Της Άννας Κ. Κορνάρου-Καλαμαρά
Γλυκόλαλες φωνές παιδιών εμψυχώνουν τον αέρα με μελωδίες ανεκλάλητης χαράς την παραμονή των Χριστουγέννων. «Οι ουρανοί αγάλλονται και χαίρει η φύσις όλη…» ψάλλουν και διατυμπανίζουν «Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει». Να εγερθούν οι συνειδήσεις. Να δεχθούν την ουράνια πρόσκληση της μεγάλης κοσμοσωτήριας εορτής. Αυτής της εορτής που το μεγαλείο της επισημαίνουν οι εκκλησιαστικοί Πατέρες με τον δικό τους τρόπο. «Μητρόπολη των εορτών» ονομάζει τα Χριστούγεννα ο ιερός Χρυσόστομος. Ως «εορτή ολόκληρης της δημιουργίας και Θεοφάνεια» την θεωρεί ο Μ.Βασίλειος. Ως «πρώτη εορτή» την χαρακτηρίζει ο ΄Αγιος Επιφάνειος και ο΄Αγιος Γρηγόριος
ο Θεολόγος την αναφέρει ως «εορτή της αναδημιουργίας». Αναγεννιέται ο καθένας μας με τη Γέννηση του Χριστού! Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού αποτελεί την αρχή του λυτρωτικού έργου. Χριστούγεννα είναι «η αρχή μεν και ρίζα όλης της οικονομίας του Σωτήρος» επιβεβαιώνει ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης. Μεγάλη εορτή της Σωτηρίας του κόσμου. Γενέθλιος ημέρα της ανθρωπότητας!
Αυτό το μεγάλο γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας, που διαιρεί την ιστορία των ανθρώπων σε έτη προ Χριστού και μετά Χριστόν, εξυμνούν και γεραίρουν μεγάλοι βυζαντινοί υμνογράφοι, επώνυμοι και ανώνυμοι, ιδίως κατά την εποχή της ακμής, από τον 6ο έως τον 9ο μ. Χ. αιώνα. Εμφορούμενοι από βαθιά πίστη και αγνή θρησκευτικότητα, κυρίως όμως εμπνευσμένοι από το ΄Αγιον Πνεύμα, συμπυκνώνουν στους ύμνους τους σε απαράμιλλους στίχους όλη τη θεολογία της Εκκλησίας μας περί της θείας ενανθρωπήσεως. Και επενδύουν τον ποιητικό λόγο με αγγελική μελωδία. Διαχέεται η βυζαντινή ψαλμωδία ως φωνή αύρας λεπτής, εύρυθμη με πνευματικό περιεχόμενο, ιεροπρεπής και ιδιαίτερα εκφραστική. Πλημμυρίζει τους θόλους των ναών μας κατά την ώρα της θείας λατρείας και ανακαινίζει τη διάνοια των πιστών.
΄Ενας μεγάλος πολιτιστικός θησαυρός, βαρύτιμος και αδαπάνητος, είναι η θεσπέσια υμνογραφία της Εκκλησίας μας. Τα υμνογραφικά αριστουργήματα ( κανόνες, κοντάκια ύμνων, καταβασίες, μεγαλυνάρια, στιχηρά ιδιόμελα) είναι κείμενα ποιητικά άφθαστου μεγαλείου, που συνδυάζονται αρμονικά με την υψηλής πνευματικότητας περίτεχνη βυζαντινή μελουργία. Μέγα θησαυροφυλάκιο από το οποίο άντλησαν οι μεγάλοι υμνογράφοι και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς υπήρξαν οι θεολογικές ομιλίες του Αγ. Γρηγορίου του Ναζιανζηνού. «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε…» ανήγγειλε στην Κωνσταντινούπολη, τα Χριστούγεννα του 379 μ. Χ., στον πανηγυρικό του λόγο ο ΄Αγ Γρηγόριος και ο Κοσμάς ο Μελωδός, επίσκοπος Μαϊουμά, τον 8ο αι. εμπνεύστηκε και δημιούργησε ολόκληρο Κανόνα που ψάλλεται στον ΄Ορθρο των Χριστουγέννων. Με αυτό το τροπάριο, τον ειρμό της α΄ ωδής, η Εκκλησία μας από την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, στις 21 Νοεμβρίου, μας εισάγει πανηγυρικά στο κλίμα των Χριστουγέννων. Σκιρτά η ψυχή μας τη στιγμή εκείνη της μεγάλης προσδοκίας. ΄Ερχεται στον κόσμο μας «η πάντων χαρά, Χριστός η Αλήθεια!...».
« Χριστός γεννάται, δοξάσατε΄
Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε.
Χριστός επί γης, υψώθητε.
΄Ασατε τω Κυρίω πάσα η γη,
και εν ευφροσύνη ανυμνήσατε λαοί΄
ότι δεδόξασται. »
«Χριστός γεννάται!» σε χρόνο παροντικό, σήμερα. Το «Σήμερον» της εκκλησιαστικής Λατρείας. Γιατί τα κοσμοσωτήρια γεγονότα αναπαριστάνονται και επενεργούν μέσα στον λειτουργικό χρόνο. Με τρία ρήματα σε προτρεπτική έγκλιση «δοξάσατε, απαντήσατε, υψώθητε..» ο υμνογράφος μάς καλεί να δοξάσουμε τη Γέννηση και τον ερχομό του Θεού, να Τον συναντήσουμε και να υψωθούμε πνευματικά, αφού ο Θεός κατέβηκε στη γη μας να μας υψώσει. Η δόξα του Χριστού είναι πραγματικότητα. Γι’ αυτό η προτροπή: η γη ολόκληρη να ψάλει και οι λαοί ευφρόσυνα να ανυμνήσουν την μεγαλοσύνη του Κυρίου.
Πέντε ημέρες προ των Χριστουγέννων, από τις 20 Δεκεμβρίου, μας παρακινούν οι ιεροί υμνογράφοι, ποικίλλοντας την ποίησή τους με μουσική ενθουσιαστική και δοξαστική, να υποδεχθούμε ενωμένοι τον Υιό του Θεού και μας πληροφορούν πως η κτίση ολόκληρη συμμετέχει στη θεία ενσάρκωση. «΄Ανθρωπος γαρ εγένετο ο Θεός και Θεός ο άνθρωπος» μας μηνύει ο ιερός Χρυσόστομος. Και ο υμνογράφος μάς καλεί:
« Προεορτάσωμεν λαοί Χριστού τα Γενέθλια,
και επάραντες τον νουν, επί την Βηθλεέμ
αναχθώμεν τη διανοία, και κατίδωμεν
το εν Σπηλαίω μέγα μυστήριον…….».
Εκεί, στη Βηθλεέμ, θα συμβεί το κοσμοσωτήριο γεγονός. Εκεί να βρεθούμε. «΄Αγγελοι θαυμάσατε εν ουρανώ, άνθρωποι δοξάσατε επί της γης…». Και εμείς να προετοιμαστούμε και να τρέξομε σαν τους ποιμένες της ΄Αγιας νύχτας, που όταν άκουσαν το μήνυμα «της ουρανίου στρατιάς των Αγγέλων», είπαν με λαχτάρα: «διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός, ό ο Κύριος εγνώρισεν ημίν» (Λουκ. β΄15). Αισθήματα χαράς μας κατακλύζουν:
«Χαράς πεπλήρωνται πάντα τα πέρατα
η Θεοτόκος γαρ γεννάν επείγεται
τον Βασιλέα του παντός…».
Γι’ αυτό ο υμνογράφος επιμένει να καλεί την κτίση σε έγερση. Μυστήριο παράδοξο συμβαίνει, αλλά και γεγονός αληθινό, οικουμενικό, και σωτήριο.
«Σκιρτήσατε τα όρη, εν αγαλλιάσει,
και ευφροσύνην βουνοί περιζώσασθε΄
νυν η Παρθένος εγγίζει
γεννάν τον Κύριον».
Και στον Εσπερινό της παραμονής των Χριστουγέννων ψάλλουμε πανηγυρικά όλοι μαζί, στην απόλυση, το χαρμόσυνο Απολυτίκιο:
«Η γέννησίς σου, Χριστέ Θεός ημών,
ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως΄
εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες,
υπό αστέρος εδιδάσκοντο,
σε προσκυνείν, τον ΄Ηλιον της δικαιοσύνης,
και σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν.
Κύριε δόξα σοι».
Βαθιά θεολογικά μηνύματα! Το κυρίαρχο νόημα του τροπαρίου δίνει ο στίχος «ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως». Η γέννηση του Χριστού είναι η ανατολή της θεογνωσίας. ΄Ηρθε το θείο Βρέφος σαν ΄Ηλιος της δικαιοσύνης, τέλειος Θεός «εξ ύψους», απ’ τον Ουρανό, να καταυγάσει τον κόσμο και να διαλύσει το σκοτάδι της άγνοιας του Θεού. Μετά την παρακοή των πρωτοπλάστων η ανθρωπότητα επί αιώνες ζούσε στην πλάνη. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στη Λιτή του ΄Ορθρου υπενθυμίζει στον Ιαμβικό του Κανόνα «Ο λαός είδεν, ο πριν ημαυρωμένος (σκοτισμένος), μεθ’ ημέραν φως της άνω φρυκτωρίας» (τον πυρσό της ουράνιας ακτινοβολίας) δηλ. το φως της θεογνωσίας. Ο υμνογράφος σχεδόν επαναλαμβάνει την προφητεία του Ησαϊα «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς». Αλλά και οι Μάγοι απ’ την Ανατολή, αστρονόμοι (επιστήμονες), ερευνώντας επί χρόνια το ουράνιο στερέωμα, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ένα σημαντικό Πρόσωπο έρχεται στον κόσμο. Και αυτός «ην προσδοκία εθνών»! Με πυκνότητα λόγου οι θεόπνευστοι υμνογράφοι μάς διδάσκουν αλήθειες της πίστεώς μας!
Ο Ιεράρχης Χρυσόστομος στον λόγο του «Εις το γενέθλιον του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» μας θυμίζει: « Από αγάπη κατέβηκε σε μας ο αγαπητός Υιός του Θεού και έγινε ομοούσιος και ομοδίαιτος για τους ανθρώπους. Για να τους διδάξει τη μεταξύ τους αγάπη, αφού διέλυσε τις πλανεμένες ιδέες τους για την πολυθεϊα, τους φανέρωσε την αληθινή θεογνωσία». Η θεογνωσία είναι η πρώτη αφορμή πνευματικής χαράς.
Κι εμείς ξαναγυρίζοντας στα χρόνια της παιδικής αθωότητας ας ανασύρουμε μνήμες που χάραξαν βαθιά μέσα μας το αποτύπωμά τους. ΄Οσα χρόνια κι αν πέρασαν, πώς να ξεχάσει κανείς εκείνα τα θεία βιώματα; Σκιρτούν τα σπλάχνα μας. Ξημερώνοντας των Χριστουγέννων, χαράματα’ τότε οι κωδωνοκρουσίες της μεγάλης Δεσποτικής εορτής πλημμύριζαν τον αέρα στις 5 το πρωί. Η γιαγιά όμως μας ξυπνούσε πολύ πριν με γλυκιά λαλιά: « Ξυπνήστε, να ακούσουμε στην Εκκλησία το <Δεύτε ίδωμεν πιστοί, πού εγεννήθη Χριστός>. Σηκωθείτε». Κι εμείς τρίβαμε τα ματάκια μας και ρωτούσαμε: «πού, γιαγιά, πού;». Και σηκωνόμασταν με λαχτάρα, γιατί με τον τρόπο της μας έδειχνε πως σπουδαία πράγματα θ’ αποκαλύπτονταν στην Εκκλησία. Στον δρόμο, τυλιγμένα στα ζεστά μας ρουχαλάκια, ψάχναμε στον ξάστερο ουρανό να βρούμε το πιο φωτεινό αστέρι. Και σαν τους Μάγους κατευθυνόμασταν στο σπήλαιο, να προσκυνήσουμε στη φάτνη το Θείο Βρέφος. Οράματα, βιώματα, οπτασίες θεσπέσιες μέσα στη νύχτα. Κι εκείνη η πνευματική χαρά, φτερά μάς έδινε. Και τον επόμενο χρόνο και τον άλλο, ξημερώνοντας των Χριστουγέννων, ξυπνούσαμε και τρέχαμε στην Εκκλησία μας να προλάβουμε το «Δεύτε ίδωμεν…». Τι προσέφεραν εκείνες οι γιαγιάδες στην παράδοσή μας!
Ξεστρατίσαμε για λίγο. Μα γιατί η γιαγιά επέμενε τόσο να προλάβουμε να ακούσουμε αυτό το Κάθισμα (τροπάριο), το πρώτο του ΄Ορθρου των Χριστουγέννων; Γιατί σ’ αυτό έχομε ζωντανή αναπαράσταση του θαυμαστού γεγονότος της Γεννήσεως. « Πού» γεννήθηκε ο Χριστός, ο Κτίστης του παντός; Και τι συνέβη και πώς; Και οι προτροπές ολόθερμες «ίδωμεν» με τα μάτια μας τα πνευματικά, «ακολουθήσωμεν» με τη λαχτάρα της ψυχής μας, με διεγερμένες τις αισθήσεις μας, οπτικά και ακουστικά, για να συλλάβουμε όλο το μεγαλείο του ορατού και αοράτου κόσμου. ΄Αγγελοι και ποιμένες υμνούν ακατάπαυστα «Δόξα εν υψίστοις» εκεί στη Βηθλεέμ, που η Παρθένος έγινε Θεοτόκος, διότι «έτεκε», γέννησε τον Υιό του Θεού, τον Λυτρωτή του κόσμου.
« Δεύτε ίδωμεν πιστοί, πού εγεννήθη ο Χριστός`
ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει ο αστήρ,
μετά των Μάγων Ανατολής των Βασιλέων.
΄Αγγελοι υμνούσιν, ακαταπαύστως εκεί.
Ποιμένες αγραυλούσιν, ωδήν επάξιον.
Δόξα εν υψίστοις λέγοντες,
τω σήμερον εν Σπηλαίω τεχθέντι,
εκ της Παρθένου, και Θεοτόκου,
εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας.»
«Μυστήριον ξένον, ορώ και παράδοξον! Ουρανόν το Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν την Παρθένον` την φάτνην χωρίον, εν ω ανεκλίθη ο αχώρητος…» ψάλλει άλλος υμνογράφος. Ο χώρος μεταμορφώθηκε. Κάθε τι κτιστό γίνεται κι ένας ουράνιος τόπος, όπως το « Σπήλαιον» έγινε ουρανός, θρόνος Χερουβικός « η Παρθένος» κι η «φάτνη» χώρος, που έγειρε ο αχώρητος Χριστός ο Θεός.
Και ενώ «ο λογισμός των ανθρώπων απορεί» κατά τον ΄Αγ. Γρηγόριο Νύσσης, ο ποιητής-μελωδός εκπλήσσεται και διερωτάται έντονα, σε άλλο Κάθισμα.
« Ο αχώρητος παντί, πώς εχορήθη εν γαστρί ;
ο εν κόλποις του Πατρός πώς εν αγκάλαις της Μητρός;
πάντως ως είδεν, ως ηθέλησεν και ως ηυδόκησεν `
άσαρκος γαρ ων εσαρκώθη εκών`
και γέγονεν ο Ων, ο ουκ ην δι΄ημάς
και μη εκστάς της φύσεως
μετέσχε του ημετέρου φυράματος .
Διπλούς ετέχθη, Χριστός τον άνω,
κόσμον θέλων αναπληρώσαι.»
Εκείνος, που είναι εκτός του χώρου, πώς χώρεσε στην κοιλία της Θεοτόκου, και ενώ ήταν στον κόλπο του Πατέρα πώς βρέθηκε στην αγκαλιά Μητέρας; Παράδοξα πράγματα, αλλά η θεία παντοδυναμία έτσι είδε, έτσι θέλησε κι έτσι ευδόκησε. Και συνεχίζοντας αναλύει ο υμνογράφος και εναρμονίζει στον λόγο του αντιθέσεις αισθητοποιώντας με τον καλύτερο τρόπο την ουσία του δόγματος. «Εκών» με τη θέλησή Του πήρε σάρκα ο άσαρκος, και έγινε ύπαρξη ανθρώπινη, για να μας σώσει, χωρίς να απολέσει τη θεότητά Του. Ο Χριστός με φύση διπλή, Θεάνθρωπος, για να αναπληρώσει τον άνω- πνευματικό κόσμο με την ανθρώπινη παρουσία των Αγίων. Μόνο όμως με πίστη θερμή και ακράδαντη ξεπερνάς τα πεπερασμένα όρια της ανθρώπινης συλλογιστικής και βιώνεις το μυστήριο της Γεννήσεως.
Χαρά και αγαλλίαση εκφράζεται στην ιερή ακολουθία, επειδή η Παναγία Παρθένος γέννησε χαρά για τον κόσμο. «Η τον αχώρητον Θεόν εν γαστρί χωρήσασα και χαράν τω κόσμω κυήσασα…» και οι ιεροί υμνογράφοι με στίχο και μουσική δίνουν το έναυσμα πανηγυρικής χαράς και ευφροσύνης « Τα σύμπαντα σήμερον χαράς πληρούνται.
. Χριστός ετέχθη εκ της Παρθένου.»
Και άλλος μελωδός σε άλλο ήχο προστάζει:
«Αγαλλιάσθω ουρανός , γη ευφραινέσθω`
ότι ετέχθη επί γης, ο Αμνός του Θεού,
παρέχων τω κόσμω την απολύτρωσιν».
Πανηγυρίζει το πλήρωμα της Εκκλησίας. Κι έρχεται η στιγμή που ακούμε τον Ρωμανό τον Μελωδό να ψάλλει (έτσι νιώθουμε) από τον άμβωνα της Αγίας Σοφίας του Γένους μας « Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει/ και η γη το Σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει….». Στα προεόρτια μάς προετοίμαζε με το άλλο Κοντάκιο ύμνου: « Η Παρθένος σήμερον τον προαιώνιον Λόγον / εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως…». «΄Ερχεται η Παρθένος», μάς έψαλλε τότε, «να γεννήσει, κατά τρόπο μυστικό, τον Λόγον, τον προ των αιώνων γεννηθέντα». Ετοιμάστε τις ψυχές σας. Αλλά ανήμερα των Χριστουγέννων βοά εκ βαθέων : «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον (τον ΄Ακτιστο Θεό) τίκτει (γεννά)». Κάθε χριστιανική ψυχή αίρεται ως το Βυζάντιο, εκεί που η θρησκεία εξαποκαλύψεως, ο Χριστιανισμός, έγινε επίσημη θρησκεία του Κράτους, και διά των Οικουμενικών Συνόδων διατυπώθηκε το Δόγμα της Ορθόδοξης πίστεώς μας ! Εκεί κι εδώ, τότε και τώρα διά μέσου των αιώνων. Χώρος και χρόνος καταργούνται και «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας»(Εβρ.13,8). Μας συνεπαίρνει η θεία ψαλμωδία κι η σκέψη φθάνει ως τη φάτνη στη Βηθλεέμ, όπου «δι΄ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».
Είναι «εργώδες», πολύ δύσκολο να τολμήσει κάποιος να υμνήσει την Θεοτόκο. Αυτό εκφράζει ο εμπνευσμένος μοναχός Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Ιαμβικό του ύμνο και στον ειρμό της θ΄ ωδής. Με αυτό τον τρόπο διερμηνεύει ποιητικά το δέος και το θάμβος, που αισθάνεται κάθε υμνογράφος να δοξολογήσει την Παναγία Παρθένο, τη Μητέρα του γεννηθέντος Θεού. Γι’ αυτό επικαλείται τη βοήθειά Της. « Είναι ευκολότερο από φόβο να αρκεστούμε στη σιωπή, που είναι ακίνδυνη, ενώ είναι δύσκολο και επίπονο, Παρθένε, να Σου υφάνουμε, από πόθο, ύμνους αρμονικά συνταιριασμένους. Πώς να υμνήσουμε Εσένα, τη Βασίλισσα του παντός, τη Θεομήτορα; Αλλά, Εσύ Μητέρα, δίνε μας «σθένος», δύναμη ανάλογη με την πρόθεσή μας». ΄Ετσι δημιουργήθηκαν όλα τα θεόπνευστα ποιητικά αριστουργήματα, που αγιάζουν την ύπαρξή μας.
« Στέργειν μεν ημάς , ως ακίνδυνον φόβω,
ράον σιωπήν` τω πόθω δε Παρθένε,
ύμνους υφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους,
εργώδες εστίν` αλλά και Μήτηρ σθένος,
όση πέφυκεν η προαίρεσις, δίδου».
Κι έχομε μέσα μας πληρότητα ευδαιμονίας, όταν ακούμε το αυτόμελον Εξαποστειλάριον του Κοσμά του Μελωδού:
« Επεσκέψατο ημάς, εξ ύψους ο Σωτήρ ημών,
ανατολή ανατολών, και οι εν σκότει και σκιά,
εύρομεν την αλήθειαν΄
και γαρ εκ της Παρθένου ετέχθη ο Κύριος.»
Εμείς «οι εν σκότει και σκιά», που ζούσαμε χωρίς « Θεόν αληθινόν» βυθισμένοι στην πλάνη του σκότους των ειδώλων και της πολυθεϊας, «εύρομεν την αλήθειαν». Και «Αλήθεια» είναι ο Χριστός, ο Κύριός μας. Το επιβεβαιώνει ο ποιητής: «Και γαρ εκ της Παρθένου ετέχθη ο Κύριος». Ψάλλομε το εξαποστειλάριον με τη βεβαιότητα της πίστης μας ότι μας επισκέφθηκε ο Σωτήρας μας. Η επίσκεψη του Θεού δεν ήταν μια ενέργειά Του σε μια συγκεκριμένη εποχή, αλλά έγινε προς όλες τις γενεές των ανθρώπων. Μας επισκέφθηκε και έμεινε μαζί μας. Παρών και ζων ο Κύριος και Θεός μας στη ζωή μας. Αυτό δεν ομολογούμε στο Σύμβολο της πίστεώς μας; « Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα…».
Και στους Αίνους της εορτής, με το Στιχηρόν ιδιόμελον, ο εξαίρετος υμνογράφος Ανδρέας Κρήτης, ο Ιεροσολυμίτης, ο γνωστός μας ποιητής του Μεγάλου Κανόνος, καλεί τους πάντες να πανηγυρίσουν τη γέννηση του Κυρίου, το υπερφυές γεγονός της θείας συγκατάβασης. Να ευφρανθούν οι Δίκαιοι, τα όρη να σειστούν. Να χαρούν τα ουράνια. Χαρμόσυνο το τροπάριο, γοργός ο ρυθμός μάς κινούν σε πνευματική ανάταση, ομολογώντας «Ακατάληπτε Κύριε, δόξα σοι» .
«Ευφραίνεσθε Δίκαιοι, ουρανοί αγαλλιάσθε
σκιρτήσατε τα όρη Χριστού γεννηθέντος,
Παρθένος καθέζεται, τα Χερουβίμ μιμουμένη,
βαστάζουσα εν κόλποις Θεόν Λόγον σαρκωθέντα….».
΄Αγγελοι, ποιμένες και Μάγοι συνεορτάζουν. Αίνεση και δοξολογία αναπέμπουν στρατιές Αγγέλων και ενώνουν γη και ουρανό ακαταπαύστως ψάλλοντες: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Κι εμείς συμμετέχομε στην πνευματική πανδαισία προσευχόμενοι, κι αν η ψυχή μας μεταρσιώνεται στα ουράνια ύψη, ακούμε το άγγελμα του Αγγέλου «ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ…» και σείονται τα σπλάχνα μας . «Θεός εφανερώθη εν σαρκί»(Α’ Τιμ.3,16).
«Τούτο εορτάζομεν σήμερον, επιδημίαν Θεού προς ανθρώπους, ίνα προς Θεόν ενδημήσωμεν» κηρύττει ο ΄Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος. «Να αποβάλλουμε τον παλιό άνθρωπο και να ενδυθούμε τον καινούργιο, και όπως ακριβώς πεθάναμε με τον Αδάμ, έτσι να ζήσουμε με τον Χριστό». Και η υμνογραφία των Χριστουγέννων δείχνει το χρέος που έχει ο άνθρωπος να λάμψει πνευματικά. Προϋπόθεση όμως ο εκκλησιασμός μας στη Μεγάλη εορτή, όπου από τον ΄Ορθρο ψάλλονται οι υπέροχοι ύμνοι και κανόνες. Επιμένει δε ο Μ. Βασίλειος και ο ΄Αγ. Ι. ο Χρυσόστομος να διδάσκουν πώς οι ύμνοι συμβάλλουν κατά πολύ στην ψυχική ωφέλεια των πιστών. Ας μνημονεύσομε τον « ΄Αγιο των Ελληνικών Γραμμάτων», τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ψάλτης δεξιός στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου με αριστερό ψάλτη τον εξάδελφό του και συγγραφέα Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και εφημέριο τον παπά Νικόλα Πλανά, τον μετέπειτα ΄Αγιο. Τα διηγήματά του διαπερνά ζείδωρη πνοή πίστης. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας τον γοήτευαν. Και η ομολογία του: «Το επ’εμοί, ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη».
Πλούσια και πανηγυρική λοιπόν η θεολογία των ύμνων και των κανόνων, ευφραίνοντας νου και ψυχή, μάς κατευθύνει να προσεγγίσουμε αγιοπνευματικά και βιωματικά τη μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης, την πρώτη του λειτουργικού έτους, με τρόπο μυστηριακό. Να ζήσουμε αληθινά Χριστούγεννα! Να προσφέρουμε τον εσωτερικό μας κόσμο ως φάτνη κι εκεί να «ανακλιθεί» ο νεογέννητος Χριστός. Να γίνουμε «σύσσωμοι» και «σύναιμοι» με τον γεννηθέντα Κύριο, μεταλαμβάνοντας Σώμα και Αίμα Χριστού. Να ξαναγεννηθούμε με τον Χριστό μας, όπως κι ο ποιητής Ν. Γκάτσος εύχεται στους στίχους του.
« Ελήλυθεν εις την γην,
ίνα μαρτυρήση τη αληθεία.(…)
Και εγώ και συ και εμείς οι άλλοι
να ξαναγεννηθούμε πάλι.
Ούτος εστίν η ζωή και το φως
και η ειρήνη του κόσμου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου