Σάββατο 1 Ιουνίου 2024

Εμμέλεια, η Μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου

 

 Της Ἂννας Κ. Κορνάρου Καλαμαρά

 

Τιμά και γεραίρει η Εκκλησία μας στις 30 Μαϊου τη μνήμη των γονέων του Μεγάλου και «ουρανοφάντορα» Βασιλείου, τον Βασίλειο και την Εμμέλεια. Ευσεβείς άνθρωποι. Αγιασμένος ο οίκος τους, ευλογημένο το σπιτικό τους! Από επιφανή και ευσεβή οικογένεια της Καισάρειας καταγόταν η Εμμέλεια. Οι πρόγονοί της κατείχαν λαμπρές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και μεγάλα πλούτη. ΄Ηταν «οι σεμνοί Καππαδόκαι», ΄Ελληνες, αλλά και άνθρωποι μορφωμένοι κατά Θεόν. Μάρτυρας της πίστεως ήταν ο πατέρας της και ο αδελφός της Γρηγόριος έγινε αργότερα επίσκοπος σε πόλη της Καππαδοκίας. Αλλά εκλεκτή ψυχή και ο σύζυγός της Βασίλειος, ικανός ρήτορας και διδάσκαλος εγκυκλίων μαθημάτων. ΄Ηταν προσφιλής στον Πόντο για την αρετή- «κοινός παιδευτής αρετής»- και την κοινωνική του προσφορά, γιος της ευσεβέστατης Μακρίνας, που είχε τις ρίζες της σε σπουδαίο γένος.

Πολλά θα μπορούσαμε να σχολιάσουμε. Αλλά για να διατηρήσουμε την αμεσότητα με τις άγιες εκείνες ψυχές, επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω τη μέθοδο των παραθεμάτων, σε μετάφραση. Θα βρούμε έγκυρες πληροφορίες, αποθησαυρισμένες στα συγγράμματα, που μας κληροδότησαν ΄Αγιοι Πατέρες. Και ο λόγος των Πατέρων είναι αυτός που μένει στην καρδιά του ανθρώπου και αναδύεται και φυτρώνει στην ώρα του δυναμώνοντας την πίστη. Καμαρώνει για τους γονείς του ο ΄Αγιος Γρηγόριος Νύσσης, αδελφός του Μ. Βασιλείου και γράφει με χάρη: «…τόση ήταν η αρετή της μητέρας μας, ώστε να καθοδηγείται σε κάθε περίπτωση απ’ το θείο θέλημα. Επειδή όμως ήταν ορφανή κι απ’ τους δυο γονείς κι ήταν εξαιρετικά όμορφη κι η φήμη της ομορφιάς της είχε ξεσηκώσει πολλούς να την μνηστευθούν, κινδύνευε ακόμη κι από αρπαγή. Γι’ αυτό εκλέγοντας αυτόν, που ήταν γνωστός για τη σεμνότητα του βίου του, τον Βασίλειο, τον πατέρα μας, ώστε ν’ αποκτήσει φύλακα της ζωής της, αμέσως με την πρώτη εγκυμοσύνη γίνεται μητέρα».

Κοντά στον ΄Ιριν ποταμό, στους Αννήσους της Νεοκαισάρειας, εγκαταστάθηκαν ο Βασίλειος με τη σύζυγο του. Απ’ αυτούς τους ευλογημένους νέους σ’ εκείνο τον κήπο της πνευματικής ευφροσύνης βλάστησαν εύοσμα άνθη, δέκα παιδιά, απ’ το 328- 348 μ. Χ. Τα εννέα επέζησαν και λάμπρυναν την Ορθοδοξία. « Πρώτη αναβλάστησε απ’ τα μητρικά σπλάχνα η Μακρίνα, η αδελφή μας» μας πληροφορεί ο ΄Αγιος Γρηγόριος Νύσσης. « Της δόθηκε το όνομα της γιαγιάς, μητέρας του πατέρα μας, που άθλησε στα χρόνια των διωγμών ομολογώντας πίστη στον Χριστό». Δεινοπάθησαν οι πρόγονοι του Βασιλείου κυνηγημένοι στα δάση του Πόντου κατά την περίοδο των διωγμών επί Δεκίου και Μαξιμίνου ( 3 ος και αρχές του 4 ου αι. μ.Χ.)

Αλλά και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος θαυμάζοντας την αγία καρποφορία των γονέων του φίλου του Μ. Βασιλείου - εννέα ευλογημένα παιδιά, τέσσερα αγόρια και πέντε κορίτσια – εγκωμιάζει ιδιαίτερα τους ευλαβείς συζύγους στον Επιτάφιο Λόγο του προς τον Μ. Βασίλειο. «΄Εντιμοι γονείς. Πολύτεκνοι και καλλίτεκνοι—δέκα παιδιά απέκτησαν` τα εννέα έζησαν—Να διατρέφουν πτωχούς, να υποδέχονται ξένους, να καθαρίζουν την ψυχή τους με εγκράτεια, να αφιερώνουν μέρος της περιουσίας τους στον Θεό. Παράδειγμα έγιναν σε όλους. Γιατί, το να γίνουν ένα και δυο παιδιά καλά, μπορεί κανείς να το αποδώσει στη φύση` η τελειότητα όμως που ξαπλώθηκε σε όλα είναι εγκώμιο εκείνων, που την πραγματοποίησαν. Είτε έγγαμοι είτε άγαμοι, όλοι ευδοκίμησαν στην αρετή. Ποιος δεν γνωρίζει την Εμμέλεια, που ονομάστηκε προκαταβολικά για ό,τι έγινε. Δικαίως ονομάζεται Εμμέλεια, δηλ. αρμονία, κοσμιότητα, κι αναδείχτηκε μεταξύ των γυναικών, όπως κι ο πατέρας τους ο Βασίλειος, διακεκριμένος ρήτορας με μεγάλη μόρφωση, αναδείχτηκε μεταξύ των ανδρών».

Την εγκύκλιο λοιπόν μόρφωση των παιδιών ανέλαβε ο πατέρας Βασίλειος. Τους δίδασκε, για να κατανοήσουν την ανθρώπινη και θεία σοφία, αλλά στην καθημερινότητα της οικογένειας παιδαγωγός των παιδιών ήταν η Εμμέλεια. Ο φύλακας ΄Αγγελός τους. Το πνεύμα της μητρότητας ακτινοβολούσε ολόγυρα φωτισμένο από την ιερή πνοή του Αγίου Πνεύματος. Αφοσιωμένη στην οικογένεια με αγάπη θυσιαστική, μεγάλωνε τα παιδιά της, ενωμένη με τον Θεό, με φόβο και πόθο Θεού «εν παιδεία και νουθεσίαΚυρίου»(Εφεσ.στ΄4). Τα περιφρουρούσε από κάθε κακή επήρεια με το παράδειγμά της, μακριά από μυθοπλασίες. Τα προστάτευε απ’ την πλάνη των αιρέσεων, που έβριθαν τότε. Τα ασφάλιζε με τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Τους γνώρισε «από βρέφους τα ιερά γράμματα», τους δίδασκε την προσευχή. Τα παιδιά μάθαιναν την πίστη τους ως βίωμα προσευχής, ταπεινώσεως και αγάπης.

Η Μάνα είχε πρότυπό της την Παναγία Μητέρα του Χριστού. Σ` Εκείνη ανέθετε την ελπίδα της για την προκοπή των παιδιών της και Την παρακαλούσε να τα διαφυλάττει υπό την σκέπην Της. Η Θεοτόκος ήταν η μεσίτρια προς τον φιλάνθρωπο Θεό. Και με δέος ιερό επικαλούνταν τον φωτισμό και την βοήθεια του Κυρίου Παντοκράτορα. Γιατί ήταν πεποίθησή της: «Εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων» (Ψαλμ.ρκστ΄, 1). Κι ύστερα είχε πίστη καρδιακή ότι θα απολογηθεί, θα δώσει λόγο μια μέρα στον Κριτή για τη διαπαιδαγώγησή τους. Και τότε θα ομολογούσε «Ιδού εγώ και τα παιδία, ά μοι έδωκεν ο Θεός». (Ησ.η΄18).

Σε έπαινο, που αφιέρωσε ο Γρηγόριος Νύσσης στην αδελφή του Μακρίνα ( Εις τον βίον της οσίας Μακρίνας) γράφει για την ανατροφή της: «Η μητέρα μας, αν και είχε παραμάνα, φρόντιζε την αδελφή μας, με τα ίδια της τα χέρια κι όσο μεγάλωνε το παιδί νοιαζόταν να το μάθει όχι τη μόρφωση από ποιητές και μύθους με άσεμνο και κωμικό περιεχόμενο, που μαθαίνουν τα παιδιά, αλλά όσα απ’ τις θεόπνευστες γραφές –απ’ το βιβλίο των Παροιμιών π.χ.— φαίνονται πιο κατανοητά με πρακτική αξία και συντελούν στην ηθική ζωή μας. Παντού με προσευχές και ψαλμωδίες αλλά και με δουλειές του σπιτιού, το γνέσιμο του μαλλιού, τη χειροτεχνία. ΄Ηταν η πρώτη κόρη κι όσο μεγάλωνε, μοιραζόταν με τη μητέρα όλη τη φροντίδα, που είχε στους ώμους της».

Η Μακρίνα, κόρη περιζήτητη για την ομορφιά της ψυχής και τα ποικίλα προσόντα της, αρραβωνιάστηκε λαμπρό νέο, που δυστυχώς απεβίωσε. ΄Εκτοτε η Μακρίνα ήθελε να μένει στο σπίτι τους, κοντά στη μητέρα. Κι έγινε στήριγμα της χήρας μάνας της, όταν ο προστάτης της οικογένειας, ο Βασίλειος, έφυγε για την ουράνια πατρίδα το 348/349 μ. Χ. μόλις η Εμμέλεια γέννησε τον πέμπτο κατά σειρά απ’ τους γιους της, τον Πέτρο. Είχε να μεγαλώσει, να σπουδάσει και να αποκαταστήσει τα ορφανά της, πού ανήλικα σχεδόν τα άφησε ο πατέρας. Πίστευε όμως βαθιά μέσα της πως ο ουράνιος Πατέρας δεν θα την εγκαταλείψει κι άκουγε συχνά μέσα από αύρα λεπτή τον στίχο του Δαβίδ : «Επίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν σου και αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. νδ΄23).

«΄Ηταν μητέρα τεσσάρων αγοριών και πέντε κοριτσιών η Εμμέλεια» γράφει με γλαφυρότητα ο Γρηγόριος Νύσσης «και ήταν υποτελής σε τρεις άρχοντες, γιατί σε τόσα έθνη είχε κατεσπαρμένη την περιουσία της. (Στον Πόντο, την Καππαδοκία και την Αρμενία της Μ. Ασίας). Γι ` αυτό η μητέρα ήταν μοιρασμένη σ’ όλες τις πολυποίκιλες φροντίδες. Χήρα, ( ο πατέρας είχε πλέον πεθάνει- ο Βασίλειος ήταν τότε 18 χρόνων) κι η καλή κόρη αλάφρωνε το βάρος των πόνων της. Και πάντα με την παιδαγωγία της μητέρας φύλαγε ανεπίληπτη τη ζωή της, κάτω απ’ τα μάτια της μητέρας στην ορθή πάντα κατεύθυνση και με την έγκριση εκείνης. Και ταυτόχρονα

στον κοινό σκοπό τους, εννοώ τη ζωή της ευσέβειας. Γιατί η Μακρίνα δεν έκανε

οικογένεια. Συντρόφευε πάντα τη μητέρα. Ξεκούραζε το γηραλέο κορμί κι εκείνη

έδινε φτερά στην ψυχή της κόρης της.

 Κι όταν είχε τακτοποιήσει η μητέρα και τις άλλες αδελφές μας τέσσερεις- σύμφωνα με την επιθυμία της καθεμιάς --πόσες χριστιανικές οικογένειες ξεπήδησαν απ’ την αγκαλιά της— επιστρέφει ο Βασίλειος (ο μέγας) απ’ τις σχολές, όπου πολλά χρόνια είχε μαθητεύσει κι επειδή έβλεπε τον εαυτό του να προοδεύει στη ρητορική, πίστευε ότι μπορούσε στον τομέα αυτό να ξεπεράσει αυθεντίες. Τότε η Μακρίνα με τη διορατικότητά της και η μητέρα τον απέσπασαν απ’ την κοσμική ματαιότητα και τον κατηύθυναν στη Σοφία του Θεού.»

«Σαν ξυπνημένος από βαθύ ύπνο», αναγνωρίζει αργότερα ο Βασίλειος, «αντίκρισα το θαυμαστό φως του Ευαγγελίου και είδα κατά βάθος πόσο μωρία, πόσο ανόητη είναι η σοφία του κόσμου τούτου.» Χωρίς την παρέμβαση της μητέρας και της αδελφής ο Βασίλειος θα ήταν ένας ξακουστός δικηγόρος για την εποχή του, αλλά ο κόσμος θα έχανε ένα οικουμενικό διδάσκαλο και η Εκκλησία τον Μέγα Ιεράρχη και «ουρανοφάντορα», που με τόση σαφήνεια αποκάλυψε και δίδαξε τα μυστικά του Ουρανού για το Τριαδικό δόγμα.

«Κι ύστερα», επανέρχομαι στον Γρηγόριο Νύσσης, «σ’ ένα κτήμα στη Νεοκαισάρεια του Πόντου δημιούργησαν, η μητέρα και η Μακρίνα, αδελφότητα παρθένων. ΄Οσες κοπέλες είχε στην υπηρεσία της η μητέρα μας ή υποτακτικές της τις έκανε αδελφές και ομότιμες κι είχαν κοινό τραπέζι κι όλα τα αναγκαία για τη ζωή. ΄Εργα φιλανθρωπίας, το σύνθημά τους. Εκεί έβρισκαν λιμάνι, όσα κορίτσια ορφανά ή από άλλες τύχες έμεναν εγκαταλελειμμένα στους δρόμους. Βρήκαν μάνες, που τα γαλούχησαν και τα ανέθρεψαν. Εκεί γνώριζε κανείς την αγάπη του Θεού, τον ζήλο για τα θεΐκά πράγματα με αδιάλειπτη προσευχή νύχτα και μέρα». Αξιοθαύμαστο κοινωνικό έργο επιτελούσε η Εμμέλεια και ανακούφιζε πονεμένους ανθρώπους, γιατί είχε αγάπη. Και «Πάντα η αγάπη κατορθώσαι δύναται» κατά τον ιερό Χρυσόστομο.

  «Ευσεβεστάτη» και «φιλανθρωποτάτη», άγγελος παρηγοριάς στην περιοχή της, παρακινούσε και τα παιδιά της με το παράδειγμά της σε έργα χριστιανικής αγάπης. Σ’ εκείνη την παιδευτική εστία έμαθαν την ιερή μας παράδοση, τις μεγάλες αξίες της ζωής κι είδαν πώς γίνονται πράξη οι ευαγγελικές προτροπές «αγαπάτε αλλήλους», «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε», «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν». Ασχολούνταν με έργα φιλανθρωπίας και ευποιϊας. Στους φτωχούς διέθεσαν τις περιουσίες τους, που είχαν κληρονομήσει. Ολόκληρη πόλη φιλανθρωπίας, «το της ευσεβείας ταμείον», τη νωστή «Βασιλειάδα» οικοδόμησε ο Βασίλειος έξω από την Καισάρεια. Εκεί έκτισε πλήθος φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, όπου περιέθαλπε αρρώστους και αναπήρους, φτωχούς και άστεγους, γέροντες και ορφανά, τους οποίους κάποτε υπηρετούσε και ο ίδιος. Κι ενώ ζούσε ως επίσκοπος ήταν ο πιο φτωχός απ’ όλους, γιατί έτσι τον δίδαξε από μικρό παιδί η φιλάνθρωπη μητέρα του.

  Αλλά και ο Ναυκράτιος, ο δεύτερος γιος της, νομικός, με λαμπρές επιτυχίες, περιφρόνησε τα χειροκροτήματα των ακροατηρίων και ασκήτευε στην ερημιά εκεί κοντά στον ΄Ιριν ποταμό του Πόντου «υπηρετούσε προσωπικά ο ίδιος κάποιους γέροντες (…). Κυνηγούσε και έπιανε ψάρια ο ευλογημένος και επειδή ήταν εξαίρετος για κάθε κυνηγετική επινόηση εξασφάλιζε με το κυνήγι στους γέροντες την τροφή τους.» (Γρηγ. Νύσσης). Και ο Πέτρος, ο τελευταίος της γιος, όταν μόναζε «και είχε κάποτε παρουσιαστεί βαριά έλλειψη σιτηρών, και πολλοί έτρεχαν από παντού κοντά του, εξ αιτίας της φήμης της φιλανθρωπίας του, έκανε να πλεονάσουν τόσο τα τρόφιμα με τις διάφορες επινοήσεις του, ώστε από το πλήθος εκείνων που είχαν συρρεύσει η ερημιά έμοιαζε με πόλη»(Γρηγ. Νύσσης). Και η Μακρίνα δεν είχε κρυμμένους θησαυρούς «Μίαν αποθήκην ήδει του ιδίου πλούτου, τον θησαυρόν τον ουράνιον». Μία αποθήκη του πλούτου της γνώριζε, τον ουράνιο θησαυρό, ενώ τίποτε δεν της είχε απομείνει εδώ στη γη. ΄Ετσι την είχε μάθει η «φιλανθρωποτάτη» μητέρα της.

Αλλά και τους ευσεβείς και πιστούς πλήττουν συμφορές. Μαθημένη απ’ τα μικρά της χρόνια η Εμμέλεια στην ορφάνια, ύστερα έχασε ένα παιδί της, δοκίμασε τη χηρεία, πόνεσε με τον θάνατο του υποψήφιου γαμπρού της, μνηστήρα της πρωτοκόρης της Μακρίνας, και θλίψεις πολλές πέρασε περιθάλποντας τον γιο της Βασίλειο, που λίγο έλειψε να πεθάνει στην παιδική του ηλικία. ΄Εμεινε όμως σ’ όλη του τη ζωή φιλάσθενος και η στοργική μητέρα συνέπασχε με το χαρισματικό παιδί της. ΄Εγραψε κάποτε ο Βασίλειος στους επισκόπους του Πόντου «η του σώματος ασθένεια συνεπόδισέ με, ην ουκ αγνοείτε πάντως, όση μοι πάρεστιν εκ της πρώτης ηλικίας μέχρι του γήρως τούτου». Με εμπόδισε να σας συναντήσω η σωματική μου ασθένεια, την οποία δεν αγνοείτε βέβαια ότι με συντροφεύει από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι τα γηρατειά μου.

Με καρτερία όμως και πίστη ότι «δίχως θέλημα Θεού φύλλο δεν κουνιέται» αντιμετώπιζε η Εμμέλεια τα αλλεπάλληλα κύματα των θλίψεων ψιθυρίζοντας τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: « Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός…»( Ρωμ.η΄35). Κι όμως μέσα σ’ εκείνη την ειρήνη έρχεται και ξεσπά η καταιγίδα. Μήνυμα συμφοράς τραγικό κι αποτρόπαιο! Πώς ν` αντέξει η μητρική καρδιά τέτοιο πόνο; Ο Ναυκράτιος, παλικάρι γεννημένο μετά τον Βασίλειο, που ξεχώριζε στην ομορφιά και δύναμη, κι ήταν η χαρά της μάνας, εκείνο που μόναζε στον Πόντο και με το κυνήγι ή το ψάρεμα του τροφοδοτούσε γέροντες, φτωχούς και ασθενείς, πνίγηκε στον ποταμό. ΄Ηταν μόλις 27 ετών!

«Σαν κεραυνός ήλθε το μήνυμα στη μητέρα μας», αφηγείται ο γιος της Γρηγόριος. «Τσάκισε η ψυχή της. ΄Οσο κι αν ήταν τέλεια σε κάθε αρετή, ήταν άνθρωπος κι αυτή. Βουβάθηκε. ΄Εχασε τα λογικά της μπροστά στη συμφορά κι έπεσε συγκλονισμένη απ’ το απροσδόκητο κτύπημα. Η Μακρίνα μας έγινε στήριγμα της μητρικής αδυναμίας κι έδειξε στην τέλεια μητρική ψυχή τον δρόμο προς την ανδρεία, με καρτερία και υπομονή. Τότε πια απομακρύνθηκε από κάθε βιοτική ματαιότητα, μοίρασε στα παιδιά της τα περισσότερα υλικά αγαθά της ζωής κι αφοσιώθηκε σε μια πνευματική ζωή, χωρίς πάθη και μικρότητες, στη μελέτη των Γραφών, την προσευχή και υμνωδία μέρα –νύχτα και στις αγαθοεργίες. Η ζωή της συνόρευε με τη ζωή των Αγγέλων στην Κοινότητα της Μακρίνας».

  Κι όταν ήλθε η ώρα της αναχώρησής της για τον Ουρανό: « Σε βαθιά γεράματα», αναφέρει ο γιος της Γρηγόριος, « έγινε η μετάσταση της μητέρας μας στον Θεό. Εκείνη τη στιγμή κοντά της βρισκόταν το πρώτο –η Μακρίνα—και το τελευταίο της παιδί – ο Πέτρος. ( Κι αυτός ήταν στο δικό του ερημητήριο. Ασκήτευε, αλλά έβλεπε συχνά τη σεβαστή γερόντισσα.) Τ’ άγγιξε με τα χέρια της και με φωνή, που έσβηνε, είπε προς τον Θεό: -- Σ’ Εσένα, Κύριε, αφιερώνω όλα μου τα παιδιά απ’ την πρωτότοκη κόρη μου ως τον τελευταίο μου πόνο. Ας έλθει ο αγιασμός σ’ όλα τα παιδιά, που μου χάρισες. Κι αφού έδωσε την παραγγελία να αποθέσουν το σώμα της μαζί με τη σορό του πατέρα τους, έπαυσε την ευλογία και τη ζωή.» Περί το 370μ.Χ. απεβίωσε η Εμμέλεια και τα παιδιά της με πολλή συγκίνηση και σεβασμό την ενταφίασαν κατά την επιθυμία της.

  Η τελευταία της επιθυμία ήταν να ταφεί στον τάφο του συζύγου της, στον ναό των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Επί των ημερών της μαρτύρησαν οι ΄Αγιοι, επί Λικινίου το 320 μ.Χ. και μάλιστα σε τόπο γειτονικό, στη λίμνη της Σεβάστειας. Η Εμμέλεια, ως κόρη Μάρτυρα, τιμούσε τους Μάρτυρες της πίστεώς της και κατά την εορτή τους, στις 9 Μαρτίου κάθε χρόνο, εξυπηρετούσε πλήθη προσκυνητών προσφέροντας φιλοξενία και χαρά πνευματική. Ο Γρηγόριος, ο γιος της, σημειώνει: «η μήτηρ η εμή αύτη ην η τω Θεώ συνάγουσα και κοσμούσα την εορτήν». Η μητέρα μου ήταν αυτή, που με τη Χάρη του Θεού συγκαλούσε τους πιστούς στο πανηγύρι και διευθετούσε την εορτή. Και τι ομιλία μάς έχει κληροδοτήσει ο Μ. Βασίλειος για το μαρτύριο των Αγίων Τεσσαράκοντα!

  ΄Εφυγε η Εμμέλεια για τον Ουρανό, αλλά «θησαυρούς εναπέθετο» στη γη, τα άξια παιδιά της, αληθινούς Χριστιανούς, για να υμνούν και να δοξολογούν τον Θεό. Τα τέσσαρα αναδείχθηκαν ΄Αγιοι της Εκκλησίας. Ο Βασίλειος ο Μέγας ένας από τους «Τρεις μεγίστους φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος», επίσκοπος Καισαρείας. Ο Γρηγόριος, επίσκοπος Νύσσης, ο «μυστικώτερος» των Καππαδοκών και ο «φιλοσοφικώτερος» των Πατέρων, αλλά και « υπέρμαχος του δόγματος της Νικαίας» και ο Πέτρος, επίσκοπος Σεβαστείας. Αλλά και η Μακρίνα αγίασε. «Μητέρα και τροφόν» την ονόμαζαν οι μοναχές και ήταν γι` αυτές «το φως της των ψυχών οδηγίας». ΄Ετσι εκτιμούσαν την ενάρετη ζωή και προσφορά της.

Μα ήταν πόθος της Εμμέλειας να γίνουν οι γιοι της «Χριστοφόροι ναοί», λειτουργοί του Υψίστου. ΄Ηξερε η πιστή μητέρα Εμμέλεια ότι το λειτούργημα του ιερέα είναι ανώτερο και απ’ τη βασιλική εξουσία. Είχαν προέλθει βέβαια απ’ το γένος της στρατηγοί, άρχοντες και αυλικοί, αλλά ως κόρη Μάρτυρα ήθελε η οικογένειά της να αναδείξει και κληρικούς για να υπηρετούν την Εκκλησία και από μικρά καθοδηγούσε τα παιδιά της προς τη γνώση του Θεού. Το ομολογεί ο Βασίλειος σε μια επιστολή του προς τον Ευστάθιο Σεβαστηνό: «Εκ παιδός έλαβον έννοιαν περί Θεού παρά της μακαρίας μητρός μου». Και αλλού: « Την έννοια για τον Θεό, που έμαθα απ’ τη μακαριστή μητέρα μου και τη γιαγιά Μακρίνα, αυτή κράτησα μέσα μου και αύξησα». ΄Ηταν τότε που μερικοί συκοφάντες επίσκοποι διέβαλαν τον Μ. Βασίλειο ότι δεν τηρεί την ορθόδοξη πίστη και διδασκαλία. Κι εκείνος υπεραμύνθηκε « Τούτο τολμώ καυχάσθαι εν Κυρίω, ότι ουδέποτε πεπλανημένας έσχον τας περί Θεού υπολήψεις». Αυτό τολμώ να καυχηθώ εν Κυρίω ότι δεν είχα ποτέ πλανεμένες  απόψεις για τον Θεό. Γιατί φρουρούς της ψυχής του είχε τη μητέρα του και τη γιαγιά Μακρίνα και τελειοποίησε τις αρχές, που του παρέδωσαν εκείνες οι αγιασμένες υπάρξεις.

Πώς να ξεχάσει λοιπόν μια τέτοια μητέρα ο Βασίλειος; Γράφει σε μια επιστολή: «οίδα ποταπά των μητέρων τα σπλάχνα» (ξέρω τι είναι τα μητρικά σπλάχνα). Και σε μια άλλη επιστολή προς τον Επίσκοπο Ευσέβιο Σαμοσάτων, ενώ είναι άρρωστος, ομολογεί με θλίψη για το θάνατο της αγαπημένης του μητέρας: « Τις αλλεπάλληλες αρρώστιες και τη βαρύτητα του χειμώνα και την πίεση των ασχολιών τις παραλείπω, γιατί είναι γνώριμα πράγματα. Τώρα δε και εκείνη τη μοναδική παραμυθία που είχα στη ζωή μου, τη μητέρα, την έχασα κι αυτή για τις αμαρτίες μου. Και μη γελάσεις εις βάρος μου, που κλαίω την ορφάνια μου σε τέτοια ηλικία τον χωρισμό μιας ψυχής, που δεν βλέπω τίποτα αντάξιο μεταξύ αυτών, που έμειναν εδώ.» ΄Ηταν τότε ο Μ. Βασίλειος 38 χρόνων και έζησε άλλα έντεκα χρόνια.

΄Εμεινε πασίγνωστη η Εμμέλεια για τον πλούτο της ψυχής της και την ακτινοβολία της χριστιανικής αγάπης της στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής της. Πρότυπο Μητέρας. Αφιερωμένη στα παιδιά της! ΄Όπως πρότυπα Μητέρων ήταν και οι Μητέρες των δύο άλλων Ιεραρχών. Η Νόννα του Γρηγορίου του Θεολόγου και η Ανθούσα του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Ηρωίδες μάνες σε εποχές διώξεων και αιρέσεων ! « Τι μητρός συμπαθέστερον;» ερωτά ο Γρηγόριος και «ου το τεκείν ποιεί μητέρα, αλλά το θρέψαι καλώς» ομολογεί ο Χρυσόστομος. Μητέρα δεν γίνεται η γυναίκα, επειδή γέννησε παιδί, αλλά πρέπει να το αναθρέψει σωστά. Η γλυκύτητα και η δύναμη της μητρικής αγάπης είχε διαπεράσει τα σπλάχνα τους κι εξέφραζαν τη λατρεία τους στις τροφούς της ζωής τους.

  Κι όταν πια έμαθε τον θάνατο της Εμμέλειας ο Γρηγόριος ο Θεολόγος της αφιερώνει λόγο ποιητικό αποτυπώνοντας τον θαυμασμό του για τη Μητέρα του φίλου του Βασιλείου. Ιδού μερικοί στίχοι:

« Εμμέλιον τέθνηκε; Τις έφρασε;»

Η Εμμέλεια πέθανε; Ποιος το είπε;

Τόσων και τέτοιων παιδιών πρόσφερε φως στη ζωή

μοναδική μεταξύ των ανθρώπων.

Είμαι έκθαμβος βλέποντας τα παιδιά της Εμμέλειας

τόσα και τέτοια, όλα των σπλάχνων της

μεγάλο πλούτο…

΄ Γι’ αυτό η Εκκλησία μας την ημέρα της εορτής Της, στις 30 Μαϊου, υμνεί τη θαυμαστή διακονία Της με το Απολυτίκιο: «Σωφρόνως τον βίον σου κατ’ εναντίον Θεού ετέλεσας πρότερον συν Βασιλείω σεμνώ, Εμμέλεια πάνσεμνε, είτα δε εν ερήμω, αναβάσεις διέθου άμα τοις σοις εκγόνοις, ως τα άνω ποθούσα, διό Σε ο Χριστός πανοικοί υπερεδόξασε». Ο Ιησούς Χριστός την υπερεδόξασε οικογενειακώς για τον ένθεο βίο Της και την προσφορά Της στην Ορθοδοξία!

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου