Του Βασίλη
Δαμιανάκη
Της άρεσε της Χαράς να ψέλνει. Να ψέλνει παρακλητικά χωρίς έπαρση, να ψέλνει σεμνά και ταπεινά όπως αρμόζει στη λατρευτική ζωή της εκκλησίας. Όταν έψελνε δεν τραγουδούσε, μα προσευχότανε. Κι ό,τι έψελνε, το περνούσε από… κόσκινο. Μπορούσε να αποδίδει τα νοήματα των ύμνων καίρια και αποτελεσματικά. Όσοι την άκουγαν, αγαλλίαζε η ψυχή τους και δε χόρταιναν να την ακούνε στο ναό του Εσταυρωμένου. Το αηδόνι του Θραψανού ήτανε, που μες στις φουρτούνες της ζωής της, ήξερε πιο καλά από τον καθένα να εναποθέτει τις ελπίδες της στον Εσταυρωμένο ψέλνοντας.
Γ΄
Χαιρετισμοί της Παναγίας. Θα ψάλλαμε πάλι μαζί τον κανόνα του Ακαθίστου. Τη
βρήκα κλαίουσα και θρηνούσα στο στασίδι, λες κι ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. Το
βλέμμα της ήταν στραμμένο προς το ιερό και από τα χείλη της βγαίνανε μετά δυσκολίας
μερικές λέξεις, που θύμιζαν παράκληση και που επαναλάμβανε συνεχώς ξεσπώντας σε
λυγμούς . « Όχι Θεέ μου! Όχι τον Τασούλη! Παναγία μου βόηθα!».
Είχε διαδοθεί στο χωριό η θλιβερή είδηση της αερομεταφοράς εκτάκτως του Τασούλη
στην Αθήνα, έπειτα από σοβαρό πρόβλημα υγείας. Η Χαρά έκλαιγε μη μπορώντας να
συνειδητοποιήσει ότι ένας συγχωριανός της, ιδιαίτερα αγαπητός, έδινε
τη δική του μάχη στην προσπάθεια του να
κρατηθεί στη ζωή. Προσευχότανε και είχε εναποθέσει τις ελπίδες της στην Παναγία
και τον Εσταυρωμένο .
Μόλις
με είδε να πλησιάζω στο στασίδι, με κοίταξε στα μάτια και βουρκωμένη όπως ήταν,
με παρακάλεσε να προσευχηθώ κι εγώ για τον Τασούλη. Προσπέρασα σχεδόν αδιάφορα
την πρότασή της, άνοιξα τις φυλλάδες μου και ήμουν έτοιμος να αφοσιωθώ στα
ιεροψαλτικά μου καθήκοντα, ξεροβήχοντας διακριτικά, για να προετοιμάσω τις
φωνητικές μου χορδές. Ήταν τότε που αισθανόμουν περισσότερο τραγουδιστής της
εκκλησίας, παρά ιεροψάλτης του Υψίστου.
Κύλησε η υπόλοιπη Σαρακοστή κι έφτασαν οι Άγιες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας. Η αλλεργική ρινίτιδα είχε κάνει την εμφάνισή της και δεν μου επέτρεπε να αποδώσω τα μέγιστα στο κατά τα άλλα ιερόν αναλόγιο. Το τροπάριο της Κασσιανής που περίμενα πώς και πώς να το ψάλλω τη Μεγάλη Τρίτη για να δείξω την …κλάση μου, δεν μου βγήκε. Οι όποιες κορώνες θύμιζαν κράχτη πετεινό κι είχα αποτύχει παταγωδώς ως προς την πρέπουσα ερμηνεία του ύμνου … Στην προσπάθειά μου να βελτιώσω τα φωνητικά μου επίπεδα, γλείφοντας λογής λογής καραμέλες χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα, μονολογούσα ένα σωρό βρισιές. Το κατανυκτικό μεγαλοβδομαδιάτικο ψάλσιμο, μετατρέπονταν σε εφιαλτικό παραλήρημα με βλαστήμιες και κατάρες να εκτοξεύονται από το ίδιο στόμα που προηγούμενα έψελνε το Θου Κύριε φυλακή το στόματί μου. Τα είχα με την Άνοιξη και έφτασα στο σημείο να πω πως κακώς συμπεριέλαβαν οι Πατέρες της Εκκλησίας τη Μεγάλη Εβδομάδα στην εν λόγω εποχή. Δίπλα μου η Χαρά προσπαθούσε μάταια να με ηρεμήσει. «Υπομονή δάσκαλε. Θα’ρθει κι η Ανάσταση!».
Τη
Μεγάλη Τετάρτη, της ακολουθίας του ιερού Νιπτήρος, προηγήθηκε το ιερό ευχέλαιο.
Μετά βίας κατάφερα να κάνω εμμελή απαγγελία σε δυο αποστολικά αναγνώσματα. Το
βράδυ στην ακολουθία του Όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης κι ενώ έψελνα το πρώτο
τροπάριο των αίνων Συντρέχει λοιπόν, άνευ έντασης, κατάνυξης και ιεροπρέπειας
μη μπορώντας να το ολοκληρώσω, το παρέδωσα σαστισμένος στη Χαρά ως κύμβαλον
αλαλάζον. Κι όση ώρα το’ ψελνε η Χαρά, με σφιγμένη τη γροθιά
τολμούσα να κοιτάζω προς τα έξω τις πιστές που παρακολουθούσαν την ακολουθία από τα τευτεράκια τους και τα ξανάβαζα με την τύχη μου βρίζοντας και αψηφώντας την ιεροψαλτική μου ιδιότητα. Κι όταν η καημένη η Χαρά τελείωσε, μου υπενθύμιζε πιο έντονα και πιο επιτακτικά το γνωστό της …τροπάριο: « Σώπα δάσκαλε. Θα γίνει το θαύμα. Κοντοσιμώνει κι η Ανάσταση!». Χλευαστικά και ειρωνικά της απάντησα :« Άμα τη δεις, να μου τηλεφωνήσεις».
Τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ, στην ακολουθία των Παθών, όταν ο παπά-Μανόλης έβγαινε από το ιερό με το Σταυρό κανοναρχώντας το Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, η Χαρά γονατιστή έκλαιγε με λυγμούς και ζητούσε συγχώρεση από τον Κύριο, λες κι ήταν εκείνη η αφορμή που Σταυρώθηκε ο Ιησούς. Του λόγου μου μόλις που μπόρεσα να ολοκληρώσω το τροπάριο σε πλάγιο του δευτέρου Σήμερον κρεμάται επί ξύλου και σκυθρωπός όσο ποτέ άλλοτε μες στην παραζάλη και τον εκνευρισμό μου την άκουσα πιο επιτακτικά τώρα να μου υπενθυμίζει: « Δάσκαλε θα γίνει το θαύμα! Φτάνει η Ανάσταση. Κάνε λίγο υπομονή!». Κι εγώ που σαν να περίμενα την ευκαιρία από ώρα ξέσπασα πάνω της με τα παρακάτω : « Δεν πιστεύω σε θαύματα μορή θεούσα… Δεν πιστεύω…». Αμετανόητος ξεσπούσα τη μάνητα που της είχα από καιρό για τις ορμήνειες της. Μα εκείνη για την περίπτωση φάνηκε πως είχε κρυμμένο τον άσσο στο μανίκι και με την απόλυτη ηρεμία που την διέκρινε και το παραδεισένιο χαμόγελο με αποστόμωσε μια και καλή. « Μπα; Δεν πιστεύεις σε θαύματα δάσκαλε; Για κοίτα εκεί κάτω τον Τασούλη…».
Άρχισα να μαζεύω τα συντρίμμια μου βλέποντας όντως από κάτω τον Τασούλη που ως επίγειος άγγελος έπαιρνε τα στεφάνια από τους πιστούς και ανεβασμένος στη σκάλα όπως ήταν, τα κρεμούσε στο πάνω μέρος του σταυρού. Πήρα το μάθημά μου έστω κι αργά, γιατί θυμήθηκα τα πύρινα δάκρυα και τις προσευχές της για τον Τασούλη στους τρίτους Χαιρετισμούς της Παναγίας και ως άλλος Απόστολος Πέτρος έκλαψα πικρώς, αφού αισθάνθηκα ότι είχα προδώσει κι εγώ με τον τρόπο μου τον Κύριο.
Τη βραδιά της Ανάστασης βρήκα τη Χαρά στο αναλόγιο με ένα φανταχτερό, λουλουδάτο φόρεμα. Λίγο αργότερα ζήσαμε το θαύμα της Ανάστασης, αφού με το που μπήκαμε μέσα στο ναό, μετά το Άρατε πύλας οι άρχοντες, μπόρεσα μεγαλοπρεπώς να ψάλω τον ειρμό από την πρώτη ωδή του κανόνα της εορτής Αναστάσεως ημέρα. Τα δεσμά της φωνής μου είχαν λυθεί μαζί με τα δεσμά του θανάτου που μας λύτρωσε ο Κύριος με την Ανάστασή του. Παραδόξως το…ταγκαλάκι της αλλεργικής ρινίτιδας δε με ξαναενόχλησε ποτέ από τότε, αν και πριν, με ταλαιπωρούσε κάθε χρόνο την εν λόγω εποχή.
Η
ευεργετική παρουσία της Χαράς δίπλα μου στο δεξιό αναλόγιο της ενορίας, έφτανε
στο τέλος της. Κανείς δεν περίμενε πώς η κρυστάλλινη και αγγελική της φωνή
εκείνο το πασχαλινό βράδυ θα ήταν το κύκνειο άσμα της. Μερικούς μήνες αργότερα
άφηνε τα εγκόσμια νικημένη από την επάρατη νόσο, αλλά δοξασμένη στην αιώνια και
αληθινή ζωή, για όσα πρόσφερε με χαρά η Χαρά στην παρούσα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου