεύγει απ’ τη φυσική τάξη των πραγμάτων, αυτή που ταπεινώνει τον υπέρ-όπτη με τιμωρίες βαριές, για να ξαναφέρει στα ανθρώπινα την ισορροπία και το μέτρο.
Οταν η θεογέννητη κόρη νεμεσίζεται, τιμωρεί με τρόπους δυο, φαρμακερούς, ...την ΤΙΣΗ... άμεση επιβολή ποινής... όλεθρος... θάνατος... και την ΑΤΗ... σύγχυση των φρενών, διατάραξη της ψυχής...έμμεση τιμωρία της ένοχης θρασύτητας.
Κι είναι πολλές οι φορές που, δίπλα στη Νέμεση, ξεπροβάλλουν τα έγκατα της γης, μαυροφορεμένες και δύσμορφες οι αδερφάδες της, οι Ερινύες, που κυνηγούν τους επίορκους, τους φονιάδες των γονιών τους, αυτούς που δεν έχουν σέβας στους ταπεινούς τούτης της γης και δε λογαριάζουν την ανημπόρια των γερόντων.
Τούτη η τραγική πορεία όμως...Ύβρις, Νέμεσις, Τίσις, Ατη, Ερινύες... δεν είναι χωρίς επιστροφή, γιατί κάτι τέτοιο θάταν αποτρόπαιο έργο του Εφιάλτη, του γιγαντόκορμου θεϊκού γιου του διαφεντευτή της θάλασσας.
Οι Ολύμπιοι θεοί, ολόλαμπροι με όλα τα θεϊκά τους χαρίσματα, ανθρωπόμορφοι μ’ όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες, δεν είναι μπορετό ν’ αφήσουν τα πλάσματά τους αιώνια καταδικασμένα...
Μ’ ένα γνέψιμο του τιτανογέννητου, παντεπόπτη, επιτιμήτορα, επόψιου, επωπέτη, πατέρα, Θεού του κεραυνού και της αστραπής, οι Διογέννητες λευκοχέρες, σεμνές, απέριττες, με την καθάρια ματιά κόρες, οι ΛΙΤΕΣ, τρέχουν αγκομαχώντας, πασχίζοντας να φτάσουν την Τίση την αγέρωχη και τη γοργοπόδαρη Ατη, για να γιατρέψουν τις πληγές των κατατρεγμένων.
Μ’ άλλα λόγια οι Λιτές...(λίτομαι = ικετεύω, παρακαλώ), είναι η προσωποποίηση της μέγιστης αρετής, της ΜΕΤΑ-ΝΟΙΑΣ που είναι, στα ανθρώπινα, πάντα αργοπορημένη, μα σαν φτάνει κάποια στιγμή αποσταμένη, βαριανασαίνοντας απ’ τον αγώνα και την αγωνία, απολυτρώνει το άνολβο πλάσμα της Φύσης, τον άνθρωπο... αρκεί αυτός να σηκώσει ικετευτικά τα χέρια, ν’ αγγίξει το μέτωπο με τη γροθιά του σφιγμένη και με συντριβή ψυχής να ευχηθεί-προς, αποζητώντας το έλεος...
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ Ευριπίδης
Η ζωή του...κι η ψυχή του...
Όταν ο Αισχύλος μάχονταν, για τα δίκαια της Αθήνας, στα 480π.Χ... στη Σαλαμίνα κι ο Σοφοκλής χόρευε έφηβος γύρω απ’ το τρόπαιο της τρισένδοξης νίκης, ένα μωρό στην κούνια του... εκεί στη Σαλαμίνα... δέχονταν στο προσκεφάλι του τις Μοίρες να το μοιράνουν μ’ ευλογίες, χαρίσματα και στολίσματα της ψυχής και του νου, κατά πώς ποθούσαν οι γονιοί του... Ευρυπίδης τ’ όνομα του...(ευ +ριπή... καλή, δροσάτη πνοή τ’ ανέμου, μα κι άστατη, αμφίβολη μαζί).
Ο πατέρας του, ο Μνήσαρχος, κατάγονταν απ’ τον αθηναϊκό Δήμο της Φλύας... και κατά το προγονικό συνήθειο, του γιου του νιογέννητου τ’ όνομα ακούγονταν αντάμα με τ’ όνομα του πατέρα και τον τόπο καταγωγής... Ευρυπίδης Μνησάρχου Φλυάσιος... Αθηναίος.
Η μάνα του... Κλειτώ... από καλό σπίτι, φιλόστοργοι γονιοί, αν και οι κωμικοί του καιρού του δεν παύουν να κατηγορούν τα ευτελή τους επαγγέλματα...μεταπράτης και λαχανοπώλισσα. Κάποια στιγμή όμως πρέπει να πλούτισαν, γιατί ο μικρός Ευριπίδης έζησε άνετα, απ’ τα μικράτα του, κι όπως μας ιστορούν οι σύγχρονοί του, είχε απ’ τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του καιρού του... βιβλία, που η αξία τους ζυγιάζονταν τότε με χρυσάφι...
Οι γονιοί του γρήγορα παρατήρησαν το φανέρωμα ενός ωραίου χαρίσματος... της ζωγραφικής... και τον σπούδασαν κοντά σε μεγάλους δασκάλους, ώστε να γίνει κανονικός ζωγράφος, ονομαστός, να κρατά γερά το χρωστήρα, τα έργα του νάναι στολίδια, νάναι ξεχωριστά...
Απαραίτητη όμως κι η μέριμνα για τη φυσική του αγωγή, στο χάραμα της νιότης του.
Δε στάθηκε ποτέ αθλητής, με την ουσία της έννοιας, αν και έλαβε μέρος σε αγώνες του παγκράτιου και της πυγμαχίας κι έγινε πυρφόρος του Ζωστήριου Απόλλωνα, που λατρεύονταν στο δήμο του, τη Φλύα. Πίστευε όμως, για κάποιο λόγο, ότι δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο απ’ το γένος των αθλητών κι η καταφρόνια, που δείχνει αργότερα στις τραγωδίες του γι’ αυτούς, μας σιγουρεύει πως δεν ονειρεύτηκε ποτέ τον...κότινο και πως απ’ τους δασκάλους του δεν είχε ν’ αναθυμιέται και πολλά καλά...
Μεγάλες τους αγάπες... η μουσική κι η θάλασσα... οι θαλασσινές σπηλιές...
Καμιά κοσμική, καμιά πολιτική λάμψη δεν τον συντροφεύει.
Κατακρίνει την άκρατη οχλοκρατία και τους δημαγωγούς που με ιταμότητα παρασέρνουν στον όλεθρο τα πλήθη, αλλά αναγνωρίζει τις μεγάλες αξίες ανάμεσα στη μεσαία τάξη σαν σωτήρες και φύλακες των ευγενικών χαρισμάτων.
Απ’ το εργαστήρι του ζωγράφου περνάει στο σπουδαστήρι του ποιητή... σιωπηλός, μοναχικός, δύσκολος.
Δεν είναι μια φύση ευτυχισμένη, μια μεγαλοφυΐα χαρούμενη, που η δημιουργία είναι η ανάσα της η φυσική και θριαμβική στο διάβα της.
Είναι μια βασανισμένη ψυχή, ένας παιδεμένος νους, ένας...διαβρωτικός μελετητής, ένας δύσπιστος αναλυτής, ένας κοφτερός κι αμείλικτος παρατηρητής, ένας εσωτερικά λαβωμένος, απ’ τη φύτρα του, ένας αγιάτρευτα μελαγχολικός...
Κάτω απ’ τη φαινομενική του γαλήνη μαντεύει κανείς την αστόμωτη ανησυχία... με την πλέρια σημερινή σημασία της.
Κι είν’ αυτός που θα βάλει στη δωρική κολώνα του Αισχύλου και στον ιωνικό κίονα του Σοφοκλή... για κιονόκρανο... τη μπερδεμένη και παιχνιδιάρα κορινθιακή άκανθα...
Με το έργο του, με τη γραφίδα του, παντοτινό μνημείο υπερβατικό της ανθρώπινης δημιουργίας...θα ταρακουνήσει και θα παιδέψει τα... γαλήνια μάρμαρα, σαν ένας άλλος Φειδίας... σαν ένας άλλος Λύσιππος.
Μάταια ιδρώνουν οι δάσκαλοι της φιλολογίας να βρουν σχέσεις κι αναλογίες με τις φιλοσοφικές σχολές της εποχής του και ν’ ανακαλύψουν τις πηγές του στοχασμού του. Έχει πάρει κάτι απ’ όλους, αλλά έχει δική του, ξέχωρη σκέψη... κοσμογονική.
Αν είναι κάποιος, που το πνεύμα του φανερώνεται στο έργο του Ποιητή, είναι ο Πρωταγόρας, με τον πολλαπλό αντίλαλο της δικής του σκέψης, με τη θεμελιακή αρχή του...παντός μέτρον ο άνθρωπος... κι είναι αυτός που συντελεί, με τη διδαχή του, στο λάξεμα της ελληνικής γλώσσας, στο ακόνισμά της, στο φανέρωμα του πιο λεπτού αισθήματος και στοχασμού.
Κι όμως... δεν ήταν μαθητής κανενός... ήταν μονάχος, απλησίαστος κι ανεξάρτητος, αν κι είχε κάποια κοινά με τους μεγάλους σοφιστές... την ειρωνεία, που κάνει καταγέλαστες τις συμβατικές αξίες και τιςπρολήψεις, αλλά και το σκεπτικισμό, που αποσυνθέτει κάθε παραδομένη αλήθεια.
Η μορφή του...έτσι όπως οι γλύπτες την παραδίνουν στα έργα τους... με τ’ άφθονα, ακανόνιστα γένια, τ’ αραιά μαλλιά στην κορφή, που πέφτουν όμως πυκνά και μακριά, το βαθύ συγκεντρωμένο βλέμμα, τις ρυτίδες του μετώπου... δείχνουν έναν άνθρωπο πιότερο του στοχασμού, παρά της έμπνευσης, έναν φιλόσοφο κι όχι ένα ποιητή... Ειλικρίνεια, εντιμότητα..., αλλά και μια κούραση, μια πικρία, μια...θλιμμένη σοβαρότητα...ποιας τάχα αιτίας ρίζωμα;
Έχουν ιστορηθεί πολλά για τις οικογενειακές του ατυχίες... κι όχι όλα καλοπροαίρετα... Μελιτώ και Χοιρίλη...οι δύο γυναίκες του Ευρυπίδη... ο θρύλος θέλει την πρώτη... μοιχαλίδα και τη δεύτερη... εντελώς κοινή.
Ωστόσο, ευτύχησε να αποκτήσει τέσσερις γιους και δυστύχησε να πάρει τον πόνο του χαμού του μικρότερου.
Άραγε, αυτός ο... σκεπτόμενος είχε κάνει τέτοιες επιλογές;
Αριστοφάνης, η αιτία του... θρύλου.
Κι η αφορμή για την...κακογλωσσιά του Αριστοφάνη πάρθηκε απ’ τους γυναικείους χαρακτήρες, που ιστορούσε, με τη διαβρωτική αλήθεια του ο Ευρυπίδης. «Α γαρ εν τας αλλοτρίας γυναίκας εποίεις, αυτός τούτισιν επλήγης..., η δικαιολογία του μεγάλου κωμικού με την κοφτερή, αλλά όχι πάντα αληθινή, γλώσσα... κι όταν αργότερα ο ντροπιαστικός θρύλος αποσύρθηκε, ήδη ο Ευρυπίδης βρισκόταν πολύ μακριά...
Θάταν άδικο να μη σταθούμε και να μη ξεδιαλύνουμε κι έναν άλλο θρύλο, που κι οι κατοπινοί βιογράφοι παρέλαβαν και πολλοί τον παρέδωσαν... και πάλι άδικα... αυτόν του...τάχα μισογυνισμού του Ευριπίδη...
Ο Ευριπίδης κακομεταχειρίζεται τις γυναίκες στις τραγωδίες του... για να τις περιποιείται καλύτερα στο...γυναικωνίτη...λένε οι ...κακόγλωσσοι...
Πώς όμως ένας ποιητής κακοποιεί τις ηρωίδες του, όταν χαρίζει στο θέατρο μιαν Ιφιγένεια, μιαν Άλκηστη, μια Πολυξένη, μιαν Εκάβη, μιαν Ανδρομάχη και τόσες άλλες άφταστες κι αξεπέραστες μορφές;
Αυτή είναι κι η τρανή απόδειξη του φλογερού του φεμινισμού, αφού οι καλύτεροι ήρωές του δεν είναι μπορετό να σταθούν στο ύψος το ηθικό των ηρωίδων του. Κι αν μέσα στο ευριπίδειο έργο βρίσκονται κάπου... κάποιοι... αφορισμοί μειωτικοί, αυτοί δε γράφτηκαν για τις γυναίκες, αλλά για... τα γυναικάρια...
Το μάτι του Ευριπίδη δε γελιέται ποτέ, ούτε για τις μηδαμινότητες των αντρών κι ούτε των γυναικών... και τις καταγράφει με μαστοριά και πικρή αλήθεια.
Ποιος είν’ ο λόγος όμως που ο Ποιητής αφήνει το χρωστήρα και πιάνει τη γραφίδα του τραγικού; Μπορείς με το νου και την ψυχή...ενός σοφιστή να γράφεις τραγωδίες; Αμφίβολα...
Οι λόγοι είναι δυο... υποκειμενικός κι αντικειμενικός... δυνατοί σα χείμαρροι, σα βουερά ποτάμια... Στην ψυχή του Ευριπίδη ορθώνεται και πασχίζει να σπάσει τα δεσμά του ένας ολόκληρος κόσμος ιδεών, τόσο πλούσιος και τόσο ορμητικός, που ο χρωστήρας δε μπορεί να ιστορήσει... κι ύστερα η ανάγκη του
Ποιητή αυτός ο πλούτος να μπει στην υπηρεσία των ανθρώπων... επιδίωξη δημόσιου αξιώματος... καμιά.
Σκοπός του Ποιητή να τσακιστούν οι προλήψεις κι οι μεγαλοστομίες του παρελθόντος και να γίνει, όχι ο αντίποδας του μέτρου και της ισορροπίας του γλυκύτατου Σοφοκλή, αλλά να σταθεί απέναντι στον παλιό και ξεπερασμένο, θεόπνευστο κόσμο της παράδοσης του Μαραθωνομάχου Αισχύλου και να φανερώσει
το χάραμα μιας καινούργιας αυγής, ενός νέου κόσμου, μέσα απ' τον κάματο της φιλοσοφικής του έρευνας, του ανυπέρβλητου ρεαλιστικού του στοχασμού και της μέγιστης συζήτησης που ανοίγεται...
Ο μεγάλος τραγικός πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στην Αθήνα, βιώνοντας, στη νεότητά του, με τρόπο άμεσο και καταλυτικό, για τον ανήσυχο ψυχισμό του, την πολιτική, τη φιλοσοφία, και τα ρεύματα που δημιούργησε η χρυσή εποχή του Περικλή. Εδώ έγραψε και το μεγαλύτερο μέρος των τραγωδιών του. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος τον βρίσκει καταπονημένο... αρχίζουν τα πικρά γηρατειά.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Μακεδονία, ύστερα από πρόσκληση του φιλόμουσου βασιλιά της Πέλλας Αρχέλαου, προστάτη και θαυμαστή των ανθρώπων της τέχνης και του λόγου. Στην Πέλλα, ο Ποιητής ολοκληρώνει τις Βάκχες και την τραγωδία Αρχέλαος.
Η Μοίρα όμως παραμονεύει κι ο μεγάλος τραγικός βρίσκει σκληρό κι αποτρόπαιο θάνατο...αποτέλεσμα φθονερής πράξης. Κατασπαράζεται (γύρω στα 400π.Χ), από αγέλη άγριων σκυλιών-μολοσσών που χέρια δολερά άφησαν ελεύθερα...
Ο βασιλιάς Αρχέλαος έκλαψε πικρά για το χαμό του πολύτιμου φίλου... το μνημείο του μεγαλόπρεπο...τόπος συνάντησης για τους επαΐοντες.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ-ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ του ευριπίδειου έργου...
Ο μεγάλος τραγικός, ο από σκηνής φιλόσοφος, βαθύς ερευνητής της ανθρώπινης ψυχής, σφράγισε το τραγικό είδος με μια βαθιά ανανέωση:
*Ανάπτυξε τη δράση με τον αφηγηματικό πρόλογο κι επίλογο.
*Ενίσχυσε τα μέσα εντυπωσιασμού με την παρέμβαση υπερφυσικού παράγοντα, για τη λύση της πλοκής του δράματος...(από μηχανής θεός).
*Διασκεύασε τα μυθολογικά δεδομένα στο επίπεδο της καθημερινής ζωής.
*Προχώρησε σε καινοτομίες της μουσικής, που έγινε πιο σημαντική απ’ το λόγο.
*Αύξησε τις λυρικές μονωδίες των υποκριτών.
*Κατέβασε τους ήρωές του από τα βάθρα τους, παρουσιάζοντάς τους με τρόπο ρεαλιστικό, σύμφωνα με τα ανθρώπινα μέτρα.
*Πειραματίστηκε στις τολμηρές καινοτομίες,
(μείωση των χορικών και χαλαρή αποσύνδεσή τους απ’ τα επεισόδια, υποβάθμιση της παρουσίας του χορού ως δραματικού οργάνου, ελάφρυνση του μύθου απ’ τη βαριά παράδοση και τις αναχρονιστικές δοξασίες).
Οι Αθηναίοι τραγουδούσαν με αγάπη τα λυρικά κομμάτια των τραγωδιών του κι όπως μαρτυρά η παράδοση, αυτά τα τραγούδια έσωσαν πολλούς αιχμαλώτους απ’ τα λατομεία της Σικελίας, μετά την αποτυχία της σικελικής εκστρατείας, το 413π.Χ… Έσωσαν και την Αθήνα απ’ τον ανδραποδισμό, μετά την ολέθρια ήττα του 404 π.Χ. και την επικράτηση των Σπαρτιατών.
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ του ΕΥΡΙΠΙΔΗ... πικρό, συνταρακτικό κι αξεπέραστο...
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ
Ο Αθηναίος τραγικός ποιητής πήρε μέρος, για πρώτη φορά, σε δραματικούς αγώνες, το 455 π.Χ. με τις Πελιάδες, κόρες του τραγικού Πελία, που κομματιάζουν τον πατέρα τους, θαρρώντας πως θα τον ξανακάνουν νέο... πήρε το τρίτο βραβείο. Το 441 αποδέχεται την πρώτη του νίκη... Όλα τα έργα, εκτός από τα δύο τελευταία της ζωής του, γράφτηκαν στην Αθήνα.
Στα 408 διδάσκεται ο Ορέστης... ταξίδι στη Μαγνησία και μετά στην Πέλλα, στην αυλή του Αρχέλαου, όπου και γράφεται η ομώνυμη τραγωδία.
Οι μελετητές του υπολογίζουν, ότι ο μεγάλος τραγικός έγραψε 92 τραγωδίες, ανάμεσά τους 23 τετραλογίες, αλλά γνώρισε μεγάλες απογοητεύσεις, γιατί οι νίκες του ήταν ελάχιστες... τρεις όσο ζούσε και μια μετά το θάνατό του.
Σώθηκαν μόνο 19 δράματα, μέσα από δυο κατηγορίες χειρογράφων.
Η πρώτη, με γλωσσήματα, τοποθετείται χρονικά στο 2ο αιώνα π.Χ. και ήταν μέρος, ίσως, μιας σχολιασμένης ανθολογίας για σχολική χρήση. Το πολύτιμο περιεχόμενο...Εκάβη, Ορέστης, Φοίνισσες, Ιππόλυτο, Μήδεια, Ανδρομάχη, Άλκηστις, Ρήσος, Τρωάδες και Βάκχες.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει 10 τραγωδίες...Εκάβη (για δεύτερη φορά), Ελένη, Ηλέκτρα, Ηρακλείδες, Ηρακλής, Ικέτιδες, Ιφιγένεια εν Αυλίδι, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Ιων και το σατυρικό δράμα Κύκλωψ.
Η μελέτη των χειρογράφων μαρτυρά ότι τα παραπάνω δράματα ήταν, μάλλον, μέρος μιας ολοκληρωμένης αλφαβητικής έκδοσης. Σπαράγματα από σημαντικά ευριπίδεια έργα, πάνω σε παπύρους, μας διέσωσαν τέσσερα ακόμα δράματα... τον Κρεσεφόντη, τους Κρήτες, τον Ερεχθέα και την Υψιπύλη.
Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ
Ο Ευριπίδης Μνησάρχου, ο γιος της Κλειτώς... του εμποράκου και της χορταρούς, σημάδεψε με τον ποιητικό του λόγο ολάκερο τον πολιτισμένο κόσμο.
Ο λόγος του ακούγεται σήμερα επίκαιρος, όσο ποτέ. Ο μεγάλος πανεπιστήμων Σταγειρίτης φιλόσοφος, ο Αριστοτέλης, μελετητής και βαθύς κριτής του έργου του Τελαμώνιου τραγικού, τον ονομάζει τραγικότερο απάντων των τραγικών.
Κι αυτός ο χαρακτηρισμός μας βάζει σε σκέψεις, αναζητώντας τον πυρήνα του. Και ο Ευρυπίδης, ει και τα άλλα μη ευ οικονομεί, αλλά τραγικώτατός τε γε των ποιητών φαίνεται (Αριστοτέλης – περί Ποιητικής).
Ψόγος και έπαινος, αντίφαση και παλινωδία χαρακτηρίζουν αιώνες τώρα κάθε κρίση για τον Ποιητή και το Έργο του. Γιατί στα λόγια του Αριστοτέλη διακρίνεται ολοφάνερα η αντίφαση... αν δεν ξέρει... να οικονομήσε το δραματικό του υλικό, αν είναι ατελής ο τρόπος που οδηγεί τη δραματική πράξη στο κορύφωμά της, τότε πώς μπορεί να φαίνεται ο ΤΡΑΓΙΚΟΤΕΡΟΣ των ποιητών;
Αυτή η...παλινωδία στάθηκε μοιραία σ’ οποιαδήποτε κρίση της εποχής του για το έργο του.
Στο τρίπτυχο των μεγάλων τραγικών, ο Ευριπίδης παίρνει τη θέση... του τρίτου αλόγου στο άρμα του του Αχιλλέα, που δεν έχει θεϊκό αίμα, μα που ακολουθεί ωστόσο τους αθάνατους δρόμονες, ζεμένος αδιαχώριστα, στον αιώνα, μαζί τους.
Η σύγκριση με τον Αισχύλο και το Σοφοκλή, των μεγάλων πλαστουργών της δραματικής τέχνης, προς στιγμή, δικαιώνει τον ψόγο.
Ο Αισχύλος, πομπώδης κι ολύμπιος, παρουσιάζει τον άνθρωπο στο ύψος των ηρώων και των Τιτάνων... μεγαλύτερο απ’ ό,τι είναι.
Ο Σοφοκλής, τρυφερός και γλυκόλαλος, θέλει τον ήρωά του, όπως πρέπει να είναι κι ο Ευριπίδης, πικρός ρεαλιστής, δείχνει έναν άνθρωπο, χωρίς μεγαλείο και ποίηση...όπως ακριβώς είναι.
Όμως, οι καινούργιοι δρόμοι που ανοίγει ο Ευριπίδης, οι πάμπολλοι, σημαντικοί και γόνιμοι, οι δοκιμές του, οι τόσο τολμηρές, τα θέματά του, τα τόσο πλούσια και ποικίλα, οι χορδές που πρόσθεσε στο δραματικό όργανο, οι τόσο απρόοπτες, τα ζητήματα που βγάζει στην επιφάνεια, τα τόσο σπουδαία... που φέρνει, χωρίς αποφυγή, στην τραγική σκηνή, τον προβληματισμό και τη συζήτηση...
Κι όλα τούτα, γιατί ο Ποιητής καταπιάνεται με θέματα καθημερινά, μέσα στον τραγικό πυρήνα των ανθρωπίνων παθών, τόσο κοινά και τόσο πρωτόπιαστα, που κάνουν το ψάξιμο στην ψυχή διαβρωτικό, μέσα από μια ευγλωττία που σε ανταριάζει και σε συγκλονίζει, μ’ έναν λυρισμό αξεπέραστο, με ξάστερες εικόνες στη σύλληψη και την ακρίβειά τους.
Ο ψόγος γίνεται έπαινος και παραμένει μόνο ένα...παράπονο στον τρυφερό κι ευγενικό δημιουργό... Η σύγκριση με τους άλλους δύο τραγικούς θάταν άδικη... δεν είναι ούτε κατώτερος, ούτε ανώτερος... είναι ...διαφορετικός.
Ο καθένας μοναδικός...
Η δροσάτη φυλλωσιά του Αττικισμού, έργο της προηγούμενης γενιάς, που ήρθε να χαρεί και να ιστορήσει τις μεγάλες νίκες, έχει αρχίσει να στεγνώνει.
Το άφταστο ποίημα της λευτεριάς, της γαλήνης, της πίστης, της αρμονίας και της χάρης του Σοφοκλή... έχει περάσει στην αιωνιότητα...Δις εν τω αυτώ ποταμώ ουκ εμβαίοις, μας είπε ο σκοτεινός φιλόσοφος της Εφέσσου.
Αλλά η Τέχνη δεν έχει νόημα, αν τη δεις ξέχωρα απ’ τη ζωή. Κι η ζωή κυλά, δεν είναι μπορετό ν’ ακινητήσει απ’ τη φύση της. Δουλειά της, ταγμένη από θείο χέρι, ν’ απο-συνθέτει τις μορφές και να τις ανα-συνθέτει... σε ενότητες περίπλοκες.
Αυτή την τέχνη υπηρετεί ο Ευριπίδης, μια τέχνη της απλής αρμονίας ποικίλων συμφωνιών, με τις αναπότρεπτες παραφωνίες της, αλλά με μια πρωτόρμητη αθωότητα, που τη διαδέχεται με τρυφεράδα, στην ωρίμανσή της, μια εκλέπτυνση με καινούργιες αξιώσεις κι ανικανοποίητες ανησυχίες...
Όταν κατεβαίνει ο Ευριπίδης στη Θυμέλη, ο Διόνυσος κι οι άλλοι θεοί, για την καινούργια γενιά, δεν είναι πια θεοί, αλλά... λαϊκό παραμύθι κι η παράσταση μια...ιεροτελεστία, ένα θέαμα, μια επιβίωση της παλιάς ιεροτελεστίας, με καινούργιο φτέρωμα, μηνύματα κι ορμήνειες πάνω στις πικρές αλήθειες του καθημερινού αγώνα για τ’ ανύψωμα του άχθους της βιωτής...
Σκύβοντας με δέος στην ερμηνεία των ευριπίδειων δραμάτων, τότε στα φοιτητικά χρόνια με την καθοδήγηση φωτισμένων δασκάλων, αλλά κι αργότερα στην προσπάθεια βαθιάς τους κατανόησης, με παραστάτη την ωριμότητα της σκέψης και της κρίσης, ο δρόμος του στοχασμού μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι η τραγικότητα του Ευριπίδη ακουμπά ακριβώς στην ολοφάνερη τάση του να μη δίνει λύση πολλές φορές στις ιστορημένες του πράξεις, το τέλος των ηρώων του να μην ομορφαίνεται κι
απαλύνεται μέσα σε μια αίσια έκβαση. Το τέλος έρχεται μ’ αφημένα τα πλάσματά του στο αμφίβληστρο του πλεγματώματος των τραγικών τους επιλογών.
Δραματοποιεί σε τέτοιο βαθμό τη δυστυχία και την απόγνωσή τους, που η αντοχή του θεατή οδηγείται στα έσχατα όριά της. Κάποιες σκηνές του είναι...αβάσταχτες... μακάβριες σκηνές από τη Μήδεια, τις Βάκχες, την Ηλέκτρα... προκλήσεις για τα αισθήματα. Μα πάνω και πέρα απ’ όλα, ο συγκλονιστικός θρήνος, ο κοπετός της Εκάβης, πάνω απ’ το κομματιασμένο κορμί του βλασταριού της, είναι το απώγειο της δραματικής τέχνης ενός ποιητή, αποφασισμένου να μη χαριστεί, να μη γελοιοποιήσει και υποτιμήσει τη στιγμή, να δείξει μ’ όλη του τη δύναμη πως ο άνθρωπος είναι αβοήθητος, φύλλον πτερόεν μιας μοίρας ή μιας ακραίας δικής του επιλογής.
Κανένας υπαινιγμός, καμιά υποψία θεϊκού σκοπού, συντρέχτη της ανθρώπινης δυστυχίας... χαρακτήρες γήινοι, φορτωμένοι αδυναμίες, άπραγοι στο αντιπάλεμα των θεών, αδιάφοροι στο χρόνο που όλα τα δαμάζει, αδιάφοροι και στην αλλαγή που όλα τα συνθλίβει... Υπάρξεις καθημερινές, χωρίς εξάρσεις μεγαλείου και ηρωισμού, θύματα του πάθους και των περιστάσεων ενός κόσμου-άκοσμου... ελπίδα καμιά να τον καταλάβουν... να τον αποδεχτούν.
Μονάχα μια ραγάδα στην ψυχή φανερώνει αχνά κάποιαν ελπίδα απαντοχής... η βουβή καρτερία...
Κι αυτή η γεμάτη απελπισία τραγική θεώρηση στάθηκε προφητική, καθώς ο στυγνός ρεαλισμός του ποιητή, όμοιος με το χάος του 4ου αιώνα, άνοιξε το δρόμο στη μακεδονική κυριαρχία και τα μεγάλα ελληνιστικά κέντρα. Ένας καινούργιος κόσμος γεννιέται, η πόλη-κράτος χάνει την αυτοδυναμία της και αργά, αλλά σταθερά, εξαφανίζεται... το ανάστημα του ατόμου απομειώνεται... Στους επόμενους συγκρατητούς χρόνους, οι μεγάλοι δυναστικοί πόλεμοι των πελώριων ελληνιστικών βασιλείων, θα προσηλωθούν, απαράλλαχτα, με τους ευριπίδειους θεούς, σε μιαν ολέθρια κι ατέρμονη διαμάχη...
Κι ήταν ο Ευριπίδης ο Ποιητής, που χάρη στο Ρωμαίο δραματουργό Σενέκα, επικράτησε με την τραγική του Μούσα, τη Μελπομένη, στα χρόνια της αναβίωσης της τραγωδίας στην Ευρώπη της Αναγέννησης. Ήταν αυτός που με την ανυπέρβλητη διείσδυση στην ψυχή των ηρώων του, το ρητορικό του τόνο, την εξαντλητική χρήση του τρομακτικού και του μακάβριου, μα πάνω απ’ όλα τη μελαγχολία της σκέψης του, στον αναλογισμό του ανθρώπου-θύματος, άγγιξε τις ευαίσθητες καρδιές και κέρδισε την αιώνια δόξα, αυτή που δε γνώρισε στη ζωή του...
Ο ΕΥΡΥΠΙΔΗΣ δεν είναι ο άνθρωπος που θ’ αναπαυόταν μαλακά μέσα σ’ ένα ωραίο μυθικό όνειρο, ούτε θ’ αποκοίμιζε την ψυχή του μέσα σ έναν ευλαβικό κι ήσυχο σεβασμό...
Ο μεγάλος Τελαμώνιος τραγικός είναι ολόκληρος μια σκέψη που τον συνταράζει σύγκορμα, ένα θάρρος, μια αντάρα ανήσυχη κι ατίθαση, μια γενναία κι απότολμη ψυχή που γλιστρά κάτω από κάθε ζήτημα, κάτω από κάθε πράξη με μιαν υπέροχη κι αξεπέραστη αμφιβολία...
Γέρασε ανάμεσα στη φωτιά της Τροίας και στα λατομεία της Σικελίας.
Του άρεσαν οι σπηλιές στην αμμουδιά
κι οι ζωγραφιές της θάλασσας...
Είδε τις φλέβες των ανθρώπων
σαν ένα δίχτυ των θεών,
όπου μας πιάνουν σαν τ’ αγρίμια...
προσπάθησε να το τρυπήσει.
Ήταν στρυφνός, οι φίλοι του ήταν λίγοι,
ήρθε ο καιρός και τον σπαράξαν τα
σκυλιά...
... Ευριπίδης Αθηναίος...
Γιώργος Σεφέρης
(Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ)
**************
ΣΥΜΠΥΚΝΩΜΑ...ΨΥΧΗΣ....
Η Αρχαία ελληνική τραγωδία..., ο λόγος ο τραγικός του Ευριπίδη, δεν είναι απλά ένα δράμα (δράω-ώ = πράττω, ενεργώ), πολύ δε περισσότερο δεν ηθογραφεί...οι ήρωες, οι δαίμονες, οι θεοί, οι ανθρώπινες φιγούρες είναι δεδομένοι και γνωστοί στο θεατή... Εδώ ο ποιητής φιλοσοφεί, ο νους του υπερίπταται των ανθρωπίνων παθών, καταλαγιάζει στην πραγματικότητα με ρεαλισμό απαράμιλλο, αγκαλιάζοντας με κατανόηση τις βασανισμένες ψυχές, αλλά πάνω απ’ όλα...κοσμολογεί.
Τα πρόσωπα των ποιητικών του πλασμάτων, μέσα στην τραγικότητά τους, είναι η ίδια, η απαράλλαχτη ΦΥΣΗ, που φόρεσαν το λερό ρούχο της αλαζονείας, ντύθηκαν το προσωπείο των ανθρώπων και καρκινοβατώντας πάσχισαν να διαβούν το μονοπάτι της ζωής... επίπλαστα και λάθρα... χωρίς αιδώ.
Το προσωπείο έπεσε κι η Φύση, οργισμένη, ύψωσε το πελέκι της ενάντια στην ασέβεια.
Ο άνθρωπος, απ’ τη στιγμή που άφησε πίσω του την ευλογημένη καρποφόρα γη, την αργασμένη με τη σκλήρα των χεριών του, απ’ τη στιγμή που βρέθηκε στην πόλη... εξόρισε τον εαυτό του στον τόπο τον ανήλιαγο, τον άστοργο, το θανατερό... τον τόπο που βασιλεύει η ΥΒΡΙΣ, θαρρώντας, ο άφρονας, πως η πόλη είναι η σωτηρία του... η εικόνα κι η ουσία του σύμπαντος.
Πίστεψε, αυτός ο επιλήσμονας της ιερότητας της Φύσης, ότι από δουλευτής της μάνας γης έγινε δημιουργός μέγας, ξέχασε το ανάβλεμμα στον ορίζοντα και θάρρεψε πώς έγινε Θεός κι αφέντης τρανός κι ακατανίκητος.
Αυτός είναι ο σκοπός της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και πιότερο του ευριπίδειου λόγου... να υπ- ενθυμίζει ακατάπαυστα αυτήν την έπαρση του ανθρώπου με το έκπτωτο προσωπείο, την οίηση, την ξιπασιά και την υπεροψία του πλάσματος εκείνου, που ενώ γεννήθηκε για τα μεγάλα και τα ωραία, απ’ τη στιγμή που περιφρόνησε τη μήτρα της Γης, τη Φύση, έχασε τον προσανατολισμό του και παραδέρνει έρμαιο όλων των καιρών, όλων των καταιγίδων κι όλων των παιδεμών, παραδομένος στ’ αγριοφύσημα των ανελέητων βορριάδων. ..
ΜΟΙΡΑΙΟΣ ΚΙ ΑΒΟΥΛΟΣ ΑΝΤΑΜΑ...
ΠΗΓΕΣ:
1. Εγκυκλοπαίδεια;ΗΛΙΟΣ.
2. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους - Κ.Παπαρρηγόπουλου, κλασσικός ελληνισμός.
3. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας;Ευριπίδης, εκδόσεις Παπαδήμα.
4. Η θεατρική παράσταση, εκδόσεις Παπαδήμα".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου