Ἀπό τά φοιτητικά στήν Ἑσπερία χρόνια εἶμαι ἐξοικειωμένος μέ τήν ἐπιλογή κάποιων νά ζοῦν μιά ζωή πού δέν ὑπακούει σέ νόρμες κοινωνικά ἀποδεκτές. Στό Στρασβοῦργο γύρω ἀπό τά φοιτητικά ἐστιατόρια σύχναζε κάποιος ἀριθμός ἀστέγων τῶν ὁποίων τό φαγητό καί ἡ ἒνδυση ἦταν ἀποκλειστική φροντίδα τῶν φοιτητῶν. Σ’ αὐτό τοῦ Gallia ξεχώριζαν ὁ Daniel καί ὁ Vladimir. Γιά τόν πρῶτο δέν γνωρίζαμε τίποτα τό ἰδιαίτερο, παρά μόνο ὃτι τό σῶμα του ἐκαλύπτετο δερματοστιξικά, ἐξ ὁλοκλήρου, άπό διάφορες στάσεις ἐρωτικές, πορνό. Ἀπό πού «κράταγε ἡ σκούφια του», τίποτα.
Ο δεύτερος ἐκαλύπτετο ἀπό ἓνα πέπλο μυστηρίου. Ἦταν Ρῶσσος, πρώην ἠθοποιός διωγμένος ἀπό τό καθεστώς, εἶχε ὂντως ὑποκριτικές ἰκανότητες, ἀπήγγελε ποιήματα Γάλλων. Ἂγγλων καί Ρώσσων ποιητῶν, καί γνώριζε ἂριστα τήν ρωσική τήν ἀγγλική, καί φυσικά τήν γαλλική.
Μέ τόν Vladimir ἀναπτύξαμε αὐθόρμητα καί σύντομα μέ τήν ἀγκατάστασή μου στό Στρασβοῦργο μιά πηγαία σχέση, καί τοῦτο λόγω τῆς κοινῆς μας θρησκείας. Λαχταροῦσε νά βρίσκεται σέ ὃποιας ἐθνικότητας Ὀρθόδοξη σύναξη, ἀλλά τά δεδομένα του δέν ἐπέτρεπαν συγχρωτισμούς. Τοῦ ἒλειπε περισσότερο ἡ Θεία Κοινωνία. Ὁ πατήρ Νικολά, τῆς Ρώσικης, -ὁ ἂνθρωπος πού μέ ἐλευθέρωσε ἀπό δογματοπαγεῖς ἀγκυλώσεις-ἀφοῦ τό συζητήσαμε, μοῦ πρότεινε νά τοῦ μεταφέρω τήν Θεία Κοινωνία στήν μέση τοῦ Ἀντίδωρου, κάθε πού θά ἐτελεῖτο Θεία Λειτουργία. Κοντά τρία χρόνια, κάθε πού ὁ ἃγιος αὐτός ἂνθρωπος τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία, ὁ Vladimir περίμενε μέ λαχτάρα νά πάρει τήν Θεία Μεταλαβιά. Ἀφοῦ ἒκανε τόν Σταυρό του τρίς, κοινωνοῦσε μέ δάκρυα στά μάτια σάν νά ἦταν ἡ πρώτη καί τελευταία του φορά. Κάποτε ὃμως δέν τόν βρῆκα, μέ τόν Daniel νά μέ πληροφορεῖ ὃτι πέθανε κατά τήν διάρκεια τῆς νύχτας. «Greco, μπορῶ νά τό κάνω ἐγώ γιά τόν φίλο μου», μέ ρωτάει. Καί φυσικά τοῦ λέω.
"Greco σ’ εὐχαριστῶ θερμά…μέχρι θανάτου θά ἀναζητῶ τήν οὐσιαστική ἐπαφή μέ τόν ἑαυτό μου καί τήν ζωή, ἡ ἀπόλαυση ποτέ δέν μοῦ ἒλεγε τίποτα. Ἀκόμη καί ὁ ἐρωτισμός γιά μένα ὃριζε τήν μέχρι θανάτου ἐπιδοκιμασία τῆς ζωῆς· τό ἲδιο καί ἡ φιλία. Ὁ ἀδόκητος θάνατος τοῦ Vladi, ἀναμενόμενος…
Περνούσαμε καλά καί ἢσυχα. Τώρα πού ἒχασα τόν συνταξιδιώτη μου, τό δικό μου τραυματικό παρελθόν ἒρχεται στήν ἐπιφάνεια καί μέ στοιχειώνει. Ψηλαφῶ τήν κούραση στήν ζωή μου, τά χρόνια πού ἀφαίρεσα ἀπό τά νιάτα μου. Ἀφομοιωθήκαμε ἀπό τό Στρασβοῦργο, ἀπό αὐτή τήν γωνιά τήν φοιτητική. Μᾶς ἒμαθαν οἱ φοιτητές, μᾶς γνωρίζουν, ἐμεῖς δέν τούς ξέρουμε ἀλλά γνωρίζουμε τήν φροντίδα τους. Κατά καιρούς ἐπιθυμῶ τήν φύση, ἀλλά ἒμαθα στήν γωνιά μου. Γνωρίζω ὃτι ὁ κύκλος ἒχει ὁλοκληρωθεῖ, χωρίς νά γίνει αὐτό που εἶχα φανταστεῖ ἀπό μικρός…"
Ξαφνικά εἶδα τον Daniel ἀπό ἂλλη ὀπτική γωνία. Μοῦ ἒγινε πολύ ἀνθρώπινος, σέ σπαρακτικό βαθμό, τά λόγια του σμίλευαν λεπτομερῶς τήν πραγματικότητα, δίχως μελοδραματισμούς, στό μάτι του παρέμενε ἡ έκρηξη ὡς ἐλπιδοφόρο νεανικό γεγονός, κάθε του ἀνάσα, κάθε του λέξη μοῦ φάνταζαν βαθιά οὐσιαστικές. Δέν ἦταν ὁ Daniel πού ἐπιλέγει τήν ζωή τοῦ κλοσάρ, ἀλλά ἓνας ἂνθρωπος πού κοιτᾶ κατάματα τά τραύματά του καί μαθαίνει ξανά τήν ὓπαρξή του, ἀκροβατῶντας μεταξύ σωματικῆς φθοράς καί πνευματικής ἀναγέννησης. Ἦταν καθηλωτικός.
Νά εἶναι καλά ἐκεῖ πού εἶναι καί οἱ δύο.
Στήν Γαλλία βρέθηκα σέ ἓνα Στρασβοῦργο μεγάλων πνευματικῶν συμφύσεων. Σέ ὃποιο ἀμφιθέατρο Ἀνθρώπινων Ἐπιστημῶν καί νά βρισκόσουν, ἂκουγες νά μιλοῦν γιά τόν Πλάτωνα, καί τόν Ἀριστοτέλη, εἲτε γιά τούς προσωκρατικούς. Ὃ,τι καί νά διάβαζες ἒπεφτες πάνω τους. Σἑ εὐρεῖς φιλοσοφικούς κύκλους γινόταν ἐπίσης πολύς λόγος καί ἀναφορά στούς ἐκκλησιαστικούς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς, τῶν ὁποίων ἀπό τίς ἐδῶ σπουδές εἶχα λίγη ἀπό τήν αὒρα τους. Χωρίς νά τό καταλαβαίνεις, αὐτό ἐπηρέαζε τήν ταυτότητά σου. Ἂρχισα νά βλέπω τήν Ελλάδα μέ ἂλλο μάτι. Ταξίδεψα στήν Εὐρώπη νά συναντήσω τόν Χέγκελ τόν Κάντ, τόν στοχαστή τῆς ὑποκειμενικότητας, τούς βρῆκα, ἀλλά πίσω τους ὑπῆρχε ὁ Πλάτων καί ὁ Ἀριστοτέλης. Ὃλοι οἱ δρόμοι ὁδηγοῦσαν στήν Βυζαντινή θεολογική σκέψη καί σέ μιά πλατύτερη θέαση τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Αὐτή τήν περίοδο συνειδητοποίησα ὃτι ὑπῆρχε γιά τήν Ἑλλάδα θέμα ἒνταξης σέ πιό προηγμένες περιοχές τοῦ ἱστορικοῦ γίγνεσθαι, καί ἂρχισα νά προβληματίζομαι ὑπό ποιούς ὃρους θά μποροῦσε νά συντελεστεῖ αὐτή ἡ μετακίνηση χωρίς ἀλλοιώσεις βαθύτερες καί ἐκεῖ αἰσθάνθηκα τήν ἀνάγκη νά καταλάβω τό ὑποκείμενό της τόν – Ρωμηό- καί νά μελετῶ διαχρονικά τό ζήτημα.
Στήν πόλη αὐτή συνάντησα «κάθε καρυδιᾶς καρύδι», γένη, φυλές, κουλτοῦρες καί πολιτισμούς. Εἶδα γυναῖκες ἱερεῖς, γυναἰκες ἐπισκόπους, λειτουργίες ὀρθόδοξες σέ καθολικούς καί προτεστάντικους ναούς. Φανταστεῖτε στήν Ἑλλάδα νά παραχωρηθεῖ ὀρθόδοξος ναός πρός λατρευτική χρήση κάποιας καθολικῆς ἢ προτεσταντικῆς κοινότητας! Ἀκόμη καί νά περάσει ἀπό τό μυαλό κάποιου πρέπει νά πάει νά ἐξομολογηθεῖ. Μέ θλίψη θυμᾶμαι ὃταν πέθανε ἓνας προτεστάντης στόν Τριαντάρο ό δεσπότης δέν ἐπέτρεψε νά τόν βάλουν στόν Ναό «ἳνα μή μιανθεῖ».
Τό Στρασβοῦργο τότε ἒβραζε καί ἀκτινοβολοῦσε παντοῦ. Αἰσθάνθηκα τήν ἀλήθεια τῶν λόγων τοῦ Βίκτωρα Οὐγκό: «Μιά μεγαλούπολη πού σέβεται τόν ἑαυτό της σέ κάνει νά αἰσθάνεσαι δικό της παιδί. Ἀκόμη κι ἂν δέν ἒχεις δεσμούς αἳματος, μπορεῖς νά ἀναπτύξεις ὀψίμως δεσμούς ἐξ ἀγχιστείας, νά αἰσθανθεῖς συγγένεια μέ τούς ἀγνώστους πού περπατοῦν δίπλα σου στόν δρόμο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου