Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Γιατί δεν μετανοούμε;

 

Του π. Βασιλείου Θερμού 

   Παρά τα αμέτρητα βιβλία που διαβάζουμε, τα πάμπολλα κηρύγματα που ακούμε, τις άπειρες φορές που εξομολογούμαστε και κοινωνούμε, γιατί δεν μετανοούμε; Τι φταίει και δεν αλλάζουμε πραγματικά; Γιατί μερικοί άνθρωποι αλλάζουν με ένα κήρυγμα ή με μια εξομολόγηση μόνο, που τους μεταβάλλει όλη τους τη ζωή; Τι είναι, τέλος πάντων, αυτή η μετάνοια; Πως πλησιάζεται και πως κατακτιέται; Γιατί οι κληρικοί είμαστε οι πιο δύσκολοι σε μετάνοια απ όλους; Ίσως θά ‘πρεπε ν αρχίσουμε από την τελευταία ερώτηση.

  Στα χρόνια του Χριστού οι πιο δυσκίνητοι προς μετάνοια ήταν οι θρησκευτικοί άνθρωποι και οι πιο πρόθυμοι ήταν οι κοσμικοί. Έχει κάτι ο τρόπος που θρησκεύουμε ώστε να μας εμποδίζη από το να μετανοήσουμε; Ποιό είναι το σκουλήκι που κατατρώγει την ψυχή μας και απομυζά την επιθυμία μας; Πως καταφέραμε να βάλουμε τον εαυτό μας σ' αυτό το οξύμωρο; Οι ράθυμοι και αμελείς κοσμικοί, όσοι έχουν ενδώσει σε πάθη πολλά και σκληρά, τελικά βρίσκουν πιο εύκολα το δρόμο για τον Θεό. Οι εγκρατείς και αυτοκυριαρχημένοι, όσοι αρνήθηκαν χαρές του κόσμου υποτίθεται για την αγάπη Του, τους είναι πιο δύσκολο να Τον αγαπήσουν.

  Εκείνοι που χρησιμοποίησαν αδέξια και καταστροφικά την αγαπητική τους δύναμη φτάνουν κάποτε να το δουν και βρίσκουν το κουράγιο να τ' αλλάξουν. Εκείνοι που δεν είχαν το «προνόμιο» ν' αμαρτήσουν πολύ, αγνοούν ότι δεν αγαπούν. Και φαίνεται ότι όποιος δεν μπορεί ν αγαπήση γίνεται ανίκανος να μετανοήση.

  Μήπως εκεί βρίσκεται η απάντηση; Μήπως η σημερινή μας εκκλησιαστική οικογένεια, όπως ακριβώς και η παλιά ιουδαϊκή, συγκροτήθηκε μ' αυτό βασικά το σκεπτικό και μ' αυτή την πρόθεση: ν' απομονώση τον Θεό και τον άνθρωπο από την αγάπη μας; Μήπως ειδικά εκείνοι που πάσχουν από αναπηρίες της αγάπης είναι που αποφασίζουν να γίνουν «πιστοί»; Αν είναι έτσι, η θρησκευτικότητα που γεννιέται αυτονόητα εμποδίζει τη μετάνοια.

   Υπάρχει και μια άλλη, εξ ίσου φρικτή υποψία. Πως οι θέσεις που κατέχουμε σήμερα οι «εκκλησιαστικοί» και οι «κοσμικοί» είναι αντεστραμμένες, πως η φυσιολογική μας θέση είναι ανάποδα. Απλώς έτυχε να γεννηθούμε στην απέναντι όχθη. Και οι πρώτοι βαλθήκαμε να συγυρίζουμε όπως όπως το χάος μας για να το κάνουμε να δείχνη με το ζόρι βυζαντινός ναός. Οι δε άλλοι να στήνουν αυτοσχέδια και άτεχνα θυσιαστήρια μέσα στο τσαντήρι τους.

  Επειδή δεν αντέχουμε να ομολογήσουμε ποιος είναι ο πραγματικός φυσικός μας χώρος, χτυπάμε τους «κοσμικούς» για να χτυπήσουμε αυτό που θέλουμε να ξορκίσουμε μέσα μας. Και με το να τους χτυπάμε κλείνουμε το δρόμο στη μετάνοιά μας, αρνούμαστε να δούμε κατάματα τον Άδη μας. Κι έτσι ο άλλος γίνεται η κόλασή μας: ο «αδιάφορος» σύζυγος για την «πιστή» γυναίκα, το «άσωτο» παιδί για τον «ευσεβή» πατέρα, οι «ανήθικοι» νέοι για τον ευσυνείδητο ιεροκήρυκα, οι «εχθροί» της Εκκλησίας για τον δραστήριο επίσκοπο και πάει λέγοντας.

  Είμαστε κοσμικώτεροι και από τους κοσμικούς. Ζηλεύουμε την ελευθερία τους και τις απολαύσεις τους, πόθος μας είναι η εξουσία πάνω στις ψυχές των πιστών σαν ζηλότυποι εραστές τους, η πολιτική με το ήθος της είναι η ανομολόγητη δίψα μας. Στα αμαρτήματα που έχουμε ιεραρχήσει ψηλά στην κλίμακα της βαρύτητας (σαρκικά) η κατάσταση βρίσκεται υπό έλεγχο (αν και τελευταία κι αυτός έχει αρχίσει να χαλαρώνει).

  Σ' εκείνα όμως που αυθαίρετα τα τοποθετήσαμε χαμηλά και γι' αυτό τα καταστέλλουμε λιγότερο (ναρκισσισμός, εξουσία, αντιπάθεια) αποκαλύπτεται που πραγματικά βρισκόμαστε και ξεσκεπάζεται η σαθρότητα του οικοδομήματος. Δεν μετανοούμε διότι ο ψυχισμός μας δεν ζει την Εκκλησία ως φυσικό του χώρο. Δεν θέλει να στερηθεί αυτά που κρυφά επιθυμεί (και που έτσι κι αλλιώς δεν θα τα έχη ποτέ, αυτός είναι ο παραλογισμός). Ο Freud είχε δίκιο όταν υποστήριζε ότι καταδίκη μιας καταστάσεως σημαίνει την ασυνείδητη επιθυμία της: ο φαρισαίος περιφρονούσε τον τελώνη διότι ζήλευε όσα είχε κάνει.

   Ζούμε σε λάθος χώρο, κάνουμε λάθος κληρικούς, έχουμε λάθος «άσωτους». Τριγύρω μας κυκλοφορούν κάθε μέρα πλήθος αληθινών ανθρώπων που θα άξιζαν να είναι συνειδητά πιστοί, που θα έπρεπε να είναι οι κληρικοί μας. Και πολλοί από μας δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι ούτε για κατηχούμενοι. Στα διαλείμματα των εκκλησιαστικών μας μηχανορραφιών εξομολογούμε τους ξέμπαρκους που κλαίνε αληθινά και που μετά δεν συνεχίζουν συστηματική πνευματική ζωή. Δεν ξέρουν γιατί, αλλά πάντως κάτι δεν τους εμπνέει να συνεχίσουν.

   Λάθος κίνητρα με λάθος σκοπούς, τι πιο φυσικό ανάμεσά τους να ξεφυτρώνουν λάθος κριτήρια για τις ιερατικές κλίσεις. Οι κληρικοί δυσκολευόμαστε περισσότερο απ' όλους να μετανοήσουμε διότι το μεγαλύτερο υπαρξιακό μας ψέμα είναι η ίδια μας η ιεροσύνη. Δεν έχουμε το ψυχικό σθένος, ούτε ν' απαρνηθούμε από πριν τα πλεονεκτήματα που μας προσφέρει, ούτε έστω να το ομολογήσουμε κατόπιν εορτής.

  Η Εκκλησία μας αρνείται να μετανοήσει διότι σ' αυτή την περίπτωση θα έπρεπε ν' αρνηθεί τον εαυτό της και ν' αρχίσει να οικοδομή μία άλλη Εκκλησία. Θα χρειαζόταν να μαζέψει κόσμο από «τας οδούς και τας ρύμας» οι οποίοι θα έκαναν το σημερινό εκκλησίασμα «κυρίων» να δυσφορήσει. Δηλαδή θα χρειαζόταν να πάρει ριζικές αποφάσεις. Τώρα οι αποφάσεις αυτές αναβάλλονται επ' αόριστον. Μέχρι τότε που ο Θεός θα διαλέξει το δικό του τρόπο για να μας εξαναγκάσει σε μετάνοια.

  Ίσως περιμένει να έχει ειπωθεί προηγουμένως κάθε ωραίο κήρυγμα περί μετάνοιας που μπορεί να ειπωθεί. Μέχρι τότε θα πρέπει να παραδεχθούμε κατά πρόσωπο ότι δεν επιθυμούμε να μετανοήσουμε. Και να μετανοούμε γι' αυτό».

 

 

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

Ἀπόπειρα νά φέρουμε στήν προφάνειά μας μιά συζήτηση πού ἐξελίσσεται στήν τοπική σκηνή.

 Εἰσαγωγικά

  Μήπως «ἡ κακία» ἐντός τῶν τειχῶν, στήν ὁποία ἀναφερθήκαμε στίς ἀμέσως προηγούμενες ἐπιφυλλίδες,  εἶναι τό σύμπτωμα ἑνός διαχρονικοῦ τραύματος τῆς ἑλληνικῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καί πιό συγκεκριμένα τῆς ἐσκεμμένης πολιτισμικῆς καί κοινωνικῆς ὑστέρησης τῶν κληρικῶν  της; Δέν τό ἐκλαμβάνω ὡς ἐλαφρυντικό ἀλλά ὡς ἐξήγηση.   

  Ἡ ὑπόθεση ἐργασίας αὐτῆς τῆς  ἐπιφυλλίδας θά  μποροῦσε νά διατυπωθεῖ ὡς ἑξῆς: ἡ ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας σήμερα διατρέχεται κοινωνιολογικά ἀπό τρεῖς θεμελιώδεις τύπους τοῦ δημόσιου χώρου: τό «χωριό» τήν «πόλη» καί τήν «μεταπόλη».

   Πρόκειται γιά ἰδεότυπους καί  ὡς ἐκ τούτου δέν ὑπόκεινται σέ γεωγραφικό ἀλλά σέ ἰδεολογικό-ψυχολογικό ὁρισμό, γι’ αὐτό δέν παρουσιάζουν ἀμιγῆ χαρακτηριστικά. Ὃλοι τους διακρίνονται τόσο άπό τά κατάλοιπα τοῦ ἱστορικά προηγηθέντα ἀλλά καί ἀπό τούς ἀκολουθούμενους προπομπούς. Ἡ  ἐντυπωσιακή ποικιλία ἀνθρώπων δικαιολογεῖ στήν ὓπαρξη ἀνθρώπων πού προηγοῦνται τῆς ἐποχῆς τους καί ἂλλων πού ἒπονται.

  Στήν  ἐποχή μας ἒχει ἀρχίσει νά ἐμφανίζεται μιά ἐξέλιξη τῆς νεωτερικῆς «πόλης» ἡ «μεταπόλη», ἡ ὁποία καί  αὐτή συνιστᾶ κυρίως τρόπο ζωῆς. (Διασύνδεση ἀνθρώπων χωρίς νά ὑπολογίζονται οἱ  γεωγραφικοί περιορισμοί, ἐμφάνιση τοῦ κυβερνοχώρου, προτεραιότητα ἡ ὀπτική ἐντύπωση  καί οἱ αἰσθήσεις ἒναντι τοῦ μυαλοῦ, κοινωνία τοῦ θεάματος, χαλάρωση τῆς ἱεραρχίας…). 

Ποιά ἦταν ἡ πορεία τοῦ  ἐκκλησιαστικοῦ σώματος κατά τήν διαδρομή αὐτῶν τῶν τριῶν  χρονικῶν περιόδων;  

  Ἀραγής καί πάγια ἡ pax byzantina μένει αἰώνια. Εἶναι ἀκόμη ἀδιανότητη ἡ ὓπαρξη  εὐνομούμενης  ἐκκλησιαστικῆς πολιτείας. Οἱ μἠ δεχόμενοι  τήν ἒνταξή τους, θεωροῦνται αὐτοδίκαια ὡς πολιτικά ἀνυπότακτοι ἀποκλεισμένοι  ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό χῶρο τῆς δεσποτείας πού ἀπαιτεῖ ὑποταγή ἀκόμη καί στά νεύματα τοῦ κληρικοῦ. Ἡ μή ὑποταγή τοῦ πιστοῦ ἐπιφέρει  τό ἒγκλημα τῆς καθοσίωσης, τό πνευματικό ἀδίκημα τῆς ἀνυποταγῆς, ἐγκαινιάζοντας κλίμα ἀνευλεύθερης  σκέψης καί συνεχοῦς ἀσφυκτικοῦ ἐλέχγου. Ὃπως γνωρίζουμε ἡ θεσμική περιθωριοποίηση ἀνυπάκουων ἐφαρμόστηκε καί στήν Δύση, μέχρι φρίκης, γιά λόγους πού σχετίζονται μέ τήν ἀντίστοιχη θεολογία.

  Στήν πραγματικότητα αὐτό πού τροφοδοτεῖ τήν ἀγανάκτηση τῶν κληρικῶν εἶναι ἡ  ἀνάδειξη τῆς φιλόδοξης ἱκανότητας τοῦ  ἀνθρώπου, πού τοῦ ἐπιτρέπει νά κρίνει τό ἐκκλησιαστικό σύστημα.  

  Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά ἐκχριστιάνισε τήν Πολιτεία, ἀλλά ἡ Πολιτεία μπόλιασε τήν διοικοῦσα Ἐκκλησία, τούς κληρικούς της, μέ συμπεριφορές, μᾶλλον μέ τάσεις ὁμογενοποίησης τῆς κοινωνίας. Ἀκόμη καί σήμερα οἱ παραπάνω παραφθορές ἀποτελοῦν κυρίαρχη ἰδεολογία καί εὐκτέο ποθούμενο μεταξύ τῶν κληρικῶν. (Μέ τούς Γεροντάδες, τήν ἐξομολόγηση, τό χειροφίλημα…)

  Μέ τήν ἳδρυση τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους  ἐμφανίζονται οἱ λειτουργίες τῆς «πόλης». Πρωτόγνωροι πολιτικοί θεσμοί, σύνταγμα, καθολική ψηφοφορία, μή θεοκρατική νομοθεσία καί δικαιοσύνη, τύπος, καί  πρός παντός ἐλεύθερη γνώμη. Ἀναμφίβολα αὐτές οἱ λειτουργίες παρά τίς ἀτέλειές τους εὐνοοῦν κατά  πολύ τήν νεωτερική «πόλη», ἡ  ὁποία ἐνθαρρύνεται  σήμερα ἀπό τήν πολυεπίπεδη ὢσμωση τῆς Χώρας μας με τήν Δύση.

 Τίς ἐξελίξεις αὐτές ἡ ἑλλαδική Ἐκκλησία δέν στάθηκε ἰκανή νά παρακολουθήσει, παρά τό γεγονός ὃτι ἒχει ὁριστικά καί ἀμετάκλητα μεταβληθεῖ  ὁ ἰδεότυπος τοῦ Δημόσιου χώρου. Ἐξακολουθεῖ νά θέλει ὡς ἀναφαίρετο δικαίωμα της, τόν καθορισμό  τῆς νομοθεσίας, τήν ἐπιβολή ποινῶν σέ ἂθεους, ἐναντίον τῶν αἰρετικῶν, νά ἒχει εὐνοϊκή ἀντιμετώπιση ἒναντι ἂλλων θρησκειῶν, προσεταιρίστηκε τήν Δεξιά και τήρησε ἐχθρική στάση πρός τήν Ἀριστερά, …Ἡ ἰσονομία τῶν πολιτῶν ἀμφισβητεῖται ἀνοιχτά. Στήν πραγματικότητα πρόκειται γιά μιά ἀγωνιώδη νοσταλγική στάση, κατά τήν ὀποία ὀ ἐπιθυμητός ἰδεότυπος δημοσίου χώρου εἶναι  ἡ βυζαντινή Αὐτοκρατορία.       Ἒρχεται φυσικό νά ἀντιδροῦν βίαια  οἱ κληρικοί μας ἐπειδή ζοῦν στήν «μεταπόλη»  ἢ καί στήν «πόλη» ἀκόμη, ἀπαιτώντας ἀπό τόν κόσμο γύρω τους νά ἀνατρέψει τήν ἱστορία καί νά παραμείνει στόν ἰδεότυπο τοῦ «χωριοῦ», προκειμένου νά ἒχουν ὡς κληρικοί προνομιακή θέση.  

 Ποιά εἶναι  τά σημάδια τῆς ἀναχροντιστικῆς ἀσυμβατότητας τῆς Ἐκκλησίας στόν δημόσιο τοπικό χῶρο;

  Παρατηρεῖ κανείς σωρεία συμπτωμάτων τά  ὁποῖα δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποδοθοῦν μόνο σέ «κακία» ἢ στόν «ἂφθονο φθόνο» τῶν  κληρικῶν. Εἶναι κοινό μυστικό στήν  τοπική Ὀρθόδοξη κοινότητα ὃτι ὁποιοσδήποτε τολμήσει νά κάνει ὃτι διαφοροποιεῖται στό ἐλάχιστο ἀντιμετωπίζεται μέ εἰρωνεία, σκαιότητα, ἀπομόνωση, διωγμούς, ἐνῶ οὐδόλως εὐνοεῖται ὁ ἒντιμος διάλογος μεταξύ τῶν μελῶν. 

  Τό κουτσομπολιό, ἡ διασπορά εἰδήσεων καί φημῶν, ( μοῦ εἶπε κάποιος,  κάποια κυρία, τό ἂκουσες τί λένε γιά τόν τάδε; Κατά κύριον λόγον περί τά σεξουαλικά…) εἶναι ἀρκετά δημοφιλής, ἐκφράζοντα μᾶλλον τήν ψυχολογική ἀνάγκη ὁλοκληρωτικῆς κατάληψης, κάτι πού ὑποκρύπτει τήν φαντασίωση μονοφωνικοῦ σώματος. Ἐπί πλέον ἡ ἀπουσία ἐσωτερικῆς αὐτοκριτικῆς πού καί ὃταν ἐπιχειρεῖται θυμίζει τήν συσπείρωση τοῦ σογιοῦ ἢ τῆς φατρίας (ἂς μήν ξεχνᾶμε ὂτι τό σόι ἀποτελεῖ θεμελιώδη ψυχολογική μονάδα τοῦ ἰδεότυπου μικρῆς κλειστῆς κονωνίας τοῦ «χωριοῦ»).

   Ἡ ἐκτεταμένη μάλιστα ἀδιαφορία τοῦ ἐπισκόπου καί τῶν κληρικῶν γιά τήν νομιμότητα, εἲτε ἐκκλησιαστική εἲτε κοσμική, μαρτυρᾶ τήν  αἲσθηση πού ἒχουν ὃτι βρίσκονται ὑπεράνω τοῦ νόμου. Καί ὂντως δέν ὐπολογίζουν τόν Νόμο: ὑπόθεση τῆς ἀρχαιοκαπηλίας Εἰκόνας στήν Μύκονο, ἡ κλοπή νεκροκεφαλῆς ἀπό ἀνδριῶτες κληρικούς… 

  Ἡ ἀνάγκη κοινοτικῆς Εὐαγγελικῆς ταυτότητας διαγράφεται παντελῶς, ἀπό τήν αὐταρχική δεσποτεία, παίρνοντας τήν μορφή, τῆς ἀλληλέγγυας στούς ὑπάκουους. Ὃμως ἡ συνειδητή ἂρνηση κάποιων νά διαμορφώσουν προσωπική δημόσια γνώμη,   δεδομένο ἀπολὐτως ἀπαραίτητο σύστασης ἀληθινῆς κοινότητας, εἶναι ἓνα φαινόμενο πού ἀγγίζει τήν  μέχρι φρίκης θεσμική περιθωριοποίηση τῆς ἀξιοπρέπειας.

 Ἡ σύγχρονη  Τῆνος φαίνεται νά  ἀποτελεῖ μωσαϊκό καί  τῶν τριῶν  ιδεοτύπων σέ βαθμό μεγαλύτερο τῆς ὑπόλοιπης Ἑλλάδας καί φυσικά μεγαλύτερο ἀπό ὁποιαδήποτε ἂλλη Εὐρωπαϊκή Χώρα.

 Δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει ὃτι στό ἲδιο σπίτι στεγάζονται ἂτομα πού ἀντιλαμβάνονται ριζικά διαφορετικά τόν δημόσιο χῶρο, μιά ἀπόκλιση στήν ὀποία συμβάλλουν ἡ ἡλικία, ἡ  ἐκπαίδευση, ἡ  ἀνατροφή, ἡ προσωπικότητα, οἱ προκαταλήψεις, οἱ ψυχικές ἂμυνες, ὁ μιμητισμός, καί πολλοί ἂλλοι παράγοντες.

  Τό τοπίο αὐτό δημιουργεῖ σημαντικές ποιμαντικές  δυσκολίες ἡ βαρύτητα τῶν ὁποίων δέν ἒχει ἀπασχολήσει σοβαρά τήν τοπική Ἐκκλησία. Ἀντιλαμβανόμαστε πόσο τραγικό καταλήγει ὃταν κληρικοί τοῦ πρώτου ἰδεότυπου καλοῦνται ἢ  ἐπιχειροῦν νά ποιμάνουν ἀνθρώπους τοῦ τρίτου.

  Γιά νά μάθει κανείς τόν τρίτο ἰδεότυπο πρέπει ὑποχρεωτικά νά περάσει  ἀπό τόν δεύτερο, μέ τόν χρόνο πλέον νά ἒχει περιοριστεῖ  δραματικά.  Διαφορετικά ὁ μόνος ἂλλος δρόμος εἶναι αὐτός τῶν τρομοκρατῶν ἰσλαμιστῶν, οἱ ὁποῖοι ζοῦν ψυχολογικά καί κοινωνικά στόν θεοκρατικό ἰδεότυπο τοῦ χωριοῦ τῶν μουλάδων, καί χρησιμοποοῦν ἂνετα μεθόδους τῆς κοινωνίας τοῦ θεάματος γιατί γνωρίζουν ὃτι ἀπευθύνονται στήν «μεταπόλη».

 Ἡ κοινωνιολογία μᾶς βοηθᾶ γιά ἀσφαλεῖς γνωματεύσεις, ἀλλά  κάποια στιγμή  ἒρχεται ἡ ὣρα τῆς ἀγωγῆς. Στήν συγκεκριμένη στιγμή τό μυαλό μου πάει στόν  πρώην Ἀρχιεπίσκοπο Ἀμερικῆς Δημήτριο, στήν τολμηρή ἑρμηνεία του, στό παύλειο: «Ἐλεύθερος γὰρ ὢν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα τοὺς πλείονας κερδήσω· καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδήσω· τοῖς ὑπὸ νόμον ὡς ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον κερδήσω· τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὢν ἄνομος Θεῷ, ἀλλ᾿ ἔννομος Χριστῷ, ἵνα κερδήσω ἀνόμους· ἐγενόμην τοῖς ἀσθενέσιν ὡς ἀσθενής, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδήσω· τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω». (Α΄Κορ.9:19-21).

   Μέ αὐτή τήν θυσιαστική διακήρυξη ὁ  ἐπίσκοπος, ὁ κληρικός τοῦ Εὐαγγελίου, συναγάγει  τήν ἀνάγκη νά καλλιεργήσει  ὀ χριστιανός ἓναν ἐσωτερικό πλουραλισμό προκειμένου νά γίνει ἱκανός νά κατανοεῖ καί νά «προσλαμβάνει» τούς συνανθρώπους του: «Τό νά γίνει κανείς τά πάντα γιά ὃλους τούς  ἀνθρώπους ἀπαιτεῖ μιά πράξη προσωπικῆς κένωσης, ἓνα ἂδειασμα πού  ἀκολουθεῖται ἀπό ἓνα ταξίδι  στά  βάθη τῆς ἀνθρωπιᾶς του γιά νά ἀνακαλύψει τήν πληρότητα καί τήν ποικιλία τῆς ἐξαιρετικῆς μας  φύσης ὡς δημιουργημάτων πού εἲμαστε, ἑνός ἀσύλληπτου μεγέθους Θεοῦ… Γιά τόν Παῦλο, οἱ πλουραλιστικές συναντήσεις τῆς  ἀποστολικῆς του διακονίας γίνονται τό μέσον γιά βαθύτερη ὁμοίωση τοῦ δικοῦ του προσώπου μέ τόν Χριστό».

  Ἀποπεραιώνω μέ τόν πατερικό μας π. Βασίλειο Θερμό παιδοψυχίατρο: «Ἀλλά γιά νά βρεῖ τήν δύναμη  καί τήν σοφία νά κατέβει κάποιος στόν δημόσιο χῶρο τῆς   ἐποχῆς του προκειμένου νά κηρύξει και νά μαρτυρήσει Ἰησοῦ Χριστό, χρειάζεται προηγουμένως νά ἀντλεῖ ἀπό τήν σχέση του μέ Αὐτόν τήν δύναμη  ἐκείνη καί τήν πεποίθηση πού τοῦ ἐπιτρέπουν νά αἰσθάνεται τήν ἱστορία ὡς κατοικία του,  ὁποιοσδήποτε καί νά εἶναι ὁ  δημόσιος χῶρος στόν  ὁποῖο ζεῖ. Τό μέλλον  τῆς Ὀρθόδοξης  Ἐκκλησίας φαίνεται νά βρίσκεται στήν ἱκανότητα τῶν μελῶν της νά ἀρύονται τήν ταυτότητά τους άπό τόν Ἱδρυτή της καί ὂχι ἀπό τά «δεκανίκια» τῶν μορφωμάτων τά  ὁποῖα ἀποκρυστάλλωσε ἡ ἱστορία». 

 

 

 

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2025

Τοιοῦτος ἡμῖν ἒπρεπεν ἀρχιερεύς;


Τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

 

«…οὐ δύναμαι ἐγὼ ποιεῖν ἀπ᾽ ἐμαυτοῦ οὐδέν· καθὼς ἀκούω κρίνω, καὶ ἡ κρίσις ἡ ἐμὴ δικαία ἐστίν, ὅτι ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμὸν. ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός…» (Ἰω. 5,30). 

 

Εἰσαγωγικά

  Ἂν ὑπάρχει τρόπος νά ταρακουνήσεις ἓναν δεσπότη, αὐτός εἶναι νά ἀποδομήσεις τίς ἲδιες τίς συνθῆκες πού τοῦ ἐπέτρεψαν νά ἀποκτήσει κοσμική ἐξουσία.  Νά ἐστιάσεις ὃπου στοχεύει: Στήν ζητιανιά τῆς προσοχῆς. Ἐδῶ εἶμαι προσέξτε με, δῶστε μου σημασία. Δέν μπορῶ νά ζῶ στήν ἀφάνεια, ἀπαρατήρητος, μακριά ἀπό τήν δημοσιότητα, θέλω τήν προβολή, τό «λάθε βιώσας» δέν μοῦ ταιριάζει.

  Γενηθήτω  τό θέλημά μου. Θέλω τό δημόσιο βλέμμα, γιά νά ζῶ τήν ζωή μου θέλω νά τήν  ἐπινοῶ, νά τήν αἰσθάνομαι σάν μιά ρευστή αὐτοβιογραφία, ἐπιδεκτική σέ ἀναδρομικές ἐξιδανικεύσεις καί αὐτο-ηρωοποιήσεις.

  Πρός τοῦτο καταστρώνω τήν ζωή μου ἒμμισθα, συνομιλῶντας μέ τά Μέσα πού τήν διανέμουν γιά κατανάλωση. Γνωρίζουν ὃτι τά χρησιμοποιῶ καί γνωρίζω ὃτι μέ χρησιμοποιοῦν.

  Ἐξ ἂλλου μέ τοῦτα καί μέ τ’ ἂλλα δράττομαι τῆς εὐκαιρίας νά δώσω ἀναδρομικά νόημα στό παρελθόν μου, στήν αὐτοβιογράφησή μου, στήν ἁγιογράφησή μου, παρέα μέ πρωθυπουργούς, ὐπουργούς, δικαστικούς, στρατιωτικούς, τίς μίτρες μου, τίς πατερίτσες μου, τούς σάκους μου,  φορεμένα καί χρυσοαγορασμένα ὡς status symbol.  

  Ἀνηλεῶς φωτογραφούμενος, εἰσβάλλω στόν κοινωνικό χῶρο, ποσῶς μέ ἐνδιαφέρει  ἡ ἐκκλησιαστική περιοχή,  μέ ἐπιθετική κινούμενη ἀξίωση ἐπιβολῆς.  Ἒχω κάθε λόγο, πάνω στόν αὐτοκρατορικό θρόνο  νά αἰσθάνομαι ἂτρωτος. Ἂσε πού μέ  αὐτόν τόν τρόπο κρύβω τήν  εὐάλωτη μειονεξία μου, ὡς παιδί ἀπό τήν ἐπαρχία πού δέν κατάφερε νά συμφιλιωθεῖ μέ τήν πραγματικότητα.  Γενηθήτω τό θέλημά  μου.

 Γνωρίζω πώς στήν μεγάλη στραβή, τό πλῆθος θά μέ δέσει, τό ἒχω ζήσει τίς προάλλες στήν Παναγία, καί θά μέ διαπομπεύσει μέ πάνδημο κράξιμο. Τό μόνο πού βλέπω πρός τό παρόν, καί τό χαίρομαι ἡδονικά, εἶναι ὃτι ὂλοι αὺτοί πού μέ ἒφτυναν ἒρχονται ξεδιάντροπα καί μοῦ φιλοῦν τό χέρι, συναγωνιζόμενοι σέ κολακείες καί θωπεῖες.  

 

  Κύριε Πολυκανδριώτη, δεσπότη Τήνου,

 σᾶς ψέγω γιατί  μέ  τούς κολαούζους σας, κληρικούς καί λαϊκούς, συνθέσατε καί ἐπιβάλατε τοπικά ἓναν εἰδωλολατρικό βωμό ἑνός «ἐξουσιαστικοῦ θεοῦ». Προγραμματίζετε μέ τήν λογική τοῦ «ἂφρονα»: ὁ θεός σας   δέν εἶναι  «Θεός ὓπαρξης», δέν ἒχει τραγικότητα, ἐμπειρία πόνου, φόβο  θανάτου, αἲσθηση φθορᾶς, ἀσθένειας, πρό παντός ὃμως δέν εἶναι Ἀγάπη. Πιέζετε τήν τοπική κοινωνία, συστηματικά καί μεθοδικά, πιέζετε ὃλους μας, νά προσχωρήσουμε στήν λογική πού τό κοσμικό ἐξουσιαστικό συμφέρον σας θέτει. Πάντα τό ὑποκείμενο κάθε ὁλοκληρωτισμοῦ, πνευματικοῦ ἢ πολιτικοῦ, εἶναι ἓνα εἶδος θεοῦ ἐξουσίας,   γι’ αὐτό καί θεός σας, ὁ  θεός  ἰσχύος ἒχει ὑπάρξει πολλές φορές στήν Ἱστορία.   

  Ὁ ἐξουσιαστικός σας θεός, εἶναι ἒνας κακός θεός, θεός τοῦ μίσους. Ὁ θεός σας παραμορφώνει γι’  αὐτό δέν μπορεῖτε νά μιμηθεῖτε τήν ἀγάπη, ὂχι μόνο γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι ἀμίμητη, ἀλλά  καί γιατί ὡς πρότυπο μίμησης ἒχετε   ἒναν θεό γκράν γκινιόλ. Ὁ Θεός τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι τό ἀπολύτως “ἀλλιῶς”, τό  ἀπολύτως “ἂλλο”, καί τό ἀπολύτως «ἀλλοῦ», εἶναι ὁ Θεός τῆς  ἀγάπης, εἶναι ὁ ἲδιος Ἀγάπη πού μεταμορφώνει. Ἡ ἀνθρωπινότητα τοῦ ἀνθρώπου δέν παράγεται. Ὁ ἂνθρωπος γίνεται ἂνθρωπος ἐπειδή δέν τοῦ φθάνει ἡ αἲσθηση, ἐπειδή ὑπερβαίνει τήν  αἲσθηση. Ἐσεῖς οὐδέποτε  θά ἀποκτήσετε ἀνθρωπινότητα.  Ἡ ὑπέρβαση εἶναι ὁ Θεός. Τό επέκεινα  ὑφίσταται ἐπειδή ὑπάρχει Θεός τόν ὀποῖο μποροῦμε νά  πλησιάσουμε  ὀντολογικά καί ὂχι ὑπολογιστικά.

  Ἡ κατάσταση ὃπου τό ὑπερτροφικό ἐγώ μας μπορεῖ νά τσαλαπατήσει τό ἐγώ τοῦ διπλανοῦ μας χωρίς νά δώσει λογαριασμό σέ κανέναν, ὀνομάζεται γοητεία  τοῦ χάους, καί ἐσεῖς εἶναι φανερό γοητεύεστε ἀφάνταστα ἀπό τό χάος.  Φαίνεται πώς κάτω ἀπό τήν ρητορική σας περί  παράδοσης, περί ἀγάπης, περί συγχωρητικότητας, περί ἀνοχῆς καί μεγάλης καρδιάς, κρύβονται ἀνεπεξέργαστα ἒνστικτα, θυμοί, ἐκδικητικότητα  καί φόβοι πού δέν μετασχηματίστηκαν ποτέ σέ κοινωνική παιδεία, γιά  εὐαγγελική ἀφῆστε το.

 Ὑπάρχουν δύο περιπτώσεις νά συμπαθήσετε κάποιον: ἂν  σᾶς μοιάζει ἢ ἂν σᾶς εἶναι χρήσιμος στίς  ἐξουσιαστικές ἐπιδιώξεις σας. Σέ κάθε ἂλλη περίπτωση, εἶναι πρόβλημα καί τόν ἀντιμετωπίζετε εἲτε μέ συνεχῆ ὓπουλο πόλεμο εἲτε μέ ἐχθροπαθῆ ἀνοχή.   

  Δέν ἒχω ἐμμονές ἀλλά  ψάχνω κατά καιρούς νά βρῶ μιά ἐξήγηση στόν ἂφθονο φθόνο σας, καί τήν ἀσύμμετρη βία ὃπως αὐτή ἐκδηλώθηκε  ἐκ μέρους σας στό πρόσωπο τοῦ κυροῦ Θεολόγου Πλυτά. Πῶς ἐπιτρέπετε νά κατακλύζεται ἡ ψυχή σας ἀπό ἀντι-αξίες, παραβιάζοντας βάναυσα τό «εἰρήνη πᾶσι…  ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Παρά ταῦτα ψάχνω μήπως καί βρῶ μιά δικαιολογία, κάποιο λόγο πού νά λειτουργήσει ὡς ἐλαφρυντικό τέλος πάντων. 

  Εἶναι γεγονός ὃτι τά τελευταῖα χρόνια ἡ ἀδικία, τό μῖσος, ὁ φθόνος ἐκδηλώνονται  μέ μεγαλύτερη εὐκολία καί μέ λιγότερες ἀναστολές σέ σύγκριση μέ τό παρελθόν, ἀλλά νά μπαίνουμε καί στόν ἀστερισμό τῆς  παπαδικῆς βίας  ἡ ὁποία πρίν καταστεῖ ἀποτρόπαια ἒχει ἢδη γίνει μέρος τοῦ ψυχισμοῦ σας, δέν μπορῶ νά τό χωνέψω μέ τίποτα. Εἶναι σάν νά ἀποδέχομαι ἓναν  παιδεραστή ὡς παιδίατρο.

 Τό μεγαλύτερο πρόβλημα  μέ ἐσᾶς τούς κληρικούς εἶναι ἡ παντελής ἒλλειψη συναίσθησης τῆς κατάστασης, ὁ χαλαρός τρόπος πού ἐντιμετωπίζετε τίς εὐθύνες  σας, περιφερόμενοι δημόσια μέ ἓνα ἀπορημένο βλέμμα, ὃτι δέν καταλαβαίνετε τί ἀκριβῶς κάνατε καί κάνετε εἰς  βάρος  τοῦ συνόλου. Εἶσθε τά πρόσωπα-ντροπή τῆς τοπικῆς οἰκογένειας πού ἐξακολουθεῖτε νά ἐμφανίζεσθε δημόσια σάν νά μήν τρέχει τίποτε. Πῶς  ἀκριβῶς θά ἀποδοθεῖ δικαιοσύνη γιά ὃσα φρικτά ἒχετε πράξει; Εἶναι πολύ ὀδυνηρό. Τό γεγονός  τοῦ διωγμοῦ τοῦ Θεολόγου τό ἀντιμετωπίζετε ὡς φυσιολογική κατάσταση. Μιά δημόσια συγγνώμη δέν διαγράφει  αὐτή  τήν κατάπτωση, ἀλλά θά ἒδειχνε κάτι.  

Στό Ἰράν πού ἐγκαθιδρύθηκε μιά ἐξουσία μουλάδων κληρικῶν, φαίνεται ὃτι λειτουργεῖ πλέον ὡς παράδειγμα ὂχι μόνο γιά  ἂλλα κινήματα μουσουλμανικά ἀλλά καί γιά τά Ὀρθόδοξα. Εἶναι γεγονός ὃτι σέ πολλές μουσουλμανικές χῶρες καθώς καί στό Ἰσραήλ τό θρησκευτικό οἰκογενειακό δίκαιο ὑποκαθιστᾶ τό κρατικό οἰκογενειακό, καί στό Ἀφγανιστάν τά πάντα ἐλέγχονται  ἀπό τήν ἀνάγκη συμβατότητας μέ τήν Σαρία.

   Στήν Χώρα μας, ἀπό τούς  82 μητροπολίτες μόνο οἱ 9 ἐξέφρασαν τἠν διαφοροποίησή τους στίς μεθόδους καί πιστεύω τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς, ἐνῶ ἡ Ἱεραρχία πού ἒχει κληθεῖ ἀπό πιστούς, οἱ ὁποῖοι διακινδυνεύουν περισσότερα ἀπό ἓναν Δεσπότη, νά πάρει θέση ἀνοιχτά τό θέμα,  ἀρνεῖται νά συζητήσει, πολύ περισσότερο νά ἀποκηρύξει ρητά, ὂχι γενικά  καί ἀφηρημένα, τόν ναζισμό καί κάθε  μασκάρεμά του.  

 Ἒχει πολλούς  λόγους νά ἀντισταθεῖ κανείς σέ αὐτό τό ὃραμα τῶν κληρικῶν μας.   Αὐτή ἡ δεσποτική συμπεριφορά, στό ἐσωτερικό  τῆς τοπικῆς ἐκκλησίας, πρός τόν δημόσιο  χῶρο, πού δέν διστάζει μάλιστα νά προσφύγει στά δικαστήρια, μόλις  εἶναι ἀνάγκη νά ποῦμε ὃτι ἒχει μιά ἀσυμβατότητα μέ τό Εὐαγγέλιο.

 Τέτοιες πρακτικές σκοπιμότητας μόνο «ἐπιθέσεις» στήν κοινωνία μπορεῖ κανείς νά κάνει  καί δέν εἶναι δυνατόν νά ποιμάνει  ἀγαπητικά, διότι εἶναι  ἀποῦσα ἡ συγ-κατάβαση. 

 

 

 

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Ἡ πάλη μέ τήν κοινότητα.

 

Τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

  Αὐτή καί ἡ  προηγούμενη ἐπιφυλλίδα  γράφονται σέ συγκυρία δύσκολη. Ἡ ὀμίχλη τῆς  μιζέριας καί  τῆς ματαίωσης εἶναι πηχτή πάνω  στήν Ἑλλάδα καί τόν Κόσμο ὃλο. Μέ ἀποκαλυπτική ἒνταση ὁ Μεσαίωνας παίρνει τήν ἐκδίκησή του, αἰφνιδιάζοντας ὃσους ἀφελεῖς  εἶχαν πιστέψει στήν θρησκεία τῆς εὐθύγραμμης  προόδου, ἀπό τό καλό, τάχα, ἀναπόδραστα στό καλύτερο. Ἡ παγκόσμια ἐπέλαση κατά τῆς κοινωνικῆς  ἀσφάλειας ἡ  ὁποία μέχρι πρό τινος  φάνταζε αὐτονόητη καί πρό παντός ἀνεπιβούλευτη, ὁλοκληρώνει μέ πάταγο τήν ἀθόρυβη διάβρωση πού εἶχε προεπιτελέσει ἡ νεοειδωλολατρία τοῦ καταναλωτισμοῦ καί τῆς ἀπόκτησης. Βροχηδόν οἱ ἐπιδεινώσεις τοῦ σκηνικοῦ, βροχηδόν καί οἱ φωνές διαμαρτυρίας, φωνές κάθε λογῆς, σέ μιά πλημμυρίδα πού ἀξιώνει γιά ἂλλη μιά φορά, γιά μυριοστή φορά καί φυσικά ὂχι γιά τελευταία, κριτήρια στιβαρά. Οἱ ἀεριτζῆδες χαίρονται μέ τήν χαύνωση τῆς Δημοκρατίας, διότι τήν  βλέπουν (τήν χαύνωση) ὡς  δικαίωση τοῦ μίσους τους κατά  τῆς Ἐλευθερίας. Γιά γιατρειά τά λαμόγια δέν ἐπιθυμοῦν τό πέρασμα σέ οὐσιαστική Δημοκρατία, ἀλλά τήν ἐξάτμισή της. Δέν θά ἀγωνιστοῦμε ἐναντίον τους  μέ πάθος;

  Ἂς ξεκινήσουμε ὃπως προτάθηκε στήν προηγούμενη ἐπιφυλλίδα γιά διαφορετική συγκρότηση τῆς Βουλῆς, σημερινότερη καί δημοκρατικότερη ἀδιάζευκτα. 

 Ἓνα κρίσιμο ἐρώτημα εἶναι ποιό ἐκλογικό σύστημα θά ἦταν τό ἐνδεδειγμένο γι’ αὐτό τό «μικρό ἀλωνάκι»;  Ἡ Ἑλλάδα θά ὠφελοῦνταν ἀπό μικρές μονοεδρικές περιφέρειες, ἀπό μία ἑνιαία ἢ ἀπό κάποιο ἂλλο  μικτό τέλος πάντων; Ὁπωσδήποτε κάθε ἐπιλογή ἒχει πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα, ἀλλά ἀπό τό σημερινό πολύπλοκο καί στρεβλό, πού ἐκτρέφει τήν διαφθορά, θά ἦταν καλύτερο.

  Φυσικά κανένας νόμος δέν  θά ἐξαλείψει μαγικά τήν διαφθορά. Χρειάζεται ἡ ἐνεργός  συμμετοχή ὃλων μας στά κοινά.  Καμμιά θεσμική ἀλλαγή δέν θά πετύχει ἂν δέν συνοδευτεῖ ἀπό ἀλλαγή νοοτροπίας δικῆς μας, ὃσον ἀφορᾶ τό μέγεθος τῆς προσωπικῆς μας εὐθύνης. Ὃμως ἡ ἀντιπροσωπευτική  Δημοκρατία δέν περπατάει πλέον.

  Ἂν δέν ἐκπαιδευθεῖ μιά νέα ἑλληνική πολιτική τάξη πού νά βλέπει τήν Χώρα ὂχι ὡς πηγή πλούτου, κύρους, ἐξουσίας καί ψήφων, ἀλλά ὡς τόπο πού πρέπει νά ἀναπτυχθεῖ μέ κατοίκους πού θά βασίζονται στό καθῆκον καί στό καθαρό τῆς συνείδησής τους, τότε δύσκολα θά ἀλλάξει κάτι. Οἱ πολιτικοί ἒχουν μεγαλύτερη εὐθύνη.

  Ὁπωσδήποτε τό σύνολο τῆς τοπικῆς κοινωνίας δέν ἀναμειγνύεται, σέ μεγάλη ἒκταση, στό ὀργανωμένο οἰκονομικό καί πολιτικό ἒγκλημα. Ὃμως δέν εἶναι καί τόσο ἀθώα.

  Μέσα στούς  σύγχρονους μετασχηματισμούς οἱ σχέσεις συγγένειας καί κομματικῆς πατρωνίας, καλά κρατοῦν στήν Τῆνο. Μπορεῖ νά μήν ὑπάρχουν ἀρωτηχτᾶδες ἀλλά τό πανωγράψιμο στά ἀμνοερίφια εἶναι πειρασμός. Ὃποιο   καί νά εἶναι ὃμως τό μέγεθος μπροστά σέ αὐτά πού συμβαίνουν στήν ὑπόλοιπη Χώρα καί σέ ἂλλες εὐρωπαϊκές Χῶρες εἶναι γιά τό νηπιαγωγεῖο. (Στό ἓνα τρισεκατομμύριο δολάρια, τουλάχιστον, ἀνέρχεται τό ἐτήσιο κόστος τῶν διεφθαρμένων ἐπιχειρηματικῶν πρακτικῶν, τοῦ ξεπλύματος μαύρου χρήματος καί τῆς φοροδιαφυγῆς…Φρανσουά Βαλεριάν, πρόεδρος τῆς Διεθνοῦς Διαφάνειας. Καθημερινή)

  Τό βασικό πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ. Ἒχουμε μπεῖ σέ κρίση παγκόσμια. Ἡ πολιτική καί οἰκονομική  καταιγίδα   πού κλονίζει καί τό οἰκοδόμημα τῆς Πατρίδας μας, κλονίζει καί τό τοπικό. Κρίση ἡ ὁποία μπορεῖ νά εἶναι ἓνας ἀκόμη κύκλος πού θά πάει  τήν κοινωνία μας πρός τά ἂκρα. Θά τήν νιώσουμε ὃλοι, ὃσο «θωρακισμένοι» καί νά εἶναι κάποιοι λόγω τῆς ἐξασφαλισμένης, προσώρας αὐτάρκειας  πού προσφέρει ὀ τουρισμός.

   Ποιός ἀμφιβάλλει ὃτι ἡ συνοχή τῆς κοινότητας μικρῆς ἢ μεγάλης    εἶναι σοβαρό θέμα. Προφανῶς  πρόκειται περί μιᾶς δύσκολης ἐπιλογῆς. Περίκλειστη κοινότητα γιά λόγους αὐτοπροστασίας, ἢ κοινότητα πού θέλει να ἀνοίγεται; 

   Ὑποτίθεται ὃτι ὁ πολίτης τελεῖ σέ ἀρμονική σχέση μέ τήν κοινότητα. Ἀλλά ὑποτίθεται. Διότι ὁ ἂνθρωπος, στό μέτρο πού εἶναι φορέας εὐθύνης καί ὂχι σπορά τῆς τύχης, καλεῖται νά παλέψει μέ τήν κοινότητά του, μέ τίς δύο ἒννοιες πού ἒχει ἡ διατύπωση: νά παλέψει παρέα μέ τήν κοινότητά του γιά νά λειάνει τόν φυγόκεντρο ἐγωϊσμό του, ἀλλά  καί νά παλέψει μέ ἀντίπαλο τήν κοινότητά του γιά νά μήν ἀπολέσει τόν ἑαυτό  του.       

   Ἂν καί συμβιώνουμε στήν μικρή κοινωνία τῆς Τήνου, μέ ἂμεση γειτνίαση, καί ὁ ἓνας γνωρίζει ἀκόμη καί λεπτομέρειες ἀπό τήν ζωή τοῦ γείτονά του, ἀδιαφοροῦμε γιά τόν διπλανό μας. 

  Ὃλοι μοιάζει νά λιώνουμε ὑπό τήν πίεση τῆς καταιγίδας τῶν ὑπαρκτῶν πολιτικῶν καί οἰκονομικῶν ἀδιεξόδων. Ὃμως καί ἡ καταιγίδα τῆς πνευματικῆς κρίσης δέν εἶναι  μιά ἂλλη ὑπόθεση. Περισσότερο ἐπικίνδυνη εἶναι  ἡ ἐπιλογή ὡς στάση ζωῆς τῆς ἀδιαφορίας, ἀδιαφορίας στήν  κάθε μορφή τοξικότητα,  πού παίρνει σβάρνα τά πάντα, καί  καλύπτεται πίσω ἀπό τόν νόμο τῆς σιωπῆς. Δέν πρόκειται   περί ἀνοχῆς ἀλλά περί  ταπεινώσεως. «Δέν καλόειδα, δέν καλάκουσα».

 -Προσέξτε, τοπικά πάντα, πόσοι ὑποστηρικτές τῆς Χούντας μετεξελίχθηκαν σέ δημοκράτες!  πόσοι πολιτικοί μας δέν δυσκολεύονται νά ἀλλάζουν στρατόπεδο ὃταν τό προσωπικό συμφέρον τους τό ἐπιτάσσει. Προσωπικά γνώρισα ἰνστρούχτορα τῆς Χούντας κατά τήν διάρκεια τῆς στρατιωτικῆς του θητείας στό ναυτικό, ὡς πολίτης νά κρατᾶ τήν  τσάντα τοῦ Παλαιοκρασσᾶ, καί ἐν μιᾶ νυκτί  νά μεταλλάσσεται σέ Πασόκο καί μάλιστα ἐπικίνδυνα φανατικό. (Οἱ πιό  φανατικοί μουσουλμάνοι εἶναι οἱ ἐξισλαμισμένοι χριστιανοί). Καί φυσικά δέν εἶναι μοναδικός. Ποιός ἀπό ἐμᾶς μίλησε; Δέν πρόκειται περί συλλογικῆς ταπεινώσεως;

  -Πόσοι τοπικά δέν γνώρισαν τόν διάδρομο τῶν δύο γνωστῶν ἐφοριακῶν, πού  ὃταν ἒφυγε ὁ ἓνας ἒμεινε ὁ ἂλλος,  καταθέτοντας κατά πολύ μειωμένο ποσό  ἀπ’ αὐτό  πού νόμιμα ἀντιστοιχοῦσε στά κληρονομικά τους;  Δέν εἶναι  καί τό  φαινόμενο αὐτό συλλογική ταπεινωση; (Ἡ ἲδια τακτική στό Αἲγιο, ἲδια καί  ἀπαράλλακτη στήν Τρίπολη. Συμμαθητής ἐφοριακός σέ σχετική συζήτηση ἰσχυρίστηκε πώς ἂν ἢσουν καί ἐσύ Δημόπουλε  ἐφοριακός θά ἐπεδίωκες αὐτή τήν θέση χρυσορυχεῖο…).

   -Εἶναι μιά τοπική ταπείνωση καί ἡ ἀδιαφορία μας γιά τόν διωγμό τοῦ κυροῦ Θεολόγου. Δέν τρέχει τίποτα, φιλᾶμε τό ἀτιμασμένο  χέρι τοῦ παπά, «ναί παπά μ’ ὂτι πεῖς».  (Ἐξαίρεση ὁ  παπά-Γιώργης Τουφεκλῆς). Ταπείνωση καί τῶν τότε Πρώτων, Δημάρχου καί Ἐπάρχου, ἀλλά καί τῆς ἀντιπολίτευσης, πού ἂφησαν  χωρίς καμμιά παρέμβαση, δημόσια ἢ ἰδιωτικά, ἀνενόχλητο τό ἱερατεῖο νά βυσσοδομεῖ.

  Δέν εἶναι τυχαῖο πώς ὁ πιό εὐαίσθητος δείκτης γιά νά ἀφουγκραστεῖ κάποιος τίς κοινωνικές ἀλλαγές εἶναι ὁ δείκτης τῆς ἀδιαφορίας στήν βία. Καί ἡ κοινωνία μας τοπικά εἶναι ἐξοργιστικά ἀδιάφορη.

 -Στόν τοπικό ἱστορικό ἐκκλησιαστικό  χῶρο, διαγκωνίζονται ἂτομα πού κατά καιρούς παράγουν τούς κλώνους τους, πού δέν ὑλοποιοῦν, πού ἐμποδίζουν τήν συμμετοχή στήν Δημοκρατία στό ἳδιο τους τό σπιτικό, πού  ἐπί δεκαετίες  λοιδωροῦν ὃσους ἐπιμένουν ὃτι ὁ Μαμμωνᾶς εἶναι ὁ ἐχθρός τοῦ Ἰησοῦ πάντα, ἀκόμα καί ὃταν ἐπευλογεῖται μέ ἀγιασμούς.

-Οἱ σχέσεις συγγένειας καί πατρωνίας ἒχουν τήν ἀκριβῆ ἐφαρμογή τους καί στήν διοικητική δομή τοῦ  Ἱδρύματος. Ποιός  ἐκλέγεται ἀπό τό ἱερατεῖο καί τούς συνεργάτες του ὡς ἐπίτροπος στό Ἱερό Ἳδρυμα; Ποιός ὡς Ἀντιπρόεδρος; Ὃλοι τους ὑπάκουα ἂτομα ἀκόμη καί στά νεύματα τά παπαδικά. Ποῦ θά ὑπογράψουν, ποιόν θά προσλάβουν, ποιόν θά προσβάλουν, ποιόν θά καλέσουν, ἀρνούμενοι καί τά στοιχειώδη. Γιατί δέχονται νά  ξεφτιλίζονται τόσο βάναυσα; Λέγεται  ὃτι ἡ δημοκρατία δέν ἒχει ἀδιέξοδα, ὃμως στό Πανελλήνιο Προσκύνημα χρόνια τώρα ἡ Δημοκρατία εἶναι ἀντιμέτωπη μέ βάναυσα ἀδιέξοδα τά ὁποῖα οἱ θεσμοί καί ἡ κοινωνία τά  παρακάμπτουν.

  -Παρά τό γεγονός ὃτι παρόμοιες τακτικές ἒχουν  μεγάλη ὁρατότητα λόγω τῶν μέσων κοινωνικῆς δικτύωσης, τό τοπικό ἰερατεῖο στηριζόμενο στήν ἀποδυνάμωση τῶν διαπροσωπικῶν δεσμῶν καί τήν ἒλλειψη οὐσιαστικῆς ἐπικοινωνίας, ἀπαξιώνει καί τά στοιχειώδη στίς ἀνθρώπινες σχέσεις, πάντα μέ τίς «εὐλογίες τοῦ Σεβασμιωτάτου Δωρόθεου τοῦ Β΄». 

  -Ἀς ἀναφερθοῦμε ἐδῶ καί στήν πάγια τακτική τῆς Μητρόπολης Σύρου Τήνου ὃσον ἀφορᾶ τόν ἒρανο γιά «ἒργα ἀγάπης».  Κάθε χρόνο πιέζει  ἐνοριακά ντόπιους καί προσκυνητές   νά ἀνταποκριθοῦν οἰκονομικά στήν ἐπαιτεία  της, ἐξευτελίζοντας κληρικό της νά ζητιανεύει στό περιστύλιο τῆς Παναγίας ὃλο τό καλοκαίρι,  παραθέτοντας ταυτόχρονα ἒγγραφο στό ὁποῖο  ἐμφανίζονται ποσά πού δαπανήθηκαν πρός τοῦτο κατά τό προηγούμενο ἒτος, χωρίς νά ἀναφέρεται στά ἒσοδα, χωρίς  ἀπολογισμό δηλαδή. Α΄ 90.431,08: Κατηχητικά σχολεῖα, Φοιτητική Ἑστία Ἀθηνῶν, νεανικά κέντρα καί Χορωδίες, θερινές κατασκηνώσεις, Γιορτές Χριστιανικῆς Νεολαίας, Ταμεῖο Ὑποτροφιῶν, Ἐργαστήρια Βυζωντινῆς Μουσικῆς-Δημιουργικῆς Ἀπασχόλησης καί ἒκφρασης-Ἁγιογραφίας, Ποιμαντική Ὑπηρεσία Στρατοῦ, Παιδικό Σταθμό, Ραδιοφωνικό Σταθμό, Βιβλιοπωλεῖο κ.α..

 Μέ τήν λογική τοῦ ἀχταρμά συνεχίζεται καί ἡ δικαιολόγηση ἂλλων 82.541,09 εὐρώ. (προσέξτε τά 9 λεπτά…).  Σκέπτομαι  πῶς θά ἦταν ὁ τόπος μας, οἱ σχέσεις  μας, ἂν εἲχαμε ἓναν Ἀναστάσιο  ὡς ἐπίσκοπο! Ἀλλά φαίνεται «τοιοῦτος γάρ ἡμῖν  ἒπρεπε ἀρχιερεύς…»

-Προσωπικά χαρακτηρίζω ὡς συνέπεια διαφθορᾶς καί τό γεγονός ὃτι ὁ τοπικός ἐπίσκοπος περνάει δύσκολες ὧρες ὃσον  ἀφορᾶ τήν ὑγεία του καί τό κρύβει. Ἀφήνει νά κυκλοφοροῦν διάφορα «ἰατρικά δελτία» καί ὁ ἲδιος παριστάνει ὃτι δέν τρέχει τίποτα…

-Ἡ τακτική μας ὃσον ἀφορᾶ τά σκουπίδια; Πετᾶμε στόν αὒλειο  χῶρο   γείτονά μας τίς βρωμιές μας, γιατί βαριόμαστε νά τά πᾶμε στόν τόπο τους. Καί ὃταν τά πᾶμε  τά πετᾶμε σέ κάδους ἀνακύκλωσης.  Νόμιζα, ἐπειδή, παρατήρησα τό φαινόμενο αὐτό πρῶτα στόν Χατζηράδο, ὃτι πρόκειται γιά κάποιο συγκεκριμένο ἂτομο, ἀλλά τό κακό εἶναι παντηνιακό, δυστυχῶς. 

 Ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς Χώρας καί τῆς Ἐνδοχώρας ἀποκαλύπτει μιά Τῆνο διαφορετική ἀπό τήν εἰδυλλιακή εἰκόνα πού ἒχουμε συνηθίσει. Καί ὁπωσδήποτε οἱ  παραπάνω γραμμές δέν ἀποτελοῦν ἀναπαράσταση ὃλων ὃσων συμβαίνουν στό νησί μας.

  Πρίν μπλεχθοῦμε ὃλοι ἀνεξαιρέτως σέ  ἓναν λαβύρινθο φόβου, μελαγχολίας, ἐμμονῆς καί ἀγωνίας, ὃπου κανείς δέν θά μπορεῖ νά ἐμπιστευτεῖ κανέναν, καλό θά ἦταν νά ἒρθουμε ἀντιμέτωποι μέ τά ὃριά μας,  νά φωτίσουμε τίς  σκοτεινές πλευρές μας, καί κυρίως νά θέσουμε ἐρωτήματα ὃσον ἀφορᾶ τόν βαθμό διάθεσης  ἀγωνιστικῆς συμμετοχῆς μας γιά Δικαιοσύνη καί  Δημοκρατία. Ἒχουμε ἀνάγκη τῆς «πνευματικῆς συνάθλησης» ὂχι μόνο μεταξύ τῶν διαφορετικῶν πνευματικῶν κοινοτήτων, μέ βάση ὂχι τόσο τήν κοινή μας «ταυτότητα» τοῦ κληρονομημένου παρελθόντος, ὃσο, τήν ἐνεργό ἀναμέτρηση μέ τό συλλογικό και προσωπικό μας παρόν. 

   Δέν χρειάζεται νά εἰκάσουμε τούς κινδύνους τῆς ἀδιαφορίας μας ποὐ ἀπειλοῦν τήν κοινοτική μας συνοχή: εἶναι πραγματικοί. Βρισκόμαστε σήμερα σέ ἓνα κομβικό, ἀπολύτως ὑπαρξιακό σημεῖο. πετᾶμε στά σύννεφα, καιρό τώρα, τά  καύσιμα τελειώνουν καί δέν ἒχουμε ποῦ νά «προσγειωθοῦμε».

 

 

 

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

Λαός δυσσεβής καί παράνομος<οὒτε ἱερό οὒτε ὃσιο<διαφθορά.

 

Τοῦ Γιώργου Δημόπουλου

 

«κἂν λαχόντες ἀρχίδιον εἶθ᾽ ἁρπάσαι βούλησθέ τι»,

‘Μόλις κάποιος πάρει τήν παραμικρή ἐξουσία, ἀμέσως μετά αὐτό πού ἐπιδιώκει εἶναι νά ἁρπάξει, νά βουτήξει κάτι’. Ἀριστοφάνης, Όρνιθες, στ. 1111.

«Εἲπαμε νά κάνει ἓνα δωράκι στόν ἑαυτό του, ἀλλά ὂχι καί πεντακόσια ἑκατομμύρια»,

  Μιά φράση πού ἒμεινε ὡς ἐφιάλτης στήν ἱστορία τοῦ ΠΑΣΟΚ,  μιά φράση πού ἐκφράζει τό μέγεθος τῆς διαφθορᾶς  πού διαπερνοῦσε, τό ἀγαπημένο κόμμα Ἑλλήνων ἀπό Ὑπουργούς ἒως πολλά κατώτατα  στελέχη. Ἒκτοτε  κύλησε πολύ νερό στ’ αὐλάκι τῆς διαφθορᾶς.

   Ἀπό τότε πού θυμᾶμαι τόν ἑαυτό μου μόνο ἀπάτη ἒχω γνωρίσει σ’ αὐτή τήν Χώρα.  Κατά πρῶτον γνώρισα στά μικράτα μου τήν κατευθυνομένη κλήρωση τῶν λαϊκῶν λαχείων. Κέρδιζε  πάντα συγκεκριμένης πολιτικῆς ἂποψης  πολίτης.

  Ὃμως στίς μέρες μας τό κακό  παράγινε. Καθημερινά πληροφορούμεθα γιά ὁργανωμένες δράσεις προσώπων, διαφόρων ἐπαγγελμάτων πού φέρονται νά δημιουργοῦν ἐταιρεῖες μέσω τῶν ὁποίων κάνουν εἰκονικές συναλλαγές μέ φαντάσματα προμηθευτές, προκειμένου νά ἐμφανίσουν ὑπέρογκα πιστωτικά ὑπόλοιπα καί νά εἰσπράξουν ἐπιστροφές φόρου, δεκάδων ἐκατομμυρίων ἀπό  τήν Ἐφορία. 

  Πόσοι δημόσιοι ὑπάλληλοι, πολιτικοί μηχανικοί, δέν ἐμπλέκονται  κατά καιρούς σέ ὑποθέσεις γρηγορόσημου. Πόσοι γιατροί, φαρμακοποιοί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, δέν ἒχουν τόν ἐλάχιστο ἐνδοιασμό νά  ἀλλοιώνουν διαθῆκες, νά συνταγογραφοῦν παράτυπα, πόσοι ἐκπαιδευτικοί  δέν κατέφευγαν σέ ἀπάτη ὃσον ἀφορᾶ τήν ἐπιδοτούμενη ἀγορά βιβλίων, χιλιάδες  αὐτοκίνητα κυλοφοροῦν  χωρίς ἀσφάλεια (240.000), χωρίς νά ἒχουν περάσει ΚΤΕΟ (700.000), πόσες ρευματοκολπές… Μόλις προχθές πρώην ὑπουργός, γόνος καραμανλικῆς οἱκογένειας συνελήφθη νά ὁδηγεῖ μέ πλαστές πινακίδες αὐτοκίνητο, καί φυσικά ἀνασφάλιστο. Πόσοι ἀκόμη ὑπουργοί ξεφτιλίζονται ἀκόμη στά δικαστήρια καθ’ ὃτι ἀποδεδειγμένα ἒκλεβαν ὂντας μάλιστα ἐν ἐνεργεία. Τήν τεράστια διαφορά μεταξύ πολιτικῆς ἐπικοινωνίας καί πραγματικότητας ἀναδεικνύει ἡ ἒκθεση τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου, σχετικά μέ τήν τήρηση τῆς νομιμότητας…

  Χρειαζόμαστε μιά ἐνδελεχή κοινωνιολογική μελέτη, ἀπό  κάποιον/κάποια μέ ἱκανότητες διείσδυσης στά σκοτεινά βάθη τῆς ἀνθρωπολογικῆς μας ἱστορίας, προκειμένου νά ἀνασύρει στό φῶς, τό πῶς οἱ σημερινές πολιτικές πατρωνίες ἐκμεταλλεύθηκαν ἀρχαϊκούς θεσμούς, νά φέρει δηλαδή στό φῶς τίς βαθύτερες καί πιό  περίπλοκες αἰτίες πού ὑπερβαίνουν τά δημοσιογραφικά κλισέ, καί  θά ἀγγίξουν πανελλαδικά τά νεοφανέντα θέματα πού χαρακτηρίζουν τήν σύγχρονη κοινωνία μας.  Νά μελετήσει τήν ἱστορία, τά ἢθη, τά ἒθιμα, τούς συμβολισμούς καί κώδικες,   στό πεδίο τῆς ἀνθρωπολογίας.

 Ὃταν πᾶμε πίσω θά δοῦμε καθαρά πῶς οἰκοδομήθηκε τό σύγχρονο Ἑλληνικό Κράτος μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ποιά εἶναι τά ἀπομεινάρια τῆς τουρκοκρατίας. Κάτι γνώριζε ὁ Καποδίστριας ὃταν μιλῶντας γιά τούς προύχοντες τῆς Πελοποννήσου τούς χαρακτήριζε Χριστιανούς Τούρκους. Ὁ σεβασμός καί ἡ ἀγάπη τοῦ Καποδίστρια γιά τήν Ἑλλάδα καί τούς  Ἓλληνες δέν τόν  κάνουν ἂκριτα συγχωρητικό.

  Στήν Ἑλλάδα δέν εἲμαστε ὃλοι διεφθαρμένοι, ἀλλά ἡ κοινωνική ὀργάνωση τοῦ Κράτους μας ἐπιτρέπει πολύ εὒκολα στούς πολιτικούς νά παρεμβαίνουν μέ διευθετήσεις…

   Ποιός ἒχει ξεχάσει π.χ. τά νομοσχέδια κατά τῆς ζωοκλοπῆς, τήν ὣρα πού οἱ ἲδιοι οἱ βουλευτές ἢ οἱ ἀντιπρόσωποί τους πήγαιναν σέ σχετικές δίκες  καί πίεζαν μάρτυρες νά ἀνακαλέσουν, ὣστε νά κερδίσουν ψήφους.

  Βέβαια στήν συνέχεια ἡ ζωοκλοπή ἀπό θέμα ἐμπορικῆς ἐκμετάλλευσης, μετεξελίχθηκε  σέ καλλιέργεια κάνναβης, σέ ἐμπόριο ὃπλων καί ναρκωτικῶν. Πῶς ὃμως τό Κράτος θά καταφέρει νά διασπάσει αὐτές τις δομές, τήν στιγμή πού οἱ ἲδιοι οἱ ἀντιπρόσωποί του παίζουν διπλό ρόλο; Οἱ πολίτες ὃταν ἀκοῦν τούς πολιτικούς νά ἐξαγγέλλουν σχετικά μέτρα γελᾶνε διότι ξέρουν τήν ἀλήθεια.

  Αὐτή ἡ στάση χαρακτηρίζει κάθε κράτος πού ἒχει πολεμήσει καί πετύχει τήν ἀνεξαρτησία του. Αὐτό συμβαίνει διότι οἱ νέες ἀρχές ταυτίζονται μέ τίς παλιές, δηλαδή τόν κατακτητή.

   Παλιά ἓνας  κοτζαμπάσης ὃταν ἒβλεπε νά διακυβεύεται τό οἰκονομικό συμφέρον του,  ἀκολουθούμενος  ἀπό συγγενεῖς καί φίλους πήγαινε σέ ἒνοπλη σύγκρουση.  Πρῶτος διδάξας ὁ ἠθικός αὐτουργός τῆς δολοφονίας τοῦ Καποδίστρια.

 Τήν ἲδια κοινωνική δομή ἀκριβῶς ἐξυπηρετοῦν ἒως σήμερα καί οἱ πατρωνίες τῶν πολιτικῶν. Στήν Βόρεια Ἑλλάδα, ἓνας πολιτευτής πρός ἂγραν ψήφων θά πλευρίσει  ἓναν ἒμπορο κτηνοτροφικῶν ἢ γεωργικῶν προϊόντων προκειμένου  νά ἀποκτήσει πρόσβαση σέ οἰκογένειες μέ τίς ὁποῖες ἒχει  ὁ τελευταίος συναλλαγές.  Στήν Κρήτη εἶναι πολύ πιό εὒκολο. Θά πάει σέ ἓναν ἀντιπρόσωπο μεγάλης φάρας, κερδίζοντας μέ μιᾶς 500 ψήφους, ἀρκεῖ νά κάνει μιά βάπτιση σέ κάποιο μέλος της.

  Εἶναι πλέον  δεδομένη ἡ  αἲσθηση ὃτι ὑπάρχουν δύο νόμοι στήν Ἑλλάδα. Ἀπό τήν  μιά μεριά αὐτός πού πηγάζει ἀπό τήν Πολιτεία καί ἀπό τήν ἂλλη ὁ ἂγραφος ἀπό τό παρελθόν, ἓνας ἂλλος κώδικας πού ἒχει σχέση πάντα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ συμφέροντος τοῦ πολιτικοῦ, ὁ  ὁποῖος  δέν διστάζει νά ἐκμαυλίσει ἀλλά καί νά τραμπουκίσει τούς  πολίτες. 

  Ὃταν δόθηκαν γιά πρώτη φορά οἱ ἐπιδοτήσεις, τό ἲδιο τό Ἑλληνικό κράτος ἀναγνώρισε αὐτόν τόν ἂγραφο ἐθιμικό κώδικα. Οἱ κρατικοί ὑπάλληλοι  ὃλων τῶν ἐποχῶν καί φυσικά οἱ πάτρωνές τους πολιτικοί γνωρίζουν σέ ποιούς ἀκριβῶς ἀνθρώπους θά πᾶνε «οἱ οἰκονομικές ἐνισχύσεις». Εἶναι φανερό ὃτι ἡ Πολιτεία ἐνσωμάτωσε κώδικες πού ρυθμίζουν παράτυπα τίς σχέσεις τῶν πολιτῶν μέ τό Κράτος.  Μέ ἐντολή «ἀπό πάνω» «δηλῶστε ὃτι  μπορεῖτε», γεννήθηκε τό “πανωγράψιμο”, δηλαδή οἱ πλασματικές δηλώσεις. 

   Ο “πονηρός” πολίτης ἀσκήθηκε νά παίζει ἂνετα μέ τίς ἀμφιθυμίες καί τίς ἀντιφάσεις, δηλαδή τίς γκρίζες ζῶνες,  τοῦ νόμου. Γιά νά κάνουμε ὃμως τόν δικηγόρο τοῦ διαβόλου, ὁ “ἒξυπνος”  σπρωχνόταν καί σπρώχνεται ἀκόμη ἀπό τούς πολιτικούς νά τό κάνει. 

  Δέν εἶναι  μόνο  βοσκοί καί ἀγρότες πού βλέπουν νά ἐμπορευματοποιεῖται τό ἀντικείμενο τῆς ἐργασίας τους καί νά νέμονται πόρους, ἀλλά καί κάποιοι πού δέν ἒχουν καμμιά σχέση μέ τή γῆ καί τόν μόχθο.

  Στήν συνέχεια ἦρθε ἡ ΕΟΚ καί οἱ ἀγροτικοί συνεταιρισμοί, οἱ ὁποῖοι λειτούργησαν ἀγαστά  μέ τίς ἐπιδοτήσεις, πιό ἁπλᾶ ἒγιναν συλλογικοί κομματικοί μηχανισμοί. Τό παράδοξο εἶναι πώς μέ τήν κατάργηση τῶν τελευταίων δημιουργήθηκαν ἐταιρεῖες ἀγροτικῶν συμβούλων πού ἦρθαν νά πατάξουν τήν διαφθορά, ἀλλά δέν ἒγινε τἰποτα.

  Ἀκολούθως ἒχουμε τούς συλλόγους.. Πᾶρτε κόσμε, φτιάξτε συλλόγους, ἀνεξέλεγκτα χρῆμα μέ οὐρά, ψηφαλάκια νά φέρνετε. Ἀν καί πολύ «ἒξυπνος» μπορεῖς νά κάνεις καί πολλούς συλλόγους. Ἂν εἶσαι καί παμπόνηρος πλευρίζεις  καί κάποιον Ὑπουργό καί ὂλα σοῦ ἒρχονται κατ’ εὐχήν.   Χαράζεις καί δρόμους στό χωράφι  σου,  και μετά  προκαλεῖς καί τό δημόσιο αἲσθημα μέ ἐκδηλώσεις πρός τιμήν σου, κάνοντας  παράλληλα καί μιά ἐκκλησούλα ἲνα πληρωθεῖ τό ρηθέν: «Ὃταν γεράσει ὁ διάολος καλογερεύει».

  Ὃμως μόνο ἡ ὑπόθεση τοῦ ΟΠΕΚΕΠΕ ἀνέδειξε τό ζήτημα τῆς χρήσης τοῦ δημοσίου χρήματος ὡς ἐργαλείου ἀγορᾶς ψήφων καί ἐξασφάλισης κομματικῆς νομιμοφροσύνης. Κάποια στιγμή θά σπάσει καί τό πιό μεγάλο βουζούνι  πού λέγεται ΕΣΠΑ ἀλλά δέν ἱδρώνει τό αὐτί κανενός ἀεριτζῆ, πολιτικοῦ, πολιτευτή,  ἐπιχειρηματία, δεσπότη-κληρικοῦ. (Σᾶς συνιστῶ νά διαβάσετε  τίς  «Νεκρές Ψυχές» τοῦ Γκόγκολ ὃπου ὁ ἣρωας ἀγοράζει νεκρούς δουλοπάροικους γιά νά εἰσπράττει ἐπιδοτήσεις). 

 Θά μπορούσε κάποιο κόμμα νά νικήσει στίς κάλπες ἂν δέν ἒπαιζε στά δάκτυλα τήν λοβιτούρα, ἂν δέν ἦταν βουτηγμένο στήν ἀπάτη; Μέ τά δεδομένα τά Ἑλληνικά ξεκάθαρα ὂχι.

Ἒχω τήν βεβαιότητα ὃτι ἡ πατρωνία στήν Ἑλλάδα,  ἀντανακλᾶ τήν σχέση πού ἒχει ἡ Ἑλλάδα στήν πρόσφατη Ἱστορία της μέ ἰσχυρότερα Κράτη. Κοντολογίς, οἱ τοπικές πελατειακές σχέσεις διαιωνίζονται ἐξαιτίας τῶν πελατειακῶν σχέσεων καί πατρωνιῶν πού ἒχει ἡ ἲδια ἡ Χώρα μέ ἰσχυρότερες Χώρες καί τήν Ε.Ε. Μιλάω καθαρά γιά τήν  κρυπτοαποικιοκρατία.  

   Ὑπάρχει τρόπος νά ἀποτρέψουμε στό ἐξῆς τόσο τερατώδεις μορφές πολιτικῆς καί οἰκονομικῆς διαφθορᾶς; Μποροῦμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τό πελατειακό σύστημα πού μᾶς κοστίζει τόσο ἀκριβά;  Εἶναι ἐφικτό νά ἀλλάξουμε νοοτροπίες καί τρόπους συμπεριφορᾶς δεκαετιῶν ἢ καί αἰώνων;

  Ὃλα αὐτά ἀλλάζουν πολύ δύσκολα καί πολύ ἀργά. Κανένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα δέν μετατράπηκε σέ ἐνάρετο ἀπό τήν μιά μέρα στήν ἂλλη. Ἀμφιβάλλω, μάλιστα, ἐάν ὑπῆρξε στήν ἀνθρώπινη Ἱστορία κάποιο, σχετικῶς ἒστω, ἐνάρετο πολιτικό σύστημα.

   Εἲχαμε βέβαια στήν Ἱστορία μας ἀρκετές μεγάλες μεταρρυθμίσεις, πού φαίνεται νά ἀποτελοῦν ἐξαιρέσεις σ’ αὐτόν τόν κανόνα, ὃπως ἡ ἳδρυση τοῦ ΑΣΕΠ, ἀλλά ἀκόμη κι αὐτό τό παράδειγμα καταδεικνύει πώς ἀμέσως μετά τήν μεταρρύθμιση ξεκινάει ἡ ὑπονόμευσή της ἀπό τό διεφθαρμένο πελατειακό κράτος.

 Πολιτική ἡγεσία σημαίνει νά ὑπηρετεῖς. Νά ξέρεις γιά ποιόν ἐργάζεσαι. Ὑπηρετεῖς τούς πολίτες σου, προφανῶς τούς ὁδηγεῖς, φροντίζοντας νά ἒχουν αὐτό πού χρειάζονται γιά νά κάνουν τήν δουλειά τους. Πολιτικός σημαίνει νά ὑπηρετεῖς τήν Χώρα σου, ὃτι διασφαλίζεις σέ ὃλους τούς πολίτες τό καλύτερο περιβάλλον καί τίς καλύτερες συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες  μποροῦν ὃλοι ἀνεξαιρέτως νά πάρουν ρίσκα πού άντέχουν, πού ἐπιθυμοῦν,  δημόσια   ἢ ἰδιωτικά. Ναί, τά πράγματα εἶναι τόσο ἁπλᾶ.

  Οἱ πολιτικοί  μας ὃμως δυστυχῶς δέν εἶναι ἰδεαλιστές δημόσιοι λειτουργοί, ἀλλά ἂτομα πού κινοῦνται ἀπό ὃ,τι κινεῖ τήν πλειοψηφία ἐξ ἡμῶν: τό προσωπικό συμφέρον.

  Θά μοῦ πεῖτε, ποιός ἒχει σήμερα ἐξιδανικευμένη εἰκόνα γιά τούς πολιτικούς; Φαινομενικά κανείς, ἀλλά στήν πραγματικότητα πολλοί: οἱ ἀφελεῖς ὀπαδοί, ὃσοι πιστεύουν στό «ἠθικό πλεονέκτημα» τῶν ὁμοϊδεατῶν τους. Ὃλοι αὐτοί ἀποτελοῦν τά ὑποψήφια θύματα.

  Οἱ πολιτικοί παγκοσμίως, καί διαπλέκονται  καί  ὂμηροι ὀργανωμένων συμφερόντων εἶναι. Δέν μποροῦμε νά βασιζόμαστε στήν ἠθική ἀκεραιότητά τους.

  Ἀντιθέτως, ὀφείλουμε νά ὑπερασπιστοῦμε ἀγωνιστικά νέους θεσμούς, νά πιέσουμε γιά θέσπιση  καινούργιων κανόνων  πού θά περιορίζουν τίς εὐκαιρίες γιά ἰδιοτελή συμπεριφορά.

   Πρῶτος κανόνας ἡ  δέσμευση γιά ἒξοδο ἀπό τήν πολιτική μέ ὃση περιουσία μπῆκε κάποιος, ὁ ἲδιος καί ὃλοι οἱ ἀνιόντες καί κατιόντες  του. Ὃλα τά ἐπιπλέον, οἰκονομικά καί περιουσιακά νά δημεύονται, καί ἀνάλογα τήν ἒκταση, νά δοκιμάσει τί σημαίνει φυλακή.

   Μιά ἐξ ἲσου ἀποτελεσματική  θεσμική λύση θά ἦταν ἡ ἐπιβολή ὁρίων θητείας στούς αἰρετούς. Ἓνας πολιτικός, ὃλων τῶν βαθμίδων,  νά  μήν μπορεῖ νά ἐπανεκλεγεῖ πέραν μιᾶς  πενταετίας. Ἒτσι ἀποτρέπεται ἡ δημιουργία ἐπαγγελματιῶν πολιτικῶν πού προσκολλῶνται ἐπί δεκαετίες στήν ἐξουσία, χτίζοντας πελατειακά δίκτυα, καί πολιτικές δυναστεῖες.

   Ἂλλο προφανές μέτρο εἶναι ἡ πάταξη τοῦ νεποτισμοῦ, ἀπαγορεύοντας τήν ἀνάμιξη στήν πολιτική γόνων πρώην καί ἐν ἐνεργεία πολιτικῶν. Ἒχουμε γνωρίζει, μόνο τήν ἐποχή μας, τήν πατρογραμμική διαδοχή πρώτου βαθμοῦ στά πρόσωπα τῶν Ἀνδρέα, Γιώργου, Νίκου Παπανδρέου, τοῦ Κυριάκου καί Ντόρας Μητσοτάκη, τοῦ Κώστα Μπακογιάννη, τῆς Ὂλγας Κεφαλογιάννη καί τῆς Ζωῆς Κωνσταντοπούλου, ἀλλἀ καί δευτέρου βαθμοῦ τοῦ Ἀχιλλέα, Κώστα, καί δεύτερου Κώστα Καραμανλῆ,  τοῦ Λιάπη καθώς καί τοῦ Σαμαρᾶ. (Σύνολο 13). Ἀπό τούς 300 βουλευτές λέγεται ὃτι οἱ πάνω ἀπό 40  εἶναι γόνοι πολιτικῶν.  

Ὑστερόγραφο.  Τήν  φράση τοῦ Ἀριστοφάνη μᾶς τήν θύμισε προσφάτως ὁ Κουτσούμπας κατά τήν ἀγόρευσή του στήν Βουλή.